Διακριτά Μαθηματικά Σημειώσεις (Discrete Mathematics), Chapters 1-4 [version 7 Jan 2017 ed.] [PDF]

  • Commentary
  • Downloaded from http://users.uoa.gr/~caath/discrete.pdf
  • 0 0 0
  • Gefällt Ihnen dieses papier und der download? Sie können Ihre eigene PDF-Datei in wenigen Minuten kostenlos online veröffentlichen! Anmelden
Datei wird geladen, bitte warten...
Zitiervorschau

Διακριτά Μαθηματικά Σημειώσεις

Χρηστος Α. Αθανασιαδης Τμημα Μαθηματικων Πανεπιστημιο Αθηνων Εαρινο Εξαμηνο 2017

2

Περιεχόμενα 1 Στοιχειώδης συνδυαστική απαρίθμησης 1.1 Πληθικός αριθμός . . . . . . . . . . . . . . 1.2 Βασικές αρχές απαρίθμησης . . . . . . . . . 1.3 Εφαρμογές . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1.3.1 Αναδιατάξεις . . . . . . . . . . . . . 1.3.2 Υποσύνολα και συνδυασμοί . . . . . 1.3.3 Συνθέσεις ακεραίων . . . . . . . . . 1.3.4 Συνδυασμοί με επανάληψη . . . . . 1.4 Η αρχή εγκλεισμού-αποκλεισμού . . . . . . 1.4.1 Επί απεικονίσεις . . . . . . . . . . . 1.4.2 Αναδιατάξεις χωρίς σταθερά σημεία 1.5 Ασκήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

7 7 8 13 13 15 18 19 21 23 24 25

2 Απεικονίσεις, διαμερίσεις συνόλων 2.1 Η αρχή του περιστερώνα . . . . . . . 2.2 Διαμερίσεις και σχέσεις ισοδυναμίας . 2.3 Μερικές διατάξεις . . . . . . . . . . . 2.4 Αλυσίδες και αντιαλυσίδες . . . . . . 2.5 Το Θεώρημα του Sperner . . . . . . . 2.6 Ασκήσεις . . . . . . . . . . . . . . . .

και μερικές διατάξεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

45 45 48 50 53 56 58

3 Γραφήματα 3.1 Η έννοια του γραφήματος . . . . . . . 3.2 Περίπατοι και συνεκτικότητα . . . . . 3.3 Δένδρα . . . . . . . . . . . . . . . . . 3.3.1 Ορισμοί και ιδιότητες . . . . . 3.3.2 Το Θεώρημα Cayley–Sylvester 3.3.3 Δένδρα με ρίζα . . . . . . . . 3.4 Χρωματισμοί και ταιριάσματα . . . . . 3.4.1 Ο χρωματικός αριθμός . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

73 73 77 79 79 82 84 87 87

3

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

. . . . . . . .

4 . . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

. . . . .

89 91 97 103 106

4 Γεννήτριες Συναρτήσεις 4.1 Ορισμοί και παραδείγματα . . . . . 4.1.1 Οι αριθμοί Fibonacci . . . 4.1.2 Τυπικές δυναμοσειρές . . . 4.1.3 Συνθέσεις ακεραίων . . . . 4.2 Διαμερίσεις ακεραίων . . . . . . . 4.3 Εκθετικές γεννήτριες συναρτήσεις 4.4 Ασκήσεις . . . . . . . . . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

. . . . . . .

131 131 131 133 138 141 144 147

3.5 3.6 3.7

3.4.2 Διμερή γραφήματα . . . 3.4.3 Το Θεώρημα του Γάμου Το χρωματικό πολυώνυμο . . . Επίπεδα γραφήματα . . . . . . . Ασκήσεις . . . . . . . . . . . . .

Πρόλογος Οι σημειώσεις αυτές απευθύνονται κυρίως σε φοιτητές και φοιτήτριες τμημάτων μαθηματικών που δεν έχουν εξειδικευμένες γνώσεις σε διακριτά μαθηματικά. Στόχος τους είναι να εξοικειώσουν τους αναγνώστες αυτούς με δομές των διακριτών και συνδυαστικών μαθηματικών που θα φανούν χρήσιμες στην περαιτέρω μελέτη των μαθηματικών και των εφαρμογών τους και να τους βοηθήσουν να αφομοιώσουν τις ανάλογες μεθόδους και να αναπτύξουν τη συνδυαστική τους σκέψη. Τα προαπαιτούμενα είναι ελάχιστα, γεγονός που καθιστά τις σημειώσεις κατάλληλες για ένα ευρύτερο φάσμα αναγνωστών (το οποίο περιλαμβάνει και κάποιους μαθητές και μαθήτριες Λυκείου) με ενδιαφέρον στα μαθηματικά. Η ύλη που καλύπτεται είναι συγκρίσιμη με εκείνη που συναντά κανείς σε εισαγωγικά μαθήματα διάρκειας ενός εξαμήνου με τίτλο «Διακριτά Μαθηματικά», ή «Συνδυαστική και Θεωρία Γραφημάτων», σε διεθνή προπτυχιακά προγράμματα σπουδών. Η επιλογή της θεματολογίας έχει στόχο να καλύψει κάποια από τα κενά στην (σχετικά φτωχή) ελληνική βιβλιογραφία σε διακριτά μαθηματικά και φυσικά αντανακλά και τα ενδιαφέροντα και τις προτιμήσεις του συγγραφέα. ΄Εχει γίνει προσπάθεια για το στυλ των σημειώσεων να είναι χαλαρό και ευχάριστο. Αναπόσπαστο κομμάτι των σημειώσεων είναι οι ασκήσεις που δίνονται στο τέλος κάθε κεφαλαίου, η σκοπιμότητα και προέλευση των οποίων ποικίλλει. Κάποιες από αυτές (όπως οι Ασκήσεις 12, 13, 15 και 23 του Κεφαλαίου 2 και οι Ασκήσεις 8, 15, 16 και 18 του Κεφαλαίου 3) αποτελούν τμήματα θεωρίας που έχουν δοθεί σε μορφή άσκησης, έτσι ώστε να μην υπερβεί το μέγεθος των σημειώσεων κάποια λογικά όρια και ταυτόχρονα να έχουν τη δυνατότητα να επεκτείνουν τις γνώσεις τους οι αναγνώστες που το επιθυμούν. Κάποιες άλλες έχουν παρθεί από σχετικά συγγράματα [6, 11, 14], άλλες έχουν παρθεί από το μάθημα «Combinatorial Analysis» που είχε διδάξει στο ΜΙΤ ο James Propp το εαρινό εξάμηνο του 1992, άλλες αποτελούν παραλλαγές από προβλήματα που τέθηκαν σε μαθηματικούς διαγωνισμούς ή από αποτελέσματα σε ερευνητικά άρθρα και αρκετές αποτελούν εμπνεύσεις του συγγραφέα και δύσκολα θα βρεθούν αλλού στη διεθνή βιβλιογραφία. Σε κάθε περίπτωση, ο αναγνώστης ενθαρρύνεται να προσπαθήσει να λύσει ο ίδιος τις ασκήσεις, αρχίζοντας από τις πιο απλές και βαίνοντας προς τις δυσκολότερες, πριν συμβουλευθεί τις προτεινόμενες λύσεις.

5

6

Προαπαιτούμενα Θεωρούμε γνωστές στοιχειώδεις έννοιες της θεωρίας συνόλων, όπως τις έννοιες του εγκλεισμού συνόλων A ⊆ B, της ένωσης, της τομής και του καρτεσιανού γινομένου (πεπερασμένου πλήθους) συνόλων, καθώς και την έννοια της απεικόνισης συνόλων και εκείνης της σύνθεσης απεικονίσεων. Θεωρούμε επίσης γνωστές βασικές ιδιότητες των φυσικών, ακεραίων, ρητών και πραγματικών αριθμών και της φυσικής διάταξης στα σύνολα αυτά. Στο παράρτημα που δίνεται στο τέλος των σημειώσεων υπενθυμίζουμε την αρχή της πεπερασμένης μαθηματικής επαγωγής καθώς και την έννοια της διαιρετότητας στο σύνολο των ακεραίων, η οποία περιστασιακά θα μας φανεί χρήσιμη.

Συμβολισμοί Θα χρησιμοποιήσουμε τους εξής συμβολισμούς: ∅: το κενό σύνολο N = {0, 1, 2, . . .}: το σύνολο των φυσικών αριθμών Z: το σύνολο των ακεραίων Z>0 = {1, 2, . . .}: το σύνολο των θετικών ακεραίων Q: το σύνολο των ρητών R: το σύνολο των πραγματικών [n]: το σύνολο {1, 2, . . . , n}. Θα γράφουμε A ⊆ B αν το σύνολο A περιέχεται στο σύνολο B και A ⊂ B, όταν A ⊆ B και αποκλείεται η ισότητα. Θα συμβολίζουμε με ArB ή με A − B τη διαφορά {x ∈ A : x ∈ / B} του συνόλου B από το σύνολο A. Για απεικόνιση συνόλων f : X → Y και υποσύνολα A ⊆ X και B ⊆ Y , θα συμβολίζουμε με f (A) την εικόνα του A και με f −1 (B) την αντίστροφη εικόνα του B, μέσω της f , δηλαδή: f (A) = {f (x) : x ∈ A}, f −1 (B) = {x ∈ X : f (x) ∈ B}. Για απλότητα, θα γράφουμε f −1 (y) = {x ∈ X : f (x) = y} για την αντίστροφη εικόνα f −1 ({y}) ενός υποσυνόλου {y} του Y με ένα μόνο στοιχείο.

Κεφάλαιο 1 Στοιχειώδης συνδυαστική απαρίθμησης Το κύριο πρόβλημα της απαριθμητικής συνδυαστικής είναι η καταμέτρηση των στοιχείων ενός πεπερασμένου συνόλου. Προβλήματα αυτού του είδους εμφανίζονται σε ένα ευρύτατο φάσμα των σύγχρονων μαθηματικών. Οι πλούσιες τεχνικές που έχουν αναπτυχθεί για τη λύση τους αποτελούν σημαντικό μέρος των μεθόδων που χρησιμοποιούνται στα διακριτά μαθηματικά. Στο κεφάλαιο αυτό θα μελετήσουμε βασικές αρχές απαρίθμησης και θα τις εφαρμόσουμε σε στοιχειώδη προβλήματα. Σημαντική έννοια για τη μελέτη μας είναι αυτή της αμφιμονοσήμαντης απεικόνισης (1–1 αντιστοιχίας) πεπερασμένων συνόλων.

1.1

Πληθικός αριθμός

Πρωταρχική έννοια για τη μελέτη των προβλημάτων με τα οποία θα ασχοληθούμε στο κεφάλαιο αυτό είναι αυτή της αμφιμονοσήμαντης απεικόνισης συνόλων. Ορισμός 1.1.1 Μια απεικόνιση συνόλων ϕ : A → B λέγεται αμφιμονοσήμαντη (ή 1–1 αντιστοιχία, ή 1–1 και επί απεικόνιση) αν για κάθε στοιχείο y του B υπάρχει μοναδικό στοιχείο x του A, τέτοιο ώστε ϕ(x) = y. Ισοδύναμα, η απεικόνιση ϕ : A → B είναι αμφιμονοσήμαντη αν και μόνο αν υπάρχει απεικόνιση ψ : B → A τέτοια ώστε η σύνθεση ψ ◦ ϕ να είναι η ταυτοτική απεικόνιση στο A και η ϕ ◦ ψ να είναι η ταυτοτική απεικόνιση στο B, δηλαδή τέτοια ώστε ψ(ϕ(x)) = x για κάθε x ∈ A και ϕ(ψ(y)) = y για κάθε y ∈ B. Στην περίπτωση αυτή, καθεμιά από τις ϕ, ψ λέγεται αντίστροφη απεικόνιση της άλλης. Παρατηρούμε ότι η σύνθεση δύο αμφιμονοσήμαντων απεικονίσεων είναι επίσης αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση.

7

8 Παραδειγμα. Αν A = {a, b, c}, όπου a, b, c είναι διαφορετικά ανά δύο στοιχεία του A και B = {1, 2, 3}, τότε η απεικόνιση ϕ : A → B με ϕ(a) = 3, ϕ(b) = 1, ϕ(c) = 2 είναι αμφιμονοσήμαντη, με αντίστροφη απεικόνιση την ψ : B → A με ψ(1) = b, ψ(2) = c, ψ(3) = a. 2 Ορισμός 1.1.2 ΄Ενα σύνολο S λέγεται πεπερασμένο αν υπάρχει m ∈ N και αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση f : S → [m], όπου [0] := ∅. Ο ακέραιος m λέγεται πληθικός αριθμός, ή πλήθος των στοιχείων, του S και συμβολίζεται με #S. Ο ακέραιος αυτός είναι μοναδικός για το συγκεκριμένο σύνολο S. Πράγματι, αν υπάρχουν αμφιμονοσήμαντες απεικονίσεις f : S → [m] και g : S → [n] για κάποιους φυσικούς αριθμούς m και n, τότε συνθέτοντας την f με την αντίστροφη της g προκύπτει μια αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση μεταξύ των συνόλων [n] και [m], από το οποίο (δεχόμαστε ως γνωστό ότι) προκύπτει ότι n = m.

1.2

Βασικές αρχές απαρίθμησης

Αρχίζουμε με τις ακόλουθες απλές αλλά θεμελιώδεις αρχές απαρίθμησης. Πρόταση 1.2.1 Αν ϕ : A → B είναι αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση πεπερασμένων συνόλων, τότε #A = #B. Απόδειξη. ΄Εστω #B = m, οπότε υπάρχει αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση f : B → [m]. Η σύνθεση f ◦ ϕ : A → [m] είναι επίσης αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση και συνεπώς #A = m. 2 Πρόταση 1.2.2 (Προσθετική Αρχή) Αν A1 , A2 , . . . , An είναι πεπερασμένα σύνολα ανά δύο ξένα μεταξύ τους (δηλαδή Ai ∩ Aj = ∅ για i 6= j), τότε #

n [

i=1

Ai =

n X

#Ai .

i=1

Απόδειξη. Η περίπτωση n = 1 είναι τετριμμένη. ΄Εστω ότι n = 2 και ότι #A1 = m1 , #A2 = m2 . Τότε υπάρχουν αμφιμονοσήμαντες απεικονίσεις f1 : A1 → [m1 ] και f2 : A2 → [m2 ]. Από αυτές ορίζεται η απεικόνιση f : A1 ∪ A2 → [m1 + m2 ] με f (x) =



f1 (x), αν x ∈ A1 f2 (x) + m1 , αν x ∈ A2 .

9 Αφήνεται στον αναγνώστη να επαληθεύσει ότι η απεικόνιση f είναι επίσης αμφιμονοσήμαντη και συνεπώς ότι ισχύει #(A1 ∪ A2 ) = m1 + m2 = (#A1 ) + (#A2 ). Για τη γενική περίπτωση χρησιμοποιούμε επαγωγή στο n.

2

Ας εφαρμόσουμε τις αρχές αυτές σε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Παράδειγμα 1.2.1 ΄Εστω an το πλήθος των υποσυνόλων του [n] = {1, 2, . . . , n}. Για n = 1, 2, 3 έχουμε an = 2, 4, 8, αντίστοιχα. Για παράδειγμα, τα τέσσερα υποσύνολα του {1, 2} είναι τα ∅, {1}, {2} και {1, 2}. Θα δείξουμε ότι ισχύει an = 2n για κάθε n. Πρώτη απόδειξη. ΄Εστω An το σύνολο των υποσυνόλων (δυναμοσύνολο) του [n] και έστω Bn = {0, 1, . . . , 2n − 1}. Για S ⊆ [n] θέτουμε ϕ(S) = ǫ1 + ǫ2 2 + ǫ3 22 + · · · + ǫn 2n−1 , όπου ǫi =



1, αν i ∈ S 0, αν i ∈ / S.

Για παράδειγμα αν n = 4 και S = {2, 4}, τότε ǫ1 = ǫ3 = 0 και ǫ2 = ǫ4 = 1 και συνεπώς ϕ(S) = 0+2+0+23 = 10. Παρατηρούμε (εξηγήστε πώς) ότι 0 ≤ ϕ(S) ≤ 2n −1, άρα ϕ(S) ∈ Bn , για κάθε S ⊆ [n], οπότε έχουμε ορίσει μια απεικόνιση ϕ : An → Bn . Από την Πρόταση 4.4.3 προκύπτει ότι κάθε y ∈ Bn γράφεται με μοναδικό τρόπο στη μορφή y = ǫ1 + ǫ2 2 + · · · + ǫn 2n−1 με ǫi ∈ {0, 1} για 1 ≤ i ≤ n. Κατά συνέπεια, υπάρχει μοναδικό S ⊆ [n] με ϕ(S) = y, συγκεκριμένα το S = {i ∈ [n] : ǫi = 1}. Επομένως, η απεικόνιση ϕ είναι αμφιμονοσήμαντη και από την Πρόταση 1.2.1 προκύπτει ότι #An = #Bn = 2n για κάθε n. 2 Παραδειγμα. Αν n = 3, τότε η απεικόνιση ϕ της προηγούμενης απόδειξης είναι η παρακάτω: ∅ {1} {2} {1, 2}

7→ 7→ 7→ 7→

0 + 0 · 2 + 0 · 22 1 + 0 · 2 + 0 · 22 0 + 1 · 2 + 0 · 22 1 + 1 · 2 + 0 · 22

= = = =

0 1 2 3

{3} {1, 3} {2, 3} {1, 2, 3}

7→ 7→ 7→ 7→

0 + 0 · 2 + 1 · 22 1 + 0 · 2 + 1 · 22 0 + 1 · 2 + 1 · 22 1 + 1 · 2 + 1 · 22

= = = =

4 5 6 7 2

Δεύτερη απόδειξη. ΄Εστω πάλι An το σύνολο των υποσυνόλων του [n]. Για T ⊆ [n] έχουμε είτε n ∈ / T , είτε n ∈ T . Συνεπώς, θέτοντας Bn = {T ⊆ [n] : n ∈ T }, έχουμε An = An−1 ∪ Bn και An−1 ∩ Bn = ∅. Από την Πρόταση 1.2.2 προκύπτει ότι an = an−1 + #Bn .

10 Παρατηρούμε τώρα ότι υπάρχει η εμφανής 1–1 αντιστοιχία ϕ : An−1 → Bn με ϕ(S) = S ∪ {n} για S ∈ An−1 . Συνεπώς, από την Πρόταση 1.2.1 έχουμε #Bn = #An−1 = an−1 . Συμπεραίνουμε ότι an = 2an−1 , από όπου ο τύπος an = 2n προκύπτει με επαγωγή στο n. 2 Από τις προηγούμενες αποδείξεις, η πρώτη χρησιμοποιεί μόνο τη θεμελιώδη αρχή της Πρότασης 1.2.1 αλλά απαιτεί περισσότερη ευρηματικότητα. Λέμε ότι μια τέτοια απόδειξη βασίζεται στην τεχνική της 1–1 αντιστοιχίας. Η δεύτερη απόδειξη μπορεί να περιγραφεί διαφορετικά ως εξής. Κάθε στοιχείο T ⊆ [n] του An προκύπτει με δύο δυνατούς τρόπους από ένα στοιχείο S ⊆ [n − 1] του An−1 , καθώς μπορούμε να επιλέξουμε αν θα συμπεριλάβουμε το n στο S ή όχι για να πάρουμε το T . Ομοίως, κάθε στοιχείο S του An−1 προκύπτει με έναν από δύο τρόπους από ένα στοιχείο R του An−2 , επιλέγοντας αν θα συμπεριλάβουμε το n − 1 στο R ή όχι και ούτω καθεξής. Τέλος, έχουμε δύο επιλογές (τις ∅ και {1}) για τα στοιχεία του A1 . ΄Ετσι υπάρχουν συνολικά 2n στοιχεία του An . Γενικότερα, αν ένα σύνολο An κατασκευάζεται σε n στάδια, στα οποία κατασκευάζονται διαδοχικά τα σύνολα A1 , A2 , . . . , An , και υπάρχουν θετικοί ακέραιοι m2 , . . . , mn τέτοιοι ώστε στο στάδιο i, κάθε στοιχείο του Ai προκύπτει από κάποιο (οποιοδήποτε) στοιχείο του Ai−1 με mi διαφορετικούς δυνατούς τρόπους, τότε #An = m1 m2 · · · mn , όπου m1 = #A1 . Ο συλλογισμός αυτός λέγεται πολλαπλασιαστική αρχή και εκφράζεται ακριβέστερα στη μεθεπόμενη πρόταση. Η αμέσως επόμενη πρόταση γενικεύει την Πρόταση 1.2.1. Πρόταση 1.2.3 ΄Εστω μια απεικόνιση πεπερασμένων συνόλων f : A → B και m ∈ Z>0 . Αν για κάθε y ∈ B υπάρχουν ακριβώς m το πλήθος x ∈ A με f (x) = y, τότε #A = m · (#B). Απόδειξη. Υπενθυμίζουμε το συμβολισμό f −1 (y) = {x ∈ A : f (x) = y} για y ∈ B. Παρατηρούμε ότι το A γράφεται ως η ένωση [ f −1 (y) A = y∈B

των ξένων ανά δύο υποσυνόλων του της μορφής f −1 (y). Υπάρχουν #B το πλήθος τέτοια υποσύνολα και, σύμφωνα με την υπόθεση της πρότασης, το καθένα από αυτά έχει m στοιχεία. Το ζητούμενο έπεται από την Πρόταση 1.2.2. 2 Παρατηρηση. Η υπόθεση της προηγούμενης πρότασης ότι το σύνολο A είναι πεπερασμένο είναι συνέπεια των υπολοίπων υποθέσεων και συνεπώς μπορεί να παραληθφεί. 2 Πρόταση 1.2.4 (Πολλαπλασιαστική Αρχή) ΄Εστω σύνολα A1 , A2 , . . . , An , θετικοί ακέραιοι m1 , m2 , . . . , mn με #A1 = m1 και απεικονίσεις fi : Ai → Ai−1 για 2 ≤ i ≤ n. Αν για κάθε 2 ≤ i ≤ n και κάθε y ∈ Ai−1 υπάρχουν ακριβώς mi το πλήθος στοιχεία x ∈ Ai με fi (x) = y, τότε #An = m1 m2 · · · mn .

11 Απόδειξη. Εφαρμόζοντας την Πρόταση 1.2.3 στις απεικονίσεις fi : Ai → Ai−1 παίρνουμε #Ai = mi (#Ai−1 ) για 2 ≤ i ≤ n. Επομένως #An = mn (#An−1 ) = mn mn−1 (#An−2 ) = · · · = mn mn−1 · · · m2 (#A1 ) = m1 m2 · · · mn . 2 Παράδειγμα 1.2.2 Για θετικούς ακεραίους i, έστω Ai το σύνολο των υποσυνόλων του [i], όπως στο Παράδειγμα 1.2.1. Για i ≥ 2 έστω η απεικόνιση fi : Ai → Ai−1 με fi (S) = Sr{i} για S ⊆ [i], δηλαδή  S, αν i ∈ /S fi (S) = Sr{i}, αν i ∈ S. Οι υποθέσεις της Πρότασης 1.2.4 ικανοποιούνται με mi = 2 για κάθε i και συνεπώς #An = 2n για κάθε n ∈ N. 2 Παράδειγμα 1.2.3 Με πόσους τρόπους μπορούν να τοποθετηθούν n όμοια πιόνια στα τετράγωνα μιας n×n σκακιέρας, ώστε να μην υπάρχουν δύο ή περισσότερα πιόνια στην ίδια γραμμή ή στήλη (πιόνια με την ιδιότητα αυτή λέγονται μη αλληλεπιτιθέμενα); Παρατηρούμε ότι κάθε γραμμή της σκακιέρας πρέπει να περιέχει ακριβώς ένα πιόνι. ΄Εστω 1, 2, . . . , n οι γραμμές της σκακιέρας, αριθμημένες από πάνω προς τα κάτω. Για 1 ≤ i ≤ n, έστω Ai το σύνολο με στοιχεία τα σύνολα i τετραγώνων της n × n σκακιέρας (τα τετράγωνα στα οποία τοποθετούνται τα πιόνια), ένα σε καθεμιά από τις γραμμές 1, 2, . . . , i και ανά δύο σε διαφορετικές στήλες. ΄Εχουμε #A1 = n και ζητάμε να απαριθμήσουμε τα στοιχεία του An . Για 2 ≤ i ≤ n, έστω fi : Ai → Ai−1 η απεικόνιση για την οποία για x ∈ Ai , το fi (x) είναι το σύνολο που προκύπτει από το x διαγράφοντας το τετράγωνο της γραμμής i που ανήκει στο x. ΄Ενα παράδειγμα δίνεται στο Σχήμα 1.1. Η υπόθεση της Πρότασης 1.2.4 ικανοποιείται με mi = n − i + 1, διότι για κάθε y ∈ Ai−1 υπάρχουν ακριβώς n − i + 1 τετράγωνα της γραμμής i, η στήλη των οποίων δεν περιέχει κανένα από τα i − 1 τετράγωνα του y. Προκύπτει ότι #An = m1 m2 · · · mn = n!. Στο Σχήμα 1.2 απεικονίζονται οι δυνατές τοποθετήσεις για n = 3.

Σχήμα 1.1: Παράδειγμα για την απεικόνιση fi με n = 5 και i = 4. Με απλούστερα λόγια, ο παραπάνω συλλογισμός εκφράζεται ως εξής: Τοποθετούμε τα πιόνια διαδοχικά στις γραμμές 1, 2, . . . , n. Για την πρώτη γραμμή έχουμε

12 n επιλογές, όσα τα τετράγωνα της γραμμής αυτής, για να τοποθετήσουμε το πρώτο πιόνι. Με δεδομένη την επιλογή αυτή, για τη δεύτερη γραμμή έχουμε n − 1 επιλογές για να τοποθετήσουμε το δεύτερο πιόνι, ώστε το τετράγωνο της δεύτερης γραμμής το οποίο βρίσκεται στην ίδια στήλη με το πρώτο πιόνι να μείνει κενό. Για την τρίτη γραμμή έχουμε n − 2 επιλογές και ούτω καθεξής, ενώ για την τελευταία γραμμή μένει μια μοναδική επιλογή. Συνεπώς υπάρχουν συνολικά n(n − 1) · · · 2 · 1 = n! τέτοιες τοποθετήσεις. 2

Σχήμα 1.2: Οι έξι τοποθετήσεις μη αλληλεπιτιθέμενων πιονιών για n = 3. Στο εξής, για λόγους απλότητας, όταν εφαρμόζουμε την πολλαπλασιαστική αρχή θα χρησιμοποιούμε συνήθως επιχειρήματα ανάλογα του δεύτερου επιχειρήματος στο Παράδειγμα 1.2.3, αφήνοντας στον αναγνώστη τη μετάφρασή τους στην ακριβέστερη γλώσσα της Πρότασης 1.2.4. Υπενθυμίζουμε ότι το καρτεσιανό γινόμενο A1 × A2 × · · · × An των συνόλων A1 , A2 , . . . , An είναι το σύνολο που αποτελείται από τις ακολουθίες (a1 , a2 , . . . , an ), με ai ∈ Ai για κάθε i. Πόρισμα 1.2.1 Για πεπερασμένα συνόλα A1 , A2 , . . . , An ισχύει # A1 × A2 × · · · × An =

n Y

#Ai .

i=1

Απόδειξη. Θέτουμε Bi = A1 × A2 × · · · × Ai και mi = #Ai για i ∈ [n], οπότε ζητάμε να δείξουμε ότι #Bn = m1 m2 · · · mn . Για 2 ≤ i ≤ n ορίζουμε την απεικόνιση fi : Bi → Bi−1 θέτοντας fi (x1 , x2 , . . . , xi ) = (x1 , . . . , xi−1 ) για (x1 , x2 , . . . , xi ) ∈ Bi . Παρατηρούμε ότι για κάθε y ∈ Bi−1 υπάρχουν ακριβώς mi το πλήθος στοιχεία x ∈ Bi με fi (x) = y (όσα είναι τα στοιχεία xi ∈ Ai ). Το ζητούμενο έπεται από την Πρόταση 1.2.4. 2 Παραδειγμα. Θέτοντας A1 = · · · = An = {0, 1} στο Πόρισμα 1.2.1 παίρνουμε #{0, 1}n = 2n . 2

13

1.3

Εφαρμογές

Ας εφαρμόσουμε τις αρχές της Παραγράφου 1.2 σε μερικά ακόμη στοιχειώδη προβλήματα απαρίθμησης.

1.3.1

Αναδιατάξεις

΄Εστω πεπερασμένο σύνολο S. Μια ακολουθία (σ1 , σ2 , . . . , σn ) στην οποία κάθε στοιχείο του S εμφανίζεται ακριβώς μία φορά λέγεται αναδιάταξη του S. Για παράδειγμα, το σύνολο [3] = {1, 2, 3} έχει τις εξής έξι αναδιατάξεις: (1, 2, 3), (1, 3, 2), (2, 1, 3), (2, 3, 1), (3, 1, 2) και (3, 2, 1). Μία αναδιάταξη του συνόλου [5] είναι η (4, 2, 5, 1, 3). Πόσες είναι οι αναδιατάξεις του S; Πρόταση 1.3.1 Το πλήθος των αναδιατάξεων ενός συνόλου με n στοιχεία είναι ίσο με n!. Απόδειξη. Υπάρχουν n επιλογές για το στοιχείο σ1 μιας αναδιάταξης (σ1 , σ2 , . . . , σn ) ενός συνόλου S με n στοιχεία. Με αυτό ως δεδομένο, υπάρχουν n−1 επιλογές για το σ2 ∈ S ώστε σ2 6= σ1 , υπάρχουν n − 2 επιλογές για το σ3 ∈ S ώστε σ3 6= σ1 , σ2 και ούτω καθεξής και τελικά υπάρχει μία επιλογή για το σn ∈ S ώστε σn 6= σ1 , . . . , σn−1 . Συνεπώς, από την πολλαπλασιαστική αρχή, υπάρχουν συνολικά n(n − 1) · · · 2 · 1 = n! αναδιατάξεις του S. 2

Σχήμα 1.3: Πέντε μη αλληλεπιτιθέμενα πιόνια. Παρατήρηση 1.3.1 Από την Πρόταση 1.3.1 και το Παράδειγμα 1.2.3 προκύπτει ότι οι αναδιατάξεις του [n] είναι τόσες όσες οι τοποθετήσεις n μη αλληλεπιτιθέμενων ομοίων πιονιών στα τετράγωνα μιας n × n σκακιέρας. Μια απευθείας απόδειξη της παρατήρησης αυτής από τη θεμελιώδη αρχή της Πρότασης 1.2.1 είναι η εξής: ΄Εστω An και Bn τα σύνολα των αναδιατάξεων του [n] και τοποθετήσεων των n πιονιών αντίστοιχα, όπως παραπάνω. Ας αριθμήσουμε γραμμές και στήλες της σκακιέρας ως 1, 2, . . . , n από πάνω προς τα κάτω και από αριστερά προς τα δεξιά. Για σ = (σ1 , σ2 , . . . , σn ) ∈ An , έστω ϕ(σ) η τοποθέτηση στην οποία υπάρχει ένα πιόνι στο

14 τετράγωνο στο οποίο συναντώνται η γραμμή i και στήλη σi για κάθε 1 ≤ i ≤ n. Για n = 3 οι αναδιάταξεις του [3], με τη σειρά που εμφανίζονται στο προηγούμενο παράδειγμα, απεικονίζονται με τη ϕ στις τοποθετήσεις του Σχήματος 1.2. Για n = 5, η αναδιάταξη (2, 5, 1, 3, 4) απεικονίζεται στην τοποθέτηση που φαίνεται στο Σχήμα 1.3. Από τον ορισμό της αναδιάταξης προκύπτει ότι ϕ(σ) ∈ Bn για κάθε σ ∈ An και ότι η απεικόνιση ϕ : An → Bn είναι αμφιμονοσήμαντη. ΄Επεται ότι #An = #Bn . 2 Μια ακολουθία (σ1 , σ2 , . . . , σk ) στοιχείων συνόλου S, στην οποία κάθε στοιχείο του S εμφανίζεται το πολύ μία φορά, θα λέγεται k-αναδιάταξη του S. Για παράδειγμα, οι k-αναδιατάξεις του [3] για k = 2 είναι οι (1, 2), (1, 3), (2, 1), (2, 3), (3, 1) και (3, 2). Για k = 3, μια k-αναδιάταξη του [5] είναι η (2, 5, 1). Προφανώς αν k = #S, τότε οι k-αναδιατάξεις του S ταυτίζονται με τις αναδιατάξεις του S. Κατά συνέπεια, η επόμενη πρόταση γενικεύει την Πρόταση 1.3.1. Πρόταση 1.3.2 ΄Εστω σύνολο S με n στοιχεία. Το πλήθος των k-αναδιατάξεων του S είναι ίσο με n(n − 1) · · · (n − k + 1). Απόδειξη. Σκεπτόμενοι όπως στην απόδειξη της Πρότασης 1.3.1, έχουμε n επιλογές για το στοιχείο σ1 μιας k-αναδιάταξης (σ1 , σ2 , . . . , σk ) του S, n − 1 επιλογές για το σ2 ώστε σ2 6= σ1 και ούτω καθεξής και τελικά n − k + 1 επιλογές για το σk ώστε σk 6= σ1 , . . . , σk−1 . Το ζητούμενο προκύπτει από την πολλαπλασιαστική αρχή. 2 Παραδειγμα. Υπάρχουν 5 · 4 · 3 = 60 διατεταγμένες τριάδες διαφορετικών ανά δύο στοιχείων του [5]. 2

2 4 5

3

1

Σχήμα 1.4: Μια κυκλική αναδιάταξη του [5]. Παράδειγμα 1.3.1 (Κυκλικές αναδιατάξεις) Με πόσους τρόπους μπορούν να καθήσουν κυκλικά σε ένα τραπέζι με n όμοιες θέσεις n ιππότες 1, 2, . . . , n; Θεωρούμε ότι δύο τέτοιοι τρόποι ταυτίζονται αν ο ιππότης i έχει τον ίδιο ιππότη στα δεξιά του στους δύο αυτούς τρόπους για κάθε 1 ≤ i ≤ n. Με άλλα λόγια, ζητάμε να υπολογίσουμε το πλήθος των κυκλικών αναδιατάξεων του [n]. Θα δείξουμε ότι το πλήθος αυτό είναι ίσο με (n − 1)!. ΄Εστω An το σύνολο

15 των αναδιατάξεων και Cn το σύνολο των κυκλικών αναδιατάξεων του [n]. Για σ = (σ1 , . . . , σn−1 ) ∈ An−1 , έστω ϕ(σ) η κυκλική αναδιάταξη του [n] στην οποία (i) για κάθε 2 ≤ i ≤ n − 1, το σi βρίσκεται αμέσως μετά, κατά τη φορά των δεικτών του ρολογιού, από το σi−1 και (ii) το n βρίσκεται ανάμεσα στα σ1 και σn−1 . Για παράδειγμα αν n = 5 και σ = (2, 4, 1, 3), τότε η ϕ(σ) είναι η κυκλική αναδιάταξη του Σχήματος 1.4. Αφήνεται στον αναγνώστη να δείξει ότι η απεικόνιση ϕ είναι αμφιμονοσήμαντη (ποια είναι η αντίστροφή της;) και συνεπώς ότι #Cn = #An−1 = (n − 1)!. 2

1.3.2

Υποσύνολα και συνδυασμοί

΄Εστω σύνολο Ω με n στοιχεία. ΄Ενα υποσύνολο του Ω με k στοιχεία θα λέγεται n k-υποσύνολο του Ω. Συμβολίζουμε με k το πλήθος των k-υποσυνόλων του Ω, τα οποία αναφέρονται και ως συνδυασμοί των στοιχείων του Ω ανά k. Οι ακέραιοι nk  λέγονται διωνυμικοί συντελεστές. Για παράδειγμα έχουμε 42 = 6, διότι υπάρχουν τα εξής έξι διμελή υποσύνολα του συνόλου {a, b, c, d}: {a, b}, {a, c}, {a, d}, {b, c}, {b, d} και {c, d}. Πρόταση 1.3.3 Ισχύει   n n! n(n − 1) · · · (n − k + 1) = , = k k! (n − k)! k! όπου 0! = 1 κατά σύμβαση. Απόδειξη. Συμβολίζουμε με A(n, k) το σύνολο των k-αναδιατάξεων συνόλου Ω με n στοιχεία. Από την Πρόταση 1.3.2 έχουμε #A(n, k) = n(n − 1) · · · (n − k + 1).  Επιπλέον, παρατηρούμε ότι υπάρχουν nk τρόποι να επιλέξουμε το σύνολο S ⊆ Ω των στοιχείων που εμφανίζονται σε μια k-αναδιάταξη σ του Ω και k! τρόποι να αναδιατάξουμε τα στοιχεία του S ώστε να σχηματιστεί η σ. Με το σκεπτικό αυτό, από την Πρόταση 1.2.4 συμπεραίνουμε ότι #A(n, k) = nk · k!. Από τις δύο παραπάνω  ισότητες προκύπτει ότι nk · k! = n(n − 1) · · · (n − k + 1), δηλαδή το ζητούμενο. 2 Η επόμενη πρόταση εξηγεί την ορολογία «διωνυμικοί συντελεστές» που χρησιμοποιήσαμε για τους αριθμούς nk .

Πρόταση 1.3.4 (Διωνυμικό Θεώρημα) Για μεταβλητές x, y που μετατίθενται (δηλαδή xy = yx) ισχύει n   X n k n−k n (x + y) = x y . k k=0

16 Απόδειξη. ΄Εστω μεταβλητές x1 , x2 , . . . , xn και y1 , y2 , . . . , yn που ανά δύο μετατίθενται. Για S ⊆ [n] συμβολίζουμε με xS (αντίστοιχα, με yS ) το γινόμενο των μεταβλητών xi (αντίστοιχα, yi ) για i ∈ S, όπου x∅ = y∅ = 1 κατά σύμβαση. Με επαγωγή στο n βρίσκουμε ότι X (x1 + y1 )(x2 + y2 ) · · · (xn + yn ) = xS yS¯ , S⊆[n]

όπου S¯ = [n]rS. Θέτουμε x1 = · · · = xn = x και y1 = · · · = yn = y στην ισότητα αυτή. Το ζητούμενο προκύπτει παρατηρώντας ότι (x1 + y1 ) · · ·(xn + yn ) = (x + y)n , ότι xS yS¯ = xk y n−k αν #S = k και ότι υπάρχουν ακριβώς nk υποσύνολα S του [n] με #S = k. 2 Πόρισμα 1.3.1 Ισχύουν τα εξής:  n  . (α) nk = n−k  n n−1 (β) k = k + n−1 k−1 για 1 ≤ k ≤ n. Pn n n (γ) k=0 k = 2 .  Pn k n (δ) k=0 (−1) k = 0 για n ≥ 1.

Πρώτη απόδειξη. Από το Διωνυμικό Θεώρημα παίρνουμε n   n   X X n k n−k n k n−k x y = (x + y)n = (y + x)n = y x k k k=0 k=0  n  X n = xk y n−k . n−k k=0

Εξισώνοντας τους συντελεστές του xk y n−k στην πρώτη και τελευταία έκφραση της παραπάνω αλυσίδας ισοτήτων προκύπτει το (α). Ομοίως, χρησιμοποιώντας το Διωνυμικό Θεώρημα και την ισότητα (x + y)n = (x + y)n−1 (x + y), βρίσκουμε ότι n   X n k n−k x y = (x + y)n = (x + y)n−1 (x + y) k k=0 n−1 X n − 1 = (y + x) xk y n−k−1 k k=0

=

n−1 X

 n−1 X n − 1 n − 1 k n−k x y + xk+1 y n−k−1 k k

=

n−1 X

 n  X n − 1 k n−k n − 1 k n−k x y + x y k k−1

k=0

k=0

k=0



k=1

17 και συμπεραίνουμε, όπως προηγουμένως, ότι ισχύει το (β). Τα (γ) και (δ) προκύπτουν από το Διωνυμικό Θεώρημα θέτοντας x = y = 1 και x = −y = 1, αντίστοιχα. Τα (α) και (β) προκύπτουν επίσης από τον τύπο της Πρότασης 1.3.3. 2 Δεύτερη απόδειξη. Η παρακάτω απόδειξη παρακάμπτει το Διωνυμικό Θεώρημα και βασίζεται στις θεμελιώδεις αρχές απαρίθμησης (Προτάσεις 1.2.1 και 1.2.2). (α) Η απεικόνιση που στέλνει ένα k-υποσύνολο S του [n] στο συμπλήρωμά του [n]rS στο σύνολο [n] είναι 1–1 αντιστοιχία από το σύνολο των k–υποσυνόλων του [n] σε εκείνο των (n − k)-υποσυνόλων του [n]. ΄Επεται το (α).

(β) Παρατηρούμε ότι το πλήθος των k-υποσυνόλων S του [n] με n ∈ / S είναι ίσο με  n−1 και ότι το πλήθος των k-υποσυνόλων S του [n] με n ∈ S είναι ίσο με n−1 k k−1 . Αφού για κάθε k-υποσύνολο S του [n] έχουμε είτε n ∈ / S είτε n ∈ S, η ζητούμενη σχέση προκύπτει από τα προηγούμενα και την Πρόταση 1.2.2. (γ) Το άθροισμα στο αριστερό μέλος της προτεινόμενης ισότητας απαριθμεί το σύνολο των υποσυνόλων του [n] με τυχαίο πλήθος στοιχείων. Συνεπώς (Παράδειγμα 1.2.2) ισούται με 2n . (δ) Η προτεινόμενη ισότητα γράφεται ως         n n n n + + ··· = + + ··· 0 2 1 3 ή, ισοδύναμα, ως #An = #Bn , όπου An (αντίστοιχα, Bn ) είναι το σύνολο των υποσυνόλων του [n] με άρτιο (αντίστοιχα, περιττό) πλήθος στοιχείων. Συνεπώς αρκεί να βρούμε μια 1–1 αντιστοιχία ϕ : An → Bn . Μια τέτοια είναι η απεικόνιση ϕ : An → Bn που ορίζεται θέτοντας  Sr{n}, αν n ∈ S ϕ(S) = S ∪ {n}, αν n ∈ /S για S ∈ An . Η αντίστροφη της ϕ είναι η απεικόνιση ψ : Bn → An με  T r{n}, αν n ∈ T ψ(T ) = T ∪ {n}, αν n ∈ /T για T ∈ Bn . Για παράδειγμα για n = 4, η ϕ είναι η απεικόνιση ∅ 7→ {4} {1, 2} 7→ {1, 2, 4} {1, 3} 7→ {1, 3, 4} {2, 3} 7→ {2, 3, 4}

{1, 4} 7→ {1} {2, 4} 7→ {2} {3, 4} 7→ {3} {1, 2, 3, 4} 7→ {1, 2, 3}. 2

18 Παρατηρηση. Το Πόρισμα 1.3.1 παραθέτει κάποιες ισότητες της μορφής a = b, τα μέλη a, b των οποίων μπορούν να ερμηνευθούν συνδυαστικά. Οι αποδείξεις που δώσαμε ακολουθούν δύο βασικές μεθοδολογίες για την απόδειξη τέτοιων ισοτήτων. Η πρώτη εκφράζει τα a, b ως τους συντελεστές ενός μονωνύμου στα δύο μέλη μιας αλγεβρικής ισότητας μεταξύ δύο πολυωνύμων και η δεύτερη ως τους πληθάριθμους δύο συνόλων μεταξύ των οποίων δίνεται μια 1–1 αντιστοιχία (ή ως τον πληθάριθμο ενός συνόλου, χρησιμοποιώντας δύο διαφορετικόυς τρόπους για την απαρίθμηση των στοιχείων του). Περαιτέρω παραδείγματα στα οποία εφαρμόζονται αυτές οι μέθοδοι εμφανίζονται στις ασκήσεις του κεφαλαίου. 2 Κλείνουμε την παράγραφο αυτή με την εξής γενίκευση της Πρότασης 1.3.3. ΄Εστω S σύνολο με r στοιχεία x1 , x2 , . . . , xr και έστω T η συλλογή που αποτελείται από ni αντίτυπα του xi για κάθε i. Αναδιάταξη της T λέγεται μία ακολουθία (σ1 , σ2 , . . . , σn ) μήκους n = n1 + · · · + nr στην οποία για κάθε 1 ≤ i ≤ r, το στοιχείο xi εμφανίζεται ακριβώς ni φορές. Για παράδειγμα, μια αναδιάταξη της συλλογής {x, x, x, y, z, z} είναι η (x, y, x, z, z, x). Πρόταση 1.3.5 ΄Εστω σύνολο με r στοιχεία x1 , x2 , . . . , xr . Το πλήθος των αναδιατάξεων της συλλογής που αποτελείται από ni αντίτυπα του xi για κάθε i είναι ίσο με n! , n1 ! n2 ! · · · nr ! όπου n = n1 + n2 + · · · + nr .

Απόδειξη. ΄Εστω σ = (σ1 , σ2 , . . . , σn ) μια τέτοια αναδιάταξη και για 1 ≤ i ≤ r, έστω Si το σύνολο των θέσεων της σ στις οποίες εμφανίζεται το xi , δηλαδή Si ={j : σj = xi }. Από την υπόθεση έχουμε #Si = ni για κάθε i. Συνεπώς υπάρχουν nn1 επιλογές  1 για το S1 , υπάρχουν n−n επιλογές για το S2 , αφού αυτό είναι n2 -υποσύνολο του n2 [n]rS1 και ούτω καθεξής, οπότε συνολικά υπάρχουν      n n − n1 n − n1 − · · · − nr−1 n! ··· = n1 n2 nr n1 ! n2 ! · · · nr ! επιλογές για τη σ.

1.3.3

2

Συνθέσεις ακεραίων

΄Εστω n θετικός ακέραιος. Σύνθεση (composition), ή διατεταγμένη διαμέριση, του n λέγεται μια ακολουθία ρ = (r1 , r2 , . . . , rk ) με στοιχεία θετικούς ακεραίους που έχουν άθροισμα n. Οι ακέραιοι ri λέγονται μέρη της ρ. Η σύνθεση ρ παριστάνεται και ως r1 + r2 + · · · + rk .

19 Παραδειγμα. Οι συνθέσεις του n = 4 είναι οι (4) (3, 1)

(1, 3) (2, 2)

(2, 1, 1) (1, 2, 1)

(1, 1, 2) (1, 1, 1, 1).

(1.1)

Ο ακέραιος n = 5 έχει συνολικά 16 συνθέσεις, από τις οποίες τρία μέρη έχουν οι (3, 1, 1), (1, 3, 1), (1, 1, 3), (2, 2, 1), (2, 1, 2) και (1, 2, 2). Για n = 1, 2, 3 το πλήθος των συνθέσεων του n είναι ίσο με 1, 2, 4, αντίστοιχα. 2 Πρόταση 1.3.6 Το πλήθος των συνθέσεων του n είναι ίσο με 2n−1 . Το πλήθος των συνθέσεων του n με k μέρη είναι ίσο με n−1 k−1 . Απόδειξη. ΄Εστω An το σύνολο των συνθέσεων του n και έστω Bn το σύνολο των υποσυνόλων του [n − 1]. Για ρ = (r1 , r2 , . . . , rk ) ∈ An θέτουμε ϕ(ρ) = {r1 , r1 + r2 , . . . , r1 + r2 + · · · + rk−1 }. Για παράδειγμα, αν n = 8 και ρ = (3, 1, 2, 2), τότε ϕ(ρ) = {3, 4, 6}. Από την υπόθεση ότι οι r1 , r2 , . . . , rk είναι θετικοί ακέραιοι με άθροισμα n προκύπτει ότι ϕ(ρ) ∈ Bn . Εύκολα επαληθεύει κανείς ότι η απεικόνιση ϕ : An → Bn είναι αμφιμονοσήμαντη, με αντίστροφη την απεικόνιση ψ : Bn → An με ψ(S) = (s1 , s2 − s1 , . . . , n − sk−1 ) για κάθε υποσύνολο S = {s1 , s2 , . . . , sk−1 } του [n − 1] με s1 < s2 < · · · < sk−1 . Από την Πρόταση 1.2.1 και το Παράδειγμα 1.2.1 συμπεραίνουμε ότι #An = #Bn = 2n−1 . Παρατηρούμε επίσης ότι η σύνθεση ρ ∈ An έχει k μέρη αν και μόνο αν το σύνολο ϕ(ρ) έχει k − 1 στοιχεία. Κατά συνέπεια, η ϕ περιορίζεται σε μια αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση από το σύνολο των συνθέσεων του n με k μέρη στο σύνολο των (k − 1) υποσυνόλων του [n − 1]. ΄Αρα, το πλήθος των συνθέσεων αυτών είναι ίσο με n−1 k−1 . 2 Παραδειγμα. Με την αντιστοιχία ϕ της προηγούμενης απόδειξης για n = 4, οι οκτώ συνθέσεις (1.1) του 4 απεικονίζονται στα υποσύνολα ∅ {3}

{1} {2}

{2, 3} {1, 3}

{1, 2} {1, 2, 3}

του [3], αντίστοιχα.

1.3.4

2

Συνδυασμοί με επανάληψη

 Ο διωνυμικός συντελεστής nk μπορεί να ερμηνευθεί ως το πλήθος των διανυσμάτων (a1 , a2 , . . . , an ) ∈ {0, 1}n με a1 + a2 + · · · + an = k. Το πλήθος των διανυσμάτων

20 (a1 , a2 , . . . , an ) ∈ Nn με a1 + a2 + · · · + an = k αναφέρεται ως το πλήθος των συνδυασμών με επανάληψη k από n αντικείμενα x1 , x2 , . . . , xn και συμβολίζεται με   n n . Ο ακέραιος μπορεί να ερμηνευθεί συνδυαστικά με ποικίλους τρόπους, για k k παράδειγμα ως: ◦ το πλήθος των μονωνύμων της μορφής xa11 xa22 · · · xann βαθμού k σε n μεταβλητές x1 , x2 , . . . , xn (όπου ο βαθμός του xa11 xa22 · · · xann ορίζεται ως το άθροισμα a1 + a2 + · · · + an ), ◦ το πλήθος των τρόπων με τους οποίους k όμοια αντικείμενα μπορούν να μοιραστούν σε n διακεκριμένους αποδέκτες (όπου είναι δυνατόν κάποιοι από τους αποδέκτες να μη λάβουν κανένα από τα αντικείμενα αυτά). ◦ το πλήθος των διανυσμάτων (i1 , i2 , . . . , ik ) με ακέραιες συντεταγμένες για τα οποία ισχύει 1 ≤ i1 ≤ · · · ≤ ik ≤ n.  Για παράδειγμα, έχουμε 32 = 6 αφού υπάρχουν οι έξι τριάδες (2, 0, 0), (1, 1, 0), (1, 0, 1), (0, 2, 0), (0, 1, 1) και (0, 0, 2) φυσικών αριθμών με άθροισμα συντεταγμένων ίσο με 2, με αντίστοιχα μονώνυμα τα x21 , x1 x2 , x1 x3 , x22 , x2 x3 και x23 και αντίστοιχα διανύσματα (i1 , i2 ) τα (1, 1), (1, 2), (1, 3), (2, 2), (2, 3) και (3, 3). Πρόταση 1.3.7 Για μη αρνητικούς ακεραίους n, k ισχύει       n n+k−1 = . k k

(1.2)

Απόδειξη. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι n ≥ 1. Συμβολίζουμε με A(n, k) το σύνολο των διανυσμάτων (a1 , a2 , . . . , an ) ∈ Nn με a1 + a2 + · · · + an = k. Παρατηρούμε ότι αν x = (a1 , a2 , . . . , an ) ∈ A(n, k) και bi = ai + 1 για κάθε i, τότε τα bi είναι θετικοί ακέραιοι με άθροισμα b1 + b2 + · · · + bn = n + k. Επομένως, το διάνυσμα ϕ(x) = (b1 , b2 , . . . , bn ) είναι σύνθεση του n + k με n μέρη. Παρατηρούμε ακόμη ότι για τυχαία σύνθεση y = (b1 , b2 , . . . , bn ) του n + k υπάρχει μοναδικό x ∈ A(n, k) με ϕ(x) = y, συγκεκριμένα το διάνυσμα x = (a1 , a2 , . . . , an ) με ai = bi − 1 για κάθε 1 ≤ i ≤ n. Συνεπώς, έχουμε ορίσει μια 1–1 αντιστοιχία ϕ από το A(n, k) στο σύνολο των συνθέσεων του n + k με n μέρη. Το ζητούμενο έπεται από τις Προτάσεις 1.2.1 και 1.3.6 και από το μέρος (α) του Πορίσματος 1.3.1. 2 Παραδειγμα. Με την αντιστοιχία της προηγούμενης απόδειξης για n = 3 και k = 2, οι τριάδες (2, 0, 0), (1, 1, 0), (1, 0, 1), (0, 2, 0), (0, 1, 1) και (0, 0, 2) απεικονίζονται στις συνθέσεις (3, 1, 1), (2, 2, 1), (2, 1, 2), (1, 3, 1), (1, 2, 2) και (1, 1, 3) του 5, αντίστοιχα. 2

21

1.4

Η αρχή εγκλεισμού-αποκλεισμού

Για πεπερασμένα σύνολα A, B έχουμε #(A ∪ B) = #A + #B − #(A ∩ B)

(1.3)

# (S − A ∪ B) = #S − #A − #B + #(A ∩ B)

(1.4)

και συνεπώς

για υποσύνολα A, B πεπερασμένου συνόλου S. Υπάρχουν ανάλογοι τύποι για τρία ή περισσοτέρα σύνολα; Η παρακάτω αρχή, η οποία αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της απαριθμητικής συνδυαστικής, δίνει απάντηση σε αυτό το ερώτημα και γενικεύει τις παραπάνω ισότητες, καθώς και την Πρόταση 1.2.2. Θεώρημα 1.4.1 (Αρχή Εγκλεισμού-Αποκλεισμού) Για υποσύνολα A1 , A2 , . . . , An πεπερασμένου συνόλου S ισχύει ! n n [ X X Ai (−1)k #(Ai1 ∩ · · · ∩ Aik ) # S− = i=1

1≤i1 0 που ορίζεται με αυτόν τον τρόπο είναι γνωστή ως η αριθμοθεωρητική συνάρτηση του Euler.

28. Για 0 ≤ k ≤ n, έστω f (n, k) το πλήθος των αναδιατάξεων του [n] οι οποίες έχουν ακριβώς k σταθερά σημεία. Δείξτε ότι  (α) f (n, k) = nk Dn−k , Pn (β) f (n, k) = n! για κάθε n ≥ 1, Pk=0 n (γ) kf (n, k) = n! για κάθε n ≥ 1, Pk=0 n (δ) k=0 k(k − 1)f (n, k) = n! για κάθε n ≥ 2. 29. ΄Εστω Dn το πλήθος των αναδιατάξεων του [n] χωρίς σταθερά σημεία. Δείξτε ότι (α) Dn = nDn−1 + (−1)n για κάθε n ≥ 1, (β) Dn = (n − 1)(Dn−1 + Dn−2 ) για κάθε n ≥ 2,     (γ) n0 Dn + n1 Dn−1 + n2 Dn−2 + · · · + nn D0 = n! για κάθε n ∈ N,

όπου D0 = 1.

30. ΄Εστω Xn = {1, −1, 2, −2, . . . , n, −n} και έστω Ωn το σύνολο των αμφιμονοσήμαντων απεικονίσεων σ : Xn → Xn που έχουν την ιδιότητα σ(−i) = −σ(i) για 1 ≤ i ≤ n. Συμβολίζουμε με g(n) το πλήθος των στοιχείων του Ωn και με f (n) το πλήθος των στοιχείων σ του Ωn για τα οποία ισχύει σ(i) 6= i για 1 ≤ i ≤ n. (α) Δείξτε ότι g(n) = 2n n! για κάθε n ≥ 1. (β) Δείξτε ότι   n X k n f (n) = (−1) 2n−k (n − k)! k k=0

για κάθε n ≥ 1.

(γ) Συνάγετε ότι lim

n→∞

f (n) = e−1/2 . g(n)

(1.9)

31 31. ΄Εστω ακέραιοι 0 ≤ k ≤ 2n. Απαριθμώντας τα στοιχεία ενός συνόλου με δύο διαφορετικούς τρόπους, δείξτε ότι n X i=0

32.

    0, n 2n − 2i (−1) = 22n−k i k i

n k−n

 αν k < n, , διαφορετικά.

(1.10)

(α) Δίνονται n ευθείες στο επίπεδο οι οποίες ανά δύο δεν είναι παράλληλες και ανά τρεις δε διέρχονται από το ίδιο  σημείο. Δείξτε ότι οι ευθείες αυτές n χωρίζουν το επίπεδο σε 1 + n + 2 περιοχές. (β) Δίνονται n επίπεδα στο χώρο τα οποία ανά δύο δεν είναι παράλληλα, ανά τρία τέμνονται σε ένα ακριβώς σημείο και ανά τέσσερα δε διέρχονται από το ίδιο σημείο. Δείξτε ότι τα επίπεδα αυτά χωρίζουν το χώρο σε n n 1 + n + 2 + 3 περιοχές.

32

Υποδείξεις - Λύσεις 1. (α) Συνολικά υπάρχουν 210 υποσύνολα του {1, 2, . . . , 10}. Από αυτά, τα υποσύνολα που δεν περιέχουν κανένα άρτιο αριθμό, δηλαδή τα υποσύνολα του {1, 3, 5, 7, 9}, είναι σε πλήθος 25 . Συνεπώς, από την προσθετική αρχή, υπάρχουν 210 − 25 = 1024 − 32 = 992 υποσύνολα του {1, 2, . . . , 10} που περιέχουν τουλάχιστον έναν άρτιο αριθμό. (β) ΄Εστω {A1 , A2 , A3 , A4 } το σύνολο των ανδρών. Υπάρχουν έξι επιλογές γυναικών για τον A1 και κατόπιν πέντε επιλογές για τον A2 , τέσσερις επιλογές για τον A3 και τρεις επιλογές για τον A4 . Συνεπώς η διαδικασία μπορεί να γίνει συνολικά με 6 · 5 · 4 · 3 = 360 τρόπους. (γ) ΄Εχουμε να αναδιατάξουμε τρία Δ, δύο Α, ένα Ε, ένα Κ και ένα Ω. Σύμφωνα με την Πρόταση 1.3.5, αυτό μπορεί να γίνει συνολικά με 8! / 3! 2! 1! 1! 1! = 3360 τρόπους. 2. Το (α) αφήνεται στον αναγνώστη. Για το (β) παρατηρούμε, χρησιμοποιώντας το Παράδειγμα 1.2.1, ότι υπάρχουν ακριβώς 2n − 1 μη κενά υποσύνολα του [n]. Επίσης, για 1 ≤ k ≤ n, ακριβώς 2k−1 από αυτά (όσα τα υποσύνολα του [k − 1]) έχουν μέγιστο στοιχείο το k. Από την προσθετική Pn αρχή έπεται ότι το πλήθος των μη κενών υποσυνόλων του [n] είναι επίσης ίσο με k=1 2k−1 . 3. ΄Εστω m το πλήθος των διαγωνίων κυρτού πολυγώνου Π με n κορυφές και έστω S το σύνολο των ζευγών (κ, δ), όπου κ είναι κορυφή του Π, δ είναι διαγώνιος του Π και η κ είναι άκρο της δ. ΄Εχουμε #S = n(n − 3), διότι από κάθε κορυφή του Π διέρχονται n − 3 διαγώνιοι και #S = 2m, διότι κάθε διαγώνιος έχει δύο άκρα. ΄Αρα, m = n(n − 3)/2.

4. Μια τέτοια διάταξη προκύπτει επιλέγοντας πρώτα k από τις m γραμμές της σκακιέρας   n με m τρόπους, επιλέγοντας έπειτα k από τις n στήλες με τρόπους και τοποθεk k τώντας τέλος τα k πιόνια στα τετράγωνα της k × k υποσκακιέρας που σχηματίστηκε από τις γραμμές και στήλες που επιλέξαμε, ανά δύο όχι στην ίδια γραμμή ή στήλη, με n k! τρόπους. Συνεπώς υπάρχουν συνολικά k! m k k τέτοιες διατάξεις.

5. Επιλέγουμε διαδοχικά τα στοιχεία σn , σn−1 , . . . , σ1 , σn+1 , . . . , σ2n της αναδιάταξης. Υπάρχει η μοναδική επιλογή σn = 2n για το σn , υπάρχουν δύο επιλογές για το σn−1 ώστε σn−1 ∈ {2n − 2, 2n − 1, 2n}r{σ2n }, υπάρχουν τρεις επιλογές για το σn−2 ώστε σn−2 ∈ {2n − 4, 2n − 3, 2n − 2, 2n − 1, 2n}r{σn−1 , σn } και ούτω καθεξής. Με δεδομένες τις επιλογές των σ1 , σ2 , . . . , σn βρίσκουμε διαδοχικά ότι υπάρχουν n επιλογές για το σn+1 ώστε σn+1 ∈ [2n]r{σ1 , . . . , σn }, υπάρχουν n − 1 επιλογές για το σn+2 και ούτω καθεξής. Από την πολλαπλασιαστική αρχή προκύπτει ότι υπάρχουν 1 · 2 · · · n · n · (n − 1) · · · 1 = (n!)2 αναδιατάξεις του [2n] με τις επιθυμητές ιδιότητες. 6. (α) Κάθε τέτοιο τετράγωνο x καθορίζεται πλήρως από το μήκος k των πλευρών του και τη νοτιοδυτική του κορυφή, η οποία είναι τυχαίο στοιχείο του [n−k]×[n−k]. Συνεπώς υπάρχουν (n − k)2 τέτοια τετράγωνα με πλευρά μήκους k και 12 + 22 + · · ·+ (n − 1)2 = n(n − 1)(2n − 1)/6 τετράγωνα συνολικά. (β) ΄Εστω An το σύνολο των τετραγώνων με κορυφές στο [n] × [n] ⊂ Z2 και Bn το σύνολο των τετραγώνων του An με πλευρές παράλληλες προς τους άξονες. Για x ∈ An έστω f (x) το μικρότερο τετράγωνο του Bn που περιέχει το x. ΄Ενα παράδειγμα

33

Σχήμα 1.6: ΄Ενα πλάγιο τετράγωνο x ∈ A6 και το f (x) ∈ B6 . με n = 6 απεικονίζεται στο Σχήμα 1.6. Για 1 ≤ k ≤ n − 1, όπως δείξαμε στο ερώτημα (α), υπάρχουν (n− k)2 τετράγωνα y ∈ Bn με πλευρά μήκους k. Παρατηρώντας ότι για κάθε τετράγωνο y ∈ Bn με πλευρά μήκους k υπάρχουν ακριβώς k τετράγωνα x ∈ An με f (x) = y, προκύπτει ότι n−1 X

#An =

k=1

(n − k)2 · k =

n−1 X k=1

k 2 (n − k) =

n2 (n2 − 1) . 12

7. Θα δείξουμε ότι το ζητούμενο πλήθος είναι ίσο με 2n−1 για κάθε n. Συμβολίζουμε με An το σύνολο των μονότροπων αναδιατάξεων του [n] και με Bn το σύνολο όλων των υποσυνόλων του [n − 1]. Για σ = (σ1 , σ2 , . . . , σn ) ∈ An , θεωρούμε το μοναδικό δείκτη 1 ≤ j ≤ n για τον οποίο ισχύει σj = n και θέτουμε ϕ(σ) = {σ1 , . . . , σj−1 }. Για παράδειγμα, αν n = 6 και σ = (1, 2, 5, 6, 4, 3), τότε ϕ(σ) = {1, 2, 5}. Παρατηρούμε ότι ϕ(σ) ∈ Bn για κάθε σ ∈ An , οπότε έχουμε ορίσει μια απεικόνιση ϕ : An → Bn . Παρατηρούμε επίσης ότι για κάθε σύνολο S ∈ Bn υπάρχει μοναδική αναδιάταξη σ ∈ An με ϕ(σ) = S, συγκεκριμένα αυτή που προκύπτει παραθέτοντας τα στοιχεία του S σε αύξουσα διάταξη, έπειτα το n και έπειτα τα υπόλοιπα στοιχεία του [n] σε φθίνουσα διάταξη. Για παράδειγμα, αν n = 6 και S = {1, 4}, τότε σ = (1, 4, 6, 5, 3, 2). Από τα προηγούμενα συμπεραίνουμε ότι η απεικόνιση ϕ είναι αμφιμονοσήμαντη και επομένως ότι #An = #Bn = 2n−1 για κάθε θετικό ακέραιο n. 8. Το (α) αφήνεται στον αναγνώστη. Για το (β) απαριθμήστε τα ζεύγη (S, T ), όπου S είναι i-υποσύνολο του [n] και T είναι j-υποσύνολο του [n] ξένο προς το S. 9. ΄Εχουμε n k  n k+1



και συνεπώς Συνεπώς

n k





n! (k + 1)!(n − k − 1)! k+1 = k!(n − k)! n! n−k

= n k+1



αν και μόνο αν k + 1 ≤ n − k, δηλαδή k ≤ (n − 1)/2.

      n n n ≤ ≤ ··· ≤ . 0 1 ⌊(n + 1)/2⌋

Η ισότητα ισχύει μόνο για k = (n − 1)/2 (οπότε ο n πρέπει να είναι περιττός).

(1.11)

34 10. (α)     n n! (n − 1)! n−1 k = k = n = n . k k!(n − k)! (k − 1)!(n − k)! k−1 (β) Από το (α) έχουμε     n n n−1 X X X n − 1 n n−1 k = n = n = n 2n−1 . k k−1 i i=0

k=0

k=1

 P (γ) Από το Διωνυμικό Θεώρημα με y = 1 παίρνουμε (x + 1)n = nk=0 nk xk . Παραγωγίζοντας ως προς x και θέτοντας x = 1 στο αποτέλεσμα, προκύπτει η ζητούμενη ταυτότητα. (δ) ΄Εστω m το πλήθος των επιτροπών που μπορούν να δημιουργηθούν από n φοιτητές, μεένα μέλος στη θέση του προέδρου. Μπορούμε να επιλέξουμε την επιτροπή E με n ≤ n) και να επιλέξουμε ένα μέλος της E ως k τρόπους, αν αυτή έχει k μέλη (1 ≤ k P πρόεδρο με k τρόπους. Επομένως m = nk=1 k nk . Επίσης, μπορούμε να επιλέξουμε πρώτα τον πρόεδρο με n τρόπους και έπειτα να επιλέξουμε τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής με 2n−1 τρόπους (όσα τα υποσύνολα ενός συνόλου με n − 1 στοιχεία). Επομένως m = n2n−1 . 11. Ακολουθείστε το σκεπτικό της λύσης της ΄Ασκησης 10 και χρησιμοποιήστε την ταυτότητα         n n n n + + ··· = + + · · · = 2n−1 0 2 1 3 που έπεται από P τα μέρη (γ) και (δ) της Πρόταση 1.3.1. Για τοP(β), παραγωγίζοντας  την (x + 1)n = nk=0 nk xk συμπεράνετε ότι nx(x + 1)n−1 = nk=0 k nk xk και ότι ⌊n/2⌋

nx(x + 1)n−1 − nx(1 − x)n−1 = 4 ·

X

k=0

k



 n x2k 2k

και θέστε x = 1 στην προηγούμενη ισότητα. Για το (γ) γράψτε τη ζητούμενη ταυτό P⌊n/2⌋ n τητα ως k=0 2k 2k = n2n−2 .

12. (α) ΄Εχουμε

 n  X n+m k=0

k

xk

= (x + 1)n+m = (x + 1)n (x + 1)m

=

n   X n i x i i=0

!

 m   X m  xj  . j j=0

Η προτεινόμενη ισότητα προκύπτει εξισώνοντας τους συντελεστές του xk στο πρώτο και το τελευταίο μέλος της προηγούμενης αλυσίδας ισοτήτων. (β) ΄Εστω S και T σύνολα ξένα μεταξύ τους με n και mστοιχεία, αντίστοιχα. Το πλήθος των k-υποσυνόλων του S ∪ T είναι ίσο με n+m . ΄Ενα τέτοιο υποσύνολο k

35  είναι ίσο με την ένωση ενός i-υποσυνόλου του S, το οποίο μπορεί να επιλεγεί με ni m τρόπους, και ενός (k − i)-υποσυνόλου του T , το οποίο μπορεί να επιλεγεί με k−i τρόπους, για κάποιο 0 ≤ i ≤ k. Συνεπώς το πλήθος των k-υποσυνόλων του S ∪ T είναι επίσης ίσο με το προτεινόμενο άθροισμα. 13. Χρησιμοποιώντας τις Ασκήσεις 10 (α) και 12 βρίσκουμε ότι n−1 X k=0

   n+1 n n−1 k+1 k k

n−1 X

   n−1 X n − 1n + 1 n+1 n−1 = = k+1 k k n−k k=0 k=0   2n = . n

Διαιρώντας με n + 1 προκύπτει η ζητούμενη ισότητα.    14. (α) Χρησιμοποιούμε τη σχέση nk = n−1 + n−1 k k−1 και επαγωγή στο n, με το k σταθερό.  (β) Γνωρίζουμε ότι nk είναι το πλήθος των k-υποσυνόλων S του [n]. Αρκεί να παρατηρήσουμε ότι αν m είναι το μέγιστο στοιχείο του S, τότε k ≤ m ≤ n και ότι υπάρχουν m−1 k−1 k-υποσύνολα του [n] με μέγιστο στοιχείο το m.    n−1 n και επαγωγή στο m, με το n + m−1 15. (α) Προκύπτει από τη σχέση m = n−1 m σταθερό.  (β) Παρατηρούμε ότι ο ακέραιος (−1)k nk είναι ίσος με το συντελεστή του xm στο πολυώνυμο (1 − x)n xm−k . Επομένως, το αριστερόP μέλος της προτεινόμενης ισότητας n m−k είναι ίσο με το συντελεστή του xm στο άθροισμα m . ΄Ομως k=0 (1 − x) x m X

k=0

(1 − x)n xm−k

1 − xm+1 = (1 − x)n−1 (1 − xm+1 ) 1−x

=

(1 − x)n

=

(1 − x)n−1 − xm+1 p(x)

m για κάποιο πολυώνυμο p(x).  Συνεπώς ο συντελεστής του x στο παραπάνω άθροισμα m n−1 είναι ίσος με (−1) m , όπως το θέλαμε. Μια ακόμη λύση, που χρησιμοποιεί μόνο τις βασικές αρχές απαρίθμησης, μπορεί να δοθεί γενικεύοντας τη δεύτερη απόδειξη του μέρους (δ) του Πορίσματος 1.3.1 (για τις λεπτομέρειες δείτε, για παράδειγμα, την Παράγραφο 1.3.2 του [2]).

16. (α) Υπολογίζουμε ότι (1 + x)2n

= (1 + 2x + x2 )n = (1 + x(x + 2))n n   i   n   X X n i n i X i i−j j i x 2 x = x (x + 2) = j i i i=0 i=0 j=0

n X i    X n i i−j i+j = 2 x . i j i=0 j=0

36 Η ζητούμενη ταυτότητα προκύπτει εξισώνοντας τους συντελεστές του xk στα δύο ακραία μέλη της προηγούμενης αλυσίδας ισοτήτων. (β) Θεωρούμε το σύνολο {1, −1,  2, −2, . . . , n, −n}. Το πλήθος των k-υποσυνόλων του συνόλου αυτού είναι ίσο με 2n k . Τα υποσύνολα αυτά μπορούν να απαριθμηθούν και ως εξής. Επιλέγουμεπρώτα το σύνολο T των ακεραίων j ∈ {1, 2, . . . , n} με {j, −j}∩S 6= ∅. Υπάρχουν ni τέτοιες επιλογές, όπου i είναι το πλήθος των στοιχείων του T . Παρατηρούμε τώρα ότι αφού το Sέχει k στοιχεία, υπάρχουν k − i στοιχεία j ∈ T με i {j, −j} ⊆ S. ΄Αρα υπάρχουν k−i επιλογές για τα στοιχεία αυτά και 22i−k επιλογές για τα υπόλοιπα 2i − k στοιχεία του S. Επομένως, το πλήθος των k-υποσυνόλων που ζητάμε να απαριθμήσουμε είναι ίσο με το δεξιό μέλος της προτεινόμενης ισότητας.  τέτοια υποσύνολα. Πράγματι, αν το S = {a1 , a2 , . . . , ak } ⊆ [n], 17. Υπάρχουν n−k+1 k έστω με a1 < a2 < · · · < ak , δεν περιέχει δύο διαδοχικούς ακεραίους, τότε 1 ≤ a1 < a2 − 1 < a3 − 2 < · · · < ak − k + 1 ≤ n − k + 1 και συνεπώς το σύνολο T = {a1 , a2 − 1, . . . , ak − k + 1} είναι k-υποσύνολο του [n − k + 1]. Για παράδειγμα αν n = 20, k = 6 και S = {2, 5, 10, 12, 17, 19}, τότε T = {2, 4, 8, 9, 13, 14}. Κάθε k-υποσύνολο του [n−k +1] προκύπτει ακριβώς μία φορά με αυτόν τον τρόπο: το T = {b1 , b2 , . . . , bk } με 1 ≤ b1 < b2 < · · · < bk ≤ n − k + 1 προκύπτει από το S = {b1 , b2 + 1, . . . , bk + k − 1}. Συμπεραίνουμε ότι το πλήθος των k-υποσυνόλων του [n] που δεν περιέχουν δύο διαδοχικούς ακεραίους είναι ίσο με το  πλήθος των k-υποσυνόλων του [n − k + 1], δηλαδή με n−k+1 . k

18. (α) Υπάρχουν ακριβώς 3n τέτοια ζεύγη (A, B). Πράγματι, για A, B ⊆ {1, 2, . . . , n} έχουμε A ∩ B = ∅ αν και μόνο αν για κάθε 1 ≤ i ≤ n ισχύει ακριβώς ένα από τα παρακάτω: i ∈ A και i ∈ / B, i∈ / A και i ∈ B, i∈ / A και i ∈ / B.

Τα σύνολα A και B καθορίζονται πλήρως επιλέγοντας ένα από τα παραπάνω τρία ενδεχόμενα για κάθε i. Π.χ. αν n = 4 και 1 ∈ / A, 1 ∈ B, 2 ∈ / A, 2 ∈ / B, 3 ∈ A, 3 ∈ / B, 4 ∈ / A και 4 ∈ B, τότε A = {3} και B = {1, 4}. ΄Εχουμε τρεις επιλογές για κάθε 1 ≤ i ≤ n και επομένως υπάρχουν 3n επιλογές για το ζεύγος (A, B) ώστε A ∩ B = ∅. (γ) Σκεπτόμενοι όπως στο (α), βρίσκουμε ότι για κάθε 1 ≤ i ≤ n υπάρχουν 2k − 1 τρόποι να επιλέξουμε σε ποια από το υποσύνολα Aj ανήκει το i (αποκλείοντας την περίπτωση το i να ανήκει σε καθένα από τα A1 , A2 , . . . , Ak ). Συνεπώς υπάρχουν (2k − 1)n τέτοιες ακολουθίες υποσυνόλων του [n]. (δ) Το ζητούμενο πλήθος είναι επίσης ισο με (2k − 1)n αφού, σκεπτόμενοι όπως στο (γ), πρέπει να αποκλείσουμε την περίπτωση το i να μην ανήκει σε κανένα από τα A1 , A2 , . . . , Ak , για 1 ≤ i ≤ n. Το ερώτημα (β) είναι η ειδική περίπτωση k = 2. 19. (α) Παριστάνοντας με A ή B ένα βήμα με κατεύθυνση ανατολικά ή βόρεια, δηλαδή (1, 0) ή (0, 1), αντίστοιχα, ένα τέτοιο μονοπάτι μετασχηματίζεται σε μια ακολουθία μήκους m + n με m στοιχεία ίσα με A και n στοιχεία ίσα με B. Αντίστροφα, κάθε τέτοια

37 ακολουθία προέρχεται από ένα ακριβώς μονοπάτι. Για παράδειγμα, για m = n = 2 τα μονοπάτια του Σχήματος 1.5, με τη σειρά που εμφανίζονται εκεί, αντιστοιχούν στις ακολουθίες (A, A, B, B), (A, B,  A, B), (A, B, B, A), (B, A, A, B), (B, A, B, A) και (B, B, A, A). Υπάρχουν m+n τέτοιες ακολουθίες, όσες οι τρόποι να επιλέξουμε m m από τις θέσεις 1, 2, . . . , m + n στις οποίες βρίσκονται τα A. ΄Αρα, υπάρχουν επίσης  m+n μονοπάτια με τις δοσμένες ιδιότητες. m  (β) Υπάρχουν επίσης m+n τέτοιες ακολουθίες. Για να δούμε γιατί, αρκεί να πεm ριγράψουμε μια 1–1 αντιστοιχία με το σύνολο των μονοπατιών στο (α). Πράγματι, καταγράφοντας το πλήθος των μοναδιαίων τετραγώνων στις γραμμές 1, 2, . . . , n (μετρώντας από το βορρά προς το νότο) του τμήματος του m× n ορθογωνίου που βρίσκεται πάνω από ένα συγκεκριμένο μονοπάτι, παίρνουμε μια ακολουθία (λ1 , λ2 , . . . , λr ) με τις δοσμένες ιδιότητες. Για παράδειγμα για m = n = 2, τα μονοπάτια του Σχήματος 1.5, με τη σειρά που εμφανίζονται εκεί, αντιστοιχούν στις ακολουθίες (2, 2), (2, 1), (1, 1), (2), (1) και ∅. Αφήνεται στον αναγνώστη να επαληθεύσει ότι η απεικόνιση που περιγράψαμε είναι πράγματι 1–1 αντιστοιχία.  20. Η απάντηση είναι n! n−1 k−1 . Μια τέτοια διάταξη προκύπτει από μια αναδιάταξη του [n], έστω (σ1 , σ2 , . . . , σn ), αν αυτή «κοπεί» σε k − 1 σημεία μεταξύ διαδοχικών σi για να δημιουργηθούν οι k στήλες. Για παράδειγμα για n = 10 και k = 4, η διάταξη 4 8

9 1 7 5

6

2 10 3

προκύπτει από την αναδιάταξη (4, 8, 9, 1, 7, 5, 6, 2, 10, 3) κάνοντας τρεις τομές ως εξής: 4 8 | 9

1

7

5 | 6 | 2

10 3.

 Παρατηρούμε τώρα ότι υπάρχουν n! αναδιατάξεις σ του {1, 2, . . . , n} και n−1 k−1 τρόποι να γίνουν οι k − 1 τομές στις n − 1 θέσεις μεταξύ διαδοχικών στοιχείων της σ.  k 21. Υπάρχουν n−1 k−1 συνθέσεις του n με k μέρη και 2 χρωματισμοί για τα μέρη κάθε τέτοιας σύνθεσης, οπότε το ζητούμενο πλήθος είναι ίσο με  n  n−1 X X n − 1 n−1 k 2 = 2· 2i = 2 · (2 + 1)n−1 = 2 · 3n−1 . k−1 i i=0 k=1

Πώς μπορεί να προκύψει ο τύπος αυτός χρησιμοποιώντας την πολλαπλασιαστική αρχή και το σκεπτικό της απόδειξης της Πρότασης 1.3.6; 22. (α) Αρκεί να παρατηρήσει κανείς ότι υπάρχουν an−1 τέτοιες συνθέσεις (r1 , r2 , . . . , rk ) του n με rk = 1 και an−2 με rk = 2. (β) ΄Εστω σύνθεση ρ = (r1 , r2 , . . . , rk ) του n, κάθε μέρος της οποίας είναι ίσο με 1 ή 2, και έστω ϕ(ρ) = {j : rj = 2}. Για παράδειγμα αν n = 7 και ρ = (2, 1, 1, 2, 1), τότε ϕ(ρ) = {1, 4}. Από τη σχέση r1 + r2 + · · · + rk = n συμπεραίνουμε ότι #ϕ(ρ) = n − k και συνεπώς ότι το ϕ(ρ) είναι (n − k)-υποσύνολο του [k]. Παρατηρούμε επίσης ότι για

38 κάθε (n − k)-υποσύνολο S του [k] υπάρχει μοναδική διαμέρισηPρ του n με k μέρη, το k καθένα ίσο με 1 ή 2, τέτοια ώστε ϕ(ρ) = S. ΄Επεται ότι an = k≥n/2 n−k , δηλαδή ο ζητούμενος τύπος. (γ) ΄Εστω Bn το σύνολο των υποσυνόλων του [n − 1]  που δεν περιέχουν διαδοχικούς ακεραίους. Από την ΄Ασκηση 17 γνωρίζουμε ότι n−i από τα i-υποσύνολα του [n − 1]  i P ανήκουν στο Bn , οπότε #Bn = i≤n/2 n−i = a n . Μπορείτε να βρείτε μια 1–1 i αντιστοιχία του Bn με το σύνολο των συνθέσεων του n με μέρη 1 ή 2;  23. Δείξτε ότι το προτεινόμενο άθροισμα είναι ίσο με nk για 0 ≤ k ≤ n με επαγωγή στο k, ή παρατηρώντας ότι   k X n − 2i + 1 n i=0

n−i+1

i

k  X 1−

  n i i=0   k   k X X n i n = − i n−i+1 i i=0 i=0     k k X X n n = − i−1 i i=0 i=1      k k−1 X X n n n = − = . i i k i=0 i=0 =

i n−i+1

24. (α) ΄Εστω an το άθροισμα το οποίο θέλουμε να υπολογίσουμε. Παρατηρούμε ότι  ! n   n   X X n n (x + 1)n (x − 1)n = xi  (−1)n−j xj  i j i=0 j=0

και συνεπώς ο συντελεστής του xn στο πολυώνυμο (x + 1)n (x − 1)n είναι ίσος με     2 n  n X X n n n (−1)n−k = (−1)n (−1)k = (−1)n an . n−k k k k=0

k=0

Προφανώς όμως έχουμε (x + 1)n (x − 1)n = (x2 − 1)n και ο συντελεστής του xn  2 n n/2 n στο (x − 1) είναι ίσος με 0, αν ο n είναι περιττός και με (−1) n/2 , αν ο n είναι άρτιος. Προκύπτει ότι  0,  αν ο n είναι περιττός an = (−1)n/2 n , αν ο n είναι άρτιος. n/2

(β) ΄Εστω n άνδρες και n γυναίκες, από τους οποίους θέλουμε να επιλέξουμε μια επιτροπή n ατόμων. Ονομάζουμε μια επιτροπή άρτια ή περιττή αν περιέχει άρτιο ή περιττό πλήθος γυναικών, αντίστοιχα. Το πλήθος των άρτιων επιτροπών είναι ίσο με       n n n n + + ··· 0 n 2 n−2

39 ενώ των περιττών είναι ίσο με       n n n n + + ··· 1 n−1 3 n−3 Επομένως θέλουμε να δείξουμε ότι το πλήθος των άρτιων επιτροπών μείον το πλήθος  n των περιττών επιτροπών είναι ίσο με 0, αν ο n είναι περιττός και με (−1)n/2 n/2 , αν ο n είναι άρτιος. Αυτό θα το πετύχουμε ζευγαρώνοντας άρτιες επιτροπές με περιττές επιτροπές, έτσι ώστε να μην  υπάρχει επιτροπή χωρίς ταίρι αν ο n είναι περιττός και n να υπάρχουν ακριβώς n/2 επιτροπές χωρίς ταίρι αν ο n είναι άρτιος, όλες άρτιες ή περιττές ανάλογα με το αν ο n/2 είναι άρτιος ή περιττός. Θεωρούμε ότι άνδρες και γυναίκες είναι παντρεμμένοι σε ζευγάρια, τα οποία απαριθμούμε ως 1, 2, . . . , n. Αν μια n τρόπους αν επιτροπή αποτελείται μόνο από ζευγάρια, το οποίο μπορεί να γίνει με n/2 ο n είναι άρτιος και είναι αδύνατο αν ο n είναι περιττός, τότε την επιτροπή αυτή δεν τη ζευγαρώνουμε με καμία άλλη. Διαφορετικά, ζευγαρώνουμε την επιτροπή με αυτή που προκύπτει αντικαθιστώντας το άτομο στην επιτροπή με το μικρότερο αριθμό ζεύγους i για το οποίο ο σύζυγος, ή η σύζυγος, δεν ανήκει στην επιτροπή με τη σύζυγο, ή το σύζυγο, του ίδιου ατόμου. Προφανώς με αυτόν τον τρόπο άρτιες επιτροπές ζευγαρώνονται με περιττές επιτροπές και αντίστροφα. Αν ο n είναι περιττός, τότε δεν n υπάρχει επιτροπή χωρίς ταίρι ενώ αν ο n είναι άρτιος, τότε υπάρχουν ακριβώς n/2 επιτροπές χωρίς ταίρι, όλες άρτιες αν ο n/2 είναι άρτιος και περιττές αν ο n/2 είναι περιττός. 2 25. (α) Παρατηρούμε ότι nk είναι το πλήθος των ζευγών k-υποσυνόλων (S, T ) του [n]. Θα απαριθμήσουμε τα ζεύγη αυτά επιλέγοντας πρώτα τα στοιχεία της τομής S ∩ T . Θέτουμε #(S ∩ T ) = j και k − j = i, οπότε i και j είναι μη αρνητικοί ακέραιοι με  άθροισμα k και #(SrT ) = #(T rS) = i. Δοσμένων των i, j, υπάρχουν nj τρόποι   να επιλεγεί το S ∩ T και για κάθε τέτοια επιλογή, υπάρχουν n−j και n−k τρόποι, i i αντίστοιχα, να επιλεγούν τα SrT και T rS. Επομένως, υπάρχουν     n n−j n−k = j i i =

(n − j)! (n − k)! n! · · j! (n − j)! i! (n − i − j)! i! (n − k − i)! n! (i!)2 · j! · (n − 2i − j)!

ζεύγη k-υποσυνόλων (S, T ) του [n] με #(S ∩ T ) = j, όπου i = k − j. Αθροίζοντας πάνω σε όλα τα ζεύγη (i, j) ∈ N2 με i + j = k βρίσκουμε ότι το δεξιό μέλος της προτεινόμενης ταυτότητας είναι ίσο με το συνολικό πλήθος των ζευγών k-υποσυνόλων 2 (S, T ) του [n], δηλαδή με nk . (β) Χρησιμοποιώντας το (α), βρίσκουμε ότι n  2 X n

k=0

k

xk

=

n X X

k=0 i+j=k

n! xk (i!)2 · j! · (n − 2i − j)!

40 X

=

2i+j≤n ⌊n/2⌋

=

X i=0

⌊n/2⌋

=

X i=0

(i!)2

n−2i X n! (n − 2i)! i x · xj 2 (i!) · (n − 2i)! j! · (n − 2i − j)! j=0 n−2i X n − 2i n! i x · xj (i!)2 · (n − 2i)! j j=0

⌊n/2⌋

=

X i=0

n! xi+j · j! · (n − 2i − j)!

(i!)2

n! xi (1 + x)n−2i . · (n − 2i)!

Θέτοντας x = −1 παίρνουμε n X

k=0

 2  0, n (−1) = (−1)n/2 k k

δηλαδή το αποτέλεσμα της ΄Ασκησης 24.

n n/2

 αν ο n είναι περιττός , αν ο n είναι άρτιος,

26. (α) ΄Εστω S = {1, 2, . . . , 3000} και έστω A1 , A2 και A3 τα υποσύνολα του S που αποτελούνται από τα ακέραια πολλαπλάσια των 2, 3 και 5, αντίστοιχα. Τότε τα A1 ∩A2 , A1 ∩ A3 , A2 ∩ A3 και A1 ∩ A2 ∩ A3 αποτελούνται από τα ακέραια πολλαπλάσια των 6, 10, 15 και 30 στο S, αντίστοιχα, και συνεπώς #(A1 ∩ A2 ) = 500, #(A1 ∩ A3 ) = 300, #(A2 ∩A3 ) = 200 και #(A1 ∩A2 ∩A3 ) = 100. Από την αρχή εγκλεισμού-αποκλεισμού, το πλήθος των ακεραίων που ζητάμε είναι το # (S − A1 ∪ A2 ∪ A3 ) = 3000 − 1500 − 1000 − 600 + 500 + 300 + 200 − 100 = 800. (β) ΄Εστω S το σύνολο των 5-υποσυνόλων του συνόλου {1, 2, 3, . . . , 10} και A1 , A2 , A3 τα υποσύνολα του S που αποτελούνται από τα στοιχεία του S που περιέχουν τα σύνολα {1, 2}, {3, 4} και {5, 6}, αντίστοιχα. ΄Εχουμε #S = 10 5 = 252 και #A1 =  8 #A2 = #A3 = 3 = 56. Επίσης #(A1 ∩ A2 ) = #(A1 ∩ A3 ) = #(A2 ∩ A3 ) = 6 και A1 ∩ A2 ∩ A3 = ∅. Από την αρχή εγκλεισμού-αποκλεισμού, το πλήθος των υποσυνόλων που ζητάμε είναι το # (S − A1 ∪ A2 ∪ A3 ) = 252 − 3 · 56 + 3 · 6 − 0 = 102. (γ) ΄Εστω S το σύνολο των αναδιατάξεων του συνόλου {1, 2, 3, 4, 5, 6} και A1 , A2 , A3 τα υποσύνολα του S που αποτελούνται από τις αναδιατάξεις (σ1 , σ2 , . . . , σ6 ) με σ1 ∈ {1, 2}, σ2 ∈ {3, 4} και σ3 ∈ {5, 6}, αντίστοιχα. ΄Εχουμε #S = 6! και #A1 = #A2 = #A3 = 2 · 5!. Επίσης #(A1 ∩ A2 ) = 2 · 2 · 4!, διότι για μια αναδιάταξη (σ1 , σ2 , . . . , σ6 ) στο A1 ∩ A2 έχουμε δύο επιλογές για το σ1 ∈ {1, 2}, δύο επιλογές για το σ2 ∈ {3, 4} και 4! τρόπους να επιλέξουμε τα υπόλοιπα στοιχεία σ3 , σ4 , σ5 , σ6 . Ομοίως βρίσκουμε #(A1 ∩A3 ) = #(A2 ∩A3 ) = 2·2·5! και #(A1 ∩A2 ∩A3 ) = 2·2·2·3!.

41 Από την αρχή εγκλεισμού-αποκλεισμού, το πλήθος των αναδιατάξεων που ζητάμε είναι το # (S − A1 ∪ A2 ∪ A3 ) = 6! − 3 · 2 · 5! + 3 · 4 · 4! − 8 · 3! = 240. Με το ίδιο σκεπτικό βρίσκουμε ότι το πλήθος των αναδιατάξεων (σ1 , σ2 , . . . , σ2n ) του συνόλου [2n], τέτοιων ώστε σi ∈ / {2i − 1, 2i} για 1 ≤ i ≤ n, είναι ίσο με n X

(−1)k

k=0

    n X n! 2n − k n k 2 (2n − k)! = n! (−2)k . k k! n k=0

27. Θέτουμε S = [m] και για 1 ≤ i ≤ n συμβολίζουμε με Ai το σύνολο των στοιχείων του S που διαιρούνται Sn με τον αριθμό pi . Τότε ϕ(m) είναι το πλήθος των στοιχείων του συνόλου S − i=1 Ai . Παρατηρούμε ότι για 1 ≤ i1 < i2 < · · · < ik ≤ n, η τομή Ai1 ∩Ai2 ∩· · ·∩Aik είναι το σύνολο των στοιχείων του S που διαιρούνται με το γινόμενο pi1 pi2 · · · pik (εξηγήστε γιατί) και επομένως # (Ai1 ∩Ai2 ∩· · ·∩Aik ) = m/pi1 pi2 · · · pik . Από το Θεώρημα 1.4.1 προκύπτει ότι ϕ(m) =

X

 n  Y m 1 (−1) = m· 1− . pi1 pi2 · · · pik pi i=1 k

1≤i1 0 με b = aq. Η σχέση αυτή είναι μερική διάταξη στο Z>0 . Πράγματι, η ανακλαστική ιδιότητα είναι φανερή. Για την αντισυμμετρία, παρατηρούμε ότι αν a | b και b | a, τότε a ≤Z b και b ≤Z a και συνεπώς a = b. Για τη μεταβατικότητα, παρατηρούμε ότι αν a | b και b | c, τότε υπάρχουν p, q ∈ Z>0 με b = ap και c = bq, οπότε c = apq = at με t = pq ∈ Z>0 και συνεπώς a | c. Ο ακέραιος 1 είναι το ελάχιστο στοιχείο αυτής της διάταξης ενώ δεν υπάρχουν μεγιστικά (ή μέγιστα) στοιχεία. Οι ακέραιοι που καλύπτουν το ελάχιστο στοιχείο 1 είναι αυτοί που δεν έχουν διαιρέτη άλλο από το 1 ή τον εαυτό τους, δηλαδή οι πρώτοι αριθμοί. Γενικότερα, ο b καλύπτει τον a σε αυτή τη μερική διάταξη αν και μόνο αν b = ap για κάποιο πρώτο αριθμό p. 2

53 Παράδειγμα 2.3.4 ΄Εστω Bn το σύνολο των υποσυνόλων του [n], εφοδιασμένο με τη διμελή σχέση  του εγκλεισμού, δηλαδή με S  T αν S ⊆ T , για S, T ⊆ [n]. Οι τρεις ιδιότητες του Ορισμού 2.3.1 είναι φανερές όπου, για παράδειγμα, η αντισυμμετρία ισοδυναμεί με το γεγονός ότι αν S ⊆ T και T ⊆ S για S, T ⊆ [n], τότε S = T . Συνεπώς η  είναι μερική διάταξη στο Bn . Με αυτή τη μερική διάταξη, το σύνολο Bn λέγεται άλγεβρα Boole τάξης n. Το διάγραμμα Hasse της Bn απεικονίζεται στο Σχήμα 2.2 για n = 1, 2, 3. Παρατηρούμε ότι στην άλγεβρα Boole Bn , το T καλύπτει το S αν και μόνο αν S ⊆ T και #T = #S + 1 (΄Ασκηση 17 (α)). Το κενό σύνολο είναι το ελάχιστο στοιχείο της Bn και το σύνολο [n] είναι το μέγιστο στοιχείο. 2

2.4

Αλυσίδες και αντιαλυσίδες

Στην παράγραφο αυτή P είναι ένα μερικώς διατεταγμένο σύνολο, τη μερική διάταξη του οποίου συμβολίζουμε με . Ορισμός 2.4.1 Αλυσίδα στο P είναι ένα υποσύνολο του P με στοιχεία ανά δύο συγκρίσιμα. Αντιαλυσίδα στο P είναι ένα υποσύνολο του P με στοιχεία ανά δύο μη συγκρίσιμα. Υπενθυμίζουμε (΄Ασκηση 15 (γ)) ότι κάθε πεπερασμένη αλυσίδα του P είναι της μορφής {x1 , x2 , . . . , xk } με x1 ≺ x2 ≺ · · · ≺ xk .

Παραδειγμα. (α) Το κενό σύνολο και κάθε υποσύνολο του P με ένα στοιχείο είναι αλυσίδες και αντιαλυσίδες στο P ταυτόχρονα. (β) Στη μερική διάταξη του Σχήματος 2.1 τα σύνολα {a, e}, {a, b, d} και {a, c, e} είναι αλυσίδες, ενώ τα {b, c}, {c, d} και {d, e} είναι αντιαλυσίδες. (γ) Στη μερική διάταξη της διαιρετότητας στο σύνολο Z>0 (Παράδειγμα 2.3.3), το σύνολο {1, 2, 4, . . . , 2n } είναι αλυσίδα και το {n + 1, n + 2, . . . , 2n} είναι αντιαλυσίδα (εξηγήστε γιατί) για κάθε θετικό ακέραιο n. (δ) Στη μερική διάταξη Bn του Παραδείγματος 2.3.4, μια αλυσίδα με k στοιχεία είναι ένα σύνολο της μορφής {S1 , S2 , . . . , Sk } με S1 ⊂ S2 ⊂ · · · ⊂ Sk ⊆ [n]. Μια αντιαλυσίδα αποτελείται από υποσύνολα A1 , A2 , . . . , Ak του [n] κανένα από τα οποία δεν περιέχεται σε κάποιο άλλο, δηλαδή τέτοια ώστε Ai ⊆ Aj μόνο αν i = j. 2 Η δομή του συνόλου των αλυσίδων σε ένα μερικώς διατεταγμένο σύνολο P καθορίζει σε σημαντικό βαθμό τη δομή του P και συνδέεται με μη προφανείς τρόπους με τη δομή του συνόλου των αντιαλυσίδων στο P . Θα εξετάσουμε δύο ποσότητες που μπορούμε να ορίσουμε για το P , οι οποίες εξαρτώνται από τα σύνολα αυτά. Ονομάζουμε ύψος του P το μέγιστο πλήθος στοιχείων μιας αλυσίδας στο P και πλάτος του P το μέγιστο πλήθος στοιχείων μιας αντιαλυσίδας στο P και συμβολίζουμε με height(P ) και width(P ), αντίστοιχα, το ύψος και πλάτος του P . Για τη μερική διάταξη του Σχήματος 2.1 έχουμε height(P ) = 3 και width(P ) = 2.

54 Λήμμα 2.4.1 ΄Εστω μερικώς διατεταγμένο σύνολο P . (α) Αν C είναι αλυσίδα στο P και υπάρχει διαμέριση του P σε m αντιαλυσίδες, τότε #C ≤ m.

(β) Αν A είναι αντιαλυσίδα στο P και υπάρχει διαμέριση του P σε m αλυσίδες, τότε #A ≤ m.

Απόδειξη. Θα δείξουμε το (α). ΄Εστω διαμέριση του P σε αντιαλυσίδες A1 , . . . , Am . Κάθε στοιχείο της αλυσίδας C ανήκει σε ένα από τα σύνολα Ai της διαμέρισης. Αν είχαμε #C ≥ m + 1, τότε (αρχή του περιστερώνα) τουλάχιστον δύο στοιχεία της C θα ανήκαν στην ίδια αντιαλυσίδα και συνεπώς δε θα ήταν συγκρίσιμα, σε αντίθεση με την υπόθεση ότι το C είναι αλυσίδα. ΄Επεται ότι #C ≤ m. Το (β) αποδεικνύεται παρόμοια. 2 Από το Λήμμα 2.4.1 προκύπτουν άνω φράγματα για το ύψος και πλάτος του P ως εξής: Πόρισμα 2.4.1 Για το ύψος και πλάτος τυχαίου πεπερασμένου μερικώς διατεταγμένου συνόλου P ισχύει height(P ) ≤ a(P ) και width(P ) ≤ c(P ), όπου a(P ) και c(P ) είναι το ελάχιστο πλήθος αντιαλυσίδων και το ελάχιστο πλήθος αλυσίδων, αντίστοιχα, στις οποίες μπορεί να διαμεριστεί το P . Απόδειξη. Προκύπτει αμέσως από το Λήμμα 2.4.1.

2

Παραδειγμα. Η μερική διάταξη P του Σχήματος 2.1 έχει διαμέριση σε τρεις αντιαλυσίδες, τις {a}, {b, c} και {d, e}, καθώς και διαμέριση σε δύο αλυσίδες, τις {a, b, d} και {c, e}. Προκύπτει ότι a(P ) ≤ 3 και c(P ) ≤ 2. Αφού height(P ) ≥ 3 και width(P ) ≥ 2, από το Πόρισμα 2.4.1 συμπεραίνουμε ότι height(P ) = a(P ) = 3 και width(P ) = c(P ) = 2. 2 Είναι οι ακέραιοι height(P ) και a(P ) πάντοτε ίσοι; Είναι οι ακέραιοι width(P ) και c(P ) πάντοτε ίσοι; Το επόμενο θεώρημα δίνει καταφατική απάντηση στο πρώτο ερώτημα. Θεώρημα 2.4.1 Για το ύψος τυχαίου πεπερασμένου μερικώς διατεταγμένου συνόλου P ισχύει height(P ) = a(P ). Δηλαδή, το μέγιστο πλήθος ανά δύο συγκρίσιμων στοιχείων του P είναι ίσο με το ελάχιστο πλήθος αντιαλυσίδων στις οποίες μπορεί να διαμεριστεί το P . Απόδειξη. ΄Εστω height(P ) = m. Από το Πόρισμα 2.4.1 έχουμε a(P ) ≥ m και συνεπώς αρκεί να δείξουμε ότι το P μπορεί να διαμεριστεί σε m το πολύ αντιαλυσίδες. Για τυχαίο x ∈ P συμβολίζουμε με h(x) το μέγιστο πλήθος στοιχείων r μιας αλυσίδας x1 ≺ x2 ≺ · · · ≺ xr του P με μέγιστο στοιχείο xr = x. Ισχυριζόμαστε ότι (i)

55 1 ≤ h(x) ≤ m για κάθε x ∈ P και (ii) x ≺ y ⇒ h(x) < h(y) για όλα τα x, y ∈ P . Πράγματι, το (i) είναι φανερό ενώ για το (ii) παρατηρούμε ότι αν ισχύει x ≺ y στο P και x1 ≺ x2 ≺ · · · ≺ xr = x είναι αλυσίδα του P με r = h(x) στοιχεία, τότε υπάρχει η αλυσίδα x1 ≺ · · · ≺ xr ≺ xr+1 = y του P με r + 1 στοιχεία και συνεπώς h(y) ≥ r + 1 > h(x). Για 1 ≤ i ≤ m, θέτουμε Bi = {x ∈ P : h(x) = i}. Εξαιτίας της (i), τα μη κενά από τα σύνολα Bi αποτελούν τα μέρη μιας διαμέρισης του P . Εξαιτίας της (ii), το Bi είναι αντιαλυσίδα του P για κάθε i (και η ανισότητα a(P ) ≥ m δείχνει ότι υποχρεωτικά, όλα τα σύνολα Bi για 1 ≤ i ≤ m είναι μη κενά). Συνεπώς η {B1 , B2 , . . . , Bm } είναι η ζητούμενη διαμέριση του P . 2 Πόρισμα 2.4.2 Αν P είναι μερική διάταξη με τουλάχιστον mn + 1 στοιχεία, τότε το P έχει αλυσίδα με τουλάχιστον m + 1 στοιχεία, ή αντιαλυσίδα με τουλάχιστον n + 1 στοιχεία. Απόδειξη. ΄Εστω ότι δεν υπάρχει αλυσίδα του P με τουλάχιστον m + 1 στοιχεία. Τότε height(P ) ≤ m. Από το Θεώρημα 2.4.1 προκύπτει ότι a(P ) ≤ m, δηλαδή το P μπορεί να διαμεριστεί σε m το πολύ αντιαλυσίδες Ai . Από την υπόθεση #P ≥ mn+1 προκύπτει ότι #Ai ≥ n + 1 για τουλάχιστον μία από τις αντιαλυσίδες Ai . 2 Για τη απόδειξη του επόμενου σημαντικού θεωρήματος, η οποία είναι λίγο εκτενέστερη από εκείνη του Θεωρήματος 2.4.1, παραπέμπουμε στην Παράγραφο 2.3 του [1], ή στην Παράγραφο 3.2 του [3]. Θεώρημα 2.4.2 (Dilworth, 1950) Για τυχαίο πεπερασμένο μερικώς διατεταγμένο σύνολο P ισχύει width(P ) = c(P ), δηλαδή το μέγιστο πλήθος ανά δύο μη συγκρίσιμων στοιχείων του P είναι ίσο με το ελάχιστο πλήθος αλυσίδων στις οποίες μπορεί να διαμεριστεί το P . Ακολούθως δίνουμε ενδεικτικά μια από τις πολλές εφαρμογές των προηγούμενων αποτελεσμάτων. 5 3

4

1

2

Σχήμα 2.3: Μια μερική διάταξη στο [5].

56 Παράδειγμα 2.4.1 Θα δείξουμε ότι κάθε ακολουθία σ = (a1 , a2 , . . . , amn+1 ) πραγματικών αριθμών μήκους mn + 1 έχει αύξουσα υποακολουθία μήκους m + 1 ή γνησίως φθίνουσα υποακολουθία μήκους n+1, δηλαδή ότι υπάρχουν δείκτες 1 ≤ i1 < · · · < im+1 ≤ mn + 1 με ai1 ≤ · · · ≤ aim+1 ή δείκτες 1 ≤ j1 < · · · < jn+1 ≤ mn + 1 με aj1 > · · · > ajn+1 . Για παράδειγμα, αν m = n = 2 και σ = (1, 0, 2, 0, 1), δηλαδή a1 = 1, a2 = 0, a3 = 2, a4 = 0, a5 = 1, τότε υπάρχει η αύξουσα υποακολουθία a2 ≤ a4 ≤ a5 της σ μήκους 3. Θεωρούμε το ζεύγος (P, ), όπου P = [mn+1] και i  j αν και μόνο αν i ≤ j και ai ≤ aj . Είναι εύκολο να δείξει κανείς ότι η σχέση  είναι μερική διάταξη στο σύνολο P . Το διάγραμμα Hasse αυτής της μερικής διάταξης δίνεται στο Σχήμα 2.3 για την περίπτωση σ = (1, 0, 2, 0, 1). Από το Πόρισμα 2.4.2 γνωρίζουμε ότι το P έχει αλυσίδα i1 ≺ i2 ≺ · · · ≺ im+1 , ή αντιαλυσίδα {j1 , j2 , . . . , jn+1 } με j1 < j2 < · · · < jn+1 . Στην πρώτη περίπτωση έχουμε i1 < i2 < · · · < im+1 και ai1 ≤ ai2 ≤ · · · ≤ aim+1 και στη δεύτερη aj1 > aj2 > · · · > ajn+1 . Στο παράδειγμα σ = (1, 0, 2, 0, 1), η αλυσίδα 2 ≺ 4 ≺ 5 ορίζει την αύξουσα υποακολουθία a2 ≤ a4 ≤ a5 της σ. 2 Παράδειγμα 2.4.2 ΄Εστω θετικός ακέραιος n. Ποιο είναι το μέγιστο δυνατό μήκος μιας ακολουθίας πραγματικών αριθμών, η οποία δεν έχει μονότονη (αύξουσα ή φθίνουσα) υποακολουθία μήκους μεγαλύτερου του n; Από το Παράδειγμα 2.4.1 προκύπτει αμέσως ότι το μήκος μιας τέτοιας ακολουθίας δεν υπερβαίνει το n2 . ΄Ενα παράδειγμα ακολουθίας πραγματικών αριθμών μήκους n2 χωρίς μονότονη υποακολουθία μήκους μεγαλύτερου του n είναι (εξηγήστε γιατί) η (n, n − 1, . . . , 1, 2n, 2n − 1, . . . , n + 1, . . . , n2 , n2 − 1, . . . , n2 − n + 1). Κατά συνέπεια το ζητούμενο μέγιστο είναι ίσο με n2 .

2.5

2

Το Θεώρημα του Sperner

Υπενθυμίζουμε ότι αντιαλυσίδα στη μερική διάταξη Bn είναι ένα σύνολο με στοιχεία υποσύνολα του [n], κανένα από τα οποία δεν περιέχεται σε κάποιο άλλο. Το πλάτος width(Bn ) της Bn είναι ίσο με το μέγιστο πλήθος υποσυνόλων του [n] με αυτή την ιδιότητα. Παραδειγμα. Για n = 3 υπάρχουν οι εξής αντιαλυσίδες της B3 με τρία στοιχεία: {{1}, {2}, {3}} και {{1, 2}, {1, 3}, {2, 3}}. Επίσης, υπάρχει διαμέριση της B3 σε τρεις αλυσίδες, π.χ. στις ∅ ⊂ {1} ⊂ {1, 2} ⊂ {1, 2, 3}, {2} ⊂ {2, 3} και {3} ⊂ {1, 3}. Από τα προηγούμενα και το Πόρισμα 2.4.1 προκύπτει ότι width(B3 ) = 3. 2 Ποιο είναι το πλάτος της Bn για τυχαίο φυσικό αριθμό n; Απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνει το ακόλουθο θεώρημα.

57 n  , δηλαδή Θεώρημα 2.5.1 (Sperner, 1928) Για n ∈ N ισχύει width(Bn ) = ⌊n/2⌋ το μέγιστο πλήθος υποσυνόλων του [n] που μπορούν να επιλεγούν, ώστε κανένα από n  τα σύνολα αυτά να μην περιέχεται σε κάποιο άλλο, είναι ίσο με ⌊n/2⌋ .

Η απόδειξη που θα δώσουμε βασίζεται στην ακόλουθη πρόταση. Α ανισότητα που εμφανίζεται στην πρόταση αυτή είναι γνωστή ως ανισότητα LYM (για περισσότερες λεπτομέρειες, δείτε π.χ. την Παράγραφο 1.2 του [3]). Η απόδειξη της πρότασης που θα δώσουμε οφείλεται στον D. Lubell [10]. Πρόταση 2.5.1 ΄Εστω A μια αντιαλυσίδα στη μερική διάταξη Bn . Γράφοντας pk για το πλήθος των στοιχείων S της A με #S = k, έχουμε n X pk  ≤ 1. n k=0

(2.1)

k

Απόδειξη. Θα λέμε ότι ένα υποσύνολο S του [n] είναι πρόθεμα μιας αναδιάταξης (σ1 , σ2 , . . . , σn ) του [n] αν S = ∅, ή S = {σ1 , σ2 , . . . , σk } για κάποιο δείκτη k με 1 ≤ k ≤ n. ΄Εστω m το πλήθος των ζευγών (S, σ), όπου S ∈ A, η σ είναι αναδιάταξη του [n] και το S είναι πρόθεμα της σ. Παρατηρούμε ότι για δοσμένο S ⊆ [n] με #S = k, υπάρχουν ακριβώς k!(n − k)! αναδιατάξεις του [n] για τις οποίες το S είναι πρόθεμα (όσες και οι τρόποι να αναδιατάξει κανείς τα πρώτα στοιχεία του S και έπειτα εκείνα του συμπληρώματος [n]rS για να σχηματίσει μια τέτοια αναδιάταξη). Επομένως n X m = pk k!(n − k)!. k=0

Παρατηρούμε επίσης ότι οποιαδήποτε δύο προθέματα μιας αναδιάταξης του [n] είναι συγκρίσιμα στη μερική διάταξη Bn . Συνεπώς κάθε αναδιάταξη του [n] έχει το πολύ ένα πρόθεμα το οποίο ανήκει στην αντιαλυσίδα A και επομένως ισχύει m ≤ n!. Από τα προηγούμενα συμπεραίνουμε ότι n X k=0

pk k!(n − k)! ≤ n!,

σχέση η οποία είναι ισοδύναμη με τη (2.1).

2

Απόδειξη του Θεωρήματος 2.5.1. Οποιαδήποτε δύο υποσύνολα του [n] με το ίδιο πλήθος στοιχείων είναι μη συγκρίσιμα στη μερική διάταξη Bn . Κατά συνέπεια, το σύνολο Ai = {S ⊆ [n] : #S = i} είναι αντιαλυσίδα στη Bn για κάθε 0 ≤ i ≤  n n. Αφού η αντιαλυσίδα Ai έχει ⌊n/2⌋ στοιχεία για i = ⌊n/2⌋, συμπεραίνουμε ότι n  width(Bn ) ≥ ⌊n/2⌋ .

58 Για την αντίστροφη ανισότητα, θεωρούμε τυχαία αντιαλυσίδα A της Bn και θέτουμε pk = #{S ∈ A : #S = k} για 0 ≤ k ≤ n, όπως στην Πρόταση 2.5.1. Από τις σχέσεις (1.11) (΄Ασκηση 9 του Κεφαλαίου 1) και το Πόρισμα 1.3.1 (α) έχουμε n n k ≤ ⌊n/2⌋ για 0 ≤ k ≤ n. Επομένως, από τη (2.1) προκύπτει ότι n X k=0

δηλαδή ότι #A =

pk

n  ⌊n/2⌋

n X k=0

pk ≤

≤ 1,



 n . ⌊n/2⌋

Αφού αυτό ισχύει για τυχαία αντιαλυσίδα A της Bn , έπεται ότι width(Bn ) ≤ και συνεπώς το ζητούμενο.

n  ⌊n/2⌋

2

Μια διαφορετική απόδειξη του θεωρήματος του Sperner που βασίζεται στο Πό- n ρισμα 2.4.1 είναι δυνατό να δοθεί κατασκευάζοντας μια διαμέριση της Bn σε ⌊n/2⌋ αλυσίδες (δείτε π.χ. την Παράγραφο 2.4 του [1], ή την Παράγραφο 3.1 του [3]). Για άλλες ενδιαφέρουσες αποδείξεις και γενικεύσεις παραπέμπουμε στο άρθρο [13].

2.6 1.

Ασκήσεις (α) Βρείτε 4 σημεία σε ένα ισόπλευρο τρίγωνο με πλευρά μήκους ένα, ώστε οποιαδήποτε δύο από τα σημεία αυτά να απέχουν μεταξύ τους απόσταση μεγαλύτερη από 1/2. (β) Δίνονται 5 σημεία σε ένα ισόπλευρο τρίγωνο με πλευρά μήκους ένα. Δείξτε ότι μεταξύ των σημείων αυτών υπάρχουν δύο, η απόσταση των οποίων δεν υπερβαίνει το 1/2. (γ) Βρείτε 6 σημεία σε ένα ισόπλευρο τρίγωνο με πλευρά μήκους ένα, ώστε οποιαδήποτε δύο από τα σημεία αυτά να απέχουν μεταξύ τους απόσταση μεγαλύτερη ή ίση του 1/2. (δ) Δίνονται 7 σημεία σε ένα ισόπλευρο τρίγωνο με πλευρά μήκους ένα. Δείξτε ότι μεταξύ των σημείων αυτών υπάρχουν δύο, η απόσταση των οποίων είναι μικροτερη από 1/2.

2. Δύο τετράγωνα μιας 5 × 5 σκακιέρας λέγονται γειτονικά αν έχουν κοινή ακμή. Τοποθετούμε 25 πιόνια στα τεράγωνα της 5 × 5 σκακιέρας ώστε κάθε τετράγωνο να περιέχει ακριβώς ένα πιόνι. Είναι δυνατό να μετακινήσουμε τα πιόνια, το καθένα σε γειτονικό τετράγωγο από αυτό που έχει τοποθετηθεί αρχικά, ώστε μετά τη μετακίνηση κάθε τετράγωνο να περιέχει ακριβώς ένα πιόνι;

59 3. Δίνονται έντεκα άπειρες ακολουθίες με στοιχεία δεκαδικά ψηφία. Δείξτε ότι υπάρχουν δύο από αυτές, έστω οι (a1 , a2 , . . .) και (b1 , b2 , . . .), για τις οποίες ισχύει ak = bk για άπειρου πλήθους δείκτες k. 4.

(α) Δείξτε ότι ανάμεσα σε n τυχαίους ακεραίους μπορούμε να επιλέξουμε κάποιους, από έναν έως n, το άθροισμα των οποίων διαιρείται με το n. (β) Δώστε παράδειγμα συνόλου με στοιχεία n − 1 διακεκριμένους ακεραίους το οποίο δεν έχει μη κενό υποσύνολο, το άθροισμα των στοιχείων του οποίου διαιρείται με το n.

5.

(α) Δίνονται 5 σημεία με ακέραιες συντεταγμένες στο επίπεδο. Δείξτε ότι υπάρχουν δύο από αυτά με την εξής ιδιότητα: το μέσο του ευθυγράμμου τμήματος που έχει άκρα αυτά τα σημεία έχει επίσης ακέραιες συντεταγμένες. (β) Αποδείξτε την ίδια πρόταση για 2n + 1 σημεία με ακέραιες συντεταγμένες στο χώρο Rn . (γ) Βρείτε 2n σημεία με ακέραιες συντεταγμένες στο χώρο Rn ώστε κανένα από τα μέσα των ευθυγράμμων τμημάτων με άκρα αυτά τα σημεία να μην έχει και τις n συντεταγμένες του ακέραιες.

6. Θα λέμε ότι δύο αναδιατάξεις (σ1 , σ2 , . . . , σn ) και (τ1 , τ2 , . . . , τn ) του συνόλου [n] τέμνονται αν ισχύει σi = τi για έναν τουλάχιστο δείκτη 1 ≤ i ≤ n. Πόσες το πολύ αναδιατάξεις του [n] μπορούμε να επιλέξουμε, ώστε οποιεσδήποτε δύο από αυτές να τέμνονται; 7. ΄Εστω θετικός ακέραιος n. Για 0 ≤ k ≤ n συμβολίζουμε με A(n, k) το σύνολο των ακολουθιών (ε1 , ε2 , . . . , εn ) ∈ {−1, 1}n οι οποίες έχουν την ιδιότητα ε1 + ε2 + · · · + εn = −n + 2k. (α) Δείξτε ότι το πλήθος των στοιχείων του A(n, k) είναι ίσο με

n k



.

(β) ΄Εστω ότι 0 ≤ k < n/2. Βρείτε μια 1–1 απεικόνιση A(n, k) → A(n, k+1).  n  (γ) Συνάγετε ότι ισχύει nk ≤ k+1 για 0 ≤ k < n/2.

8. ΄Εστω Bn το σύνολο των αναδιατάξεων σ = (σ1 , σ2 , . . . , σn ) του [n] για τις οποίες ισχύει |σi − σi+1 | = 1 για τουλάχιστον ένα δείκτη i με 1 ≤ i ≤ n − 1 και έστω An το σύνολο των αναδιατάξεων του [n] που δεν ανήκουν στο Bn (όπου n ≥ 2). (α) Βρείτε μια 1–1 απεικόνιση An → Bn .

(β) Συμπεράνετε ότι το Bn έχει περισσότερα από

1 2

n! στοιχεία.

60 9. Δίνονται 19 σημεία σε ένα τετράγωνο πλευράς μήκους ένα. Δείξτε ότι μεταξύ των σημείων αυτών μπορούν να επιλεγούν τρία, ώστε το εμβαδό του τριγώνου με κορυφές τα σημεία αυτά να μην υπερβαίνει το 1/18. 10.

(α) Τοποθετήστε 32 πιόνια στα τετράγωνα μιας 8 × 8 σκακιέρας (το πολύ ένα πιόνι σε κάθε τετράγωνο), ώστε ανάμεσα σε οποιαδήποτε 5 από αυτά να υπάρχουν δύο που βρίσκονται στην ίδια γραμμή ή στήλη. (β) Δείξτε ότι αν τοποθετήσουμε 33 πιόνια τυχαία στα τετράγωνα μιας 8 × 8 σκακιέρας (το πολύ ένα πιόνι σε κάθε τετράγωνο), τότε μπορούμε να επιλέξουμε 5 από αυτά, τα οποία ανά δύο βρίσκονται σε διαφορετικές γραμμές και διαφορετικές στήλες.

11. Δίνεται μια n×n σκακιέρα με ένα πιόνι τοποθετημένο σε κάθε τεράγωνο. Κάθε πιόνι μετακινείται σε ένα από τα τετράγωνα τα οποία έχουν ακριβώς μία κοινή κορυφή με το τετράγωγο στο οποίο το πιόνι είχε τοποθετηθεί αρχικά. Ποιο είναι το ελάχιστο δυνατό πλήθος τετραγώνων που μένουν κενά μετά από μια τέτοια μετακίνηση; 12. ΄Εστω S(n, k) το πλήθος των διαμερίσεων του συνόλου [n] με k μέρη (οι αριθμοί S(n, k) λέγονται αριθμοί Stirling του δεύτερου είδους). Για παράδειγμα S(3, 2) = 3, διότι υπάρχουν οι τρεις διαμερίσεις {{1, 2}, {3}}, {{1, 3}, {2}} και {{2, 3}, {1}} του [3] με δύο μέρη. (α) Δείξτε ότι S(n, k) = kS(n − 1, k) + S(n − 1, k − 1).  1 Pk k−i k in . (β) Δείξτε ότι S(n, k) = k! i=0 (−1) i (γ) Δείξτε ότι xn =

n X k=1

S(n, k) x(x − 1) · · · (x − k + 1)

για x ∈ R. Για παράδειγμα έχουμε S(3, 1) = 1, S(3, 2) = 3 και S(3, 3) = 1 και συνεπώς x3 = x + 3x(x − 1) + x(x − 1)(x − 2). 13. ΄Εστω B(n) το πλήθος των διαμερίσεων του συνόλου [n] (οι αριθμοί B(n) λέγονται αριθμοί του Bell). Για παράδειγμα B(3) = 5, διότι υπάρχουν οι πέντε διαμερίσεις {{1}, {2}, {3}}, {{1, 2}, {3}}, {{1, 3}, {2}}, {{2, 3}, {1}} και {{1, 2, 3}} του [3]. P (α) Δείξτε ότι B(n) = nk=1 S(n, k), όπου S(n, k) είναι οι αριθμοί Stirling της ΄Ασκησης 12.  P (β) Δείξτε ότι B(n + 1) = ni=0 ni B(i) για n ≥ 0, όπου B(0) = 1.

61 (γ) Δείξτε ότι

∞ 1 X in B(n) = e i! i=0

για n ≥ 0, όπου e είναι η βάση των Νεπερίων λογαρίθμων. 14. ΄Εστω Bn το σύνολο των υποσυνόλων του [n]. Για S, T ∈ Bn θέτουμε S ≡ T αν υπάρχει αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση f : S → T . (α) Δείξτε ότι η ≡ είναι σχέση ισοδυναμίας στο Bn . (β) Περιγράψτε τις κλάσεις ισοδυναμίας της ≡. 15.

(α) Δείξτε ότι κάθε πεπερασμένο μη κενό μερικώς διατεταγμένο σύνολο έχει τουλάχιστον ένα ελαχιστικό στοιχείο και τουλάχιστον ένα μεγιστικό στοιχείο. (β) Δείξτε ότι κάθε πεπερασμένο μη κενό μερικώς διατεταγμένο σύνολο έχει ελαχιστικό στοιχείο a και μεγιστικό στοιχείο b, τέτοια ώστε a  b. (γ) Δείξτε ότι κάθε ολική διάταξη σε σύνολο P με n στοιχεία είναι της μορφής σ1 ≺ σ2 ≺ · · · ≺ σn για κάποια αναδιάταξη (σ1 , σ2 , . . . , σn ) του P .

16. Στο σύνολο Pn = {(a, b) ∈ Z2 : 1 ≤ a, b ≤ n} θέτουμε (a1 , b1 )  (a2 , b2 ) αν a1 ≤ a2 και b1 ≤ b2 στη φυσική διάταξη των ακεραίων. (α) (β) (γ) (δ)

Δείξτε ότι η σχέση  είναι μερική διάταξη στο Pn . Σχεδιάστε το διάγραμμα Hasse αυτής της μερικής διάταξης για n = 4. Υπολογίστε το ύψος της Pn . Υπολογίστε το πλάτος της Pn .

17. ΄Εστω η μερική διάταξη Bn των υποσυνόλων του [n]. (α) Δείξτε ότι στη Bn το T καλύπτει το S αν και μόνο αν S ⊆ T και #T = #S + 1 (β) Δείξτε ότι height(Bn ) = n + 1. (γ) Πόσες αλυσίδες της Bn έχουν n + 1 στοιχεία; 18. Θεωρούμε το σύνολο Ωn = {1, −1, 2, −2, . . . , n, −n} και τη διμελή σχέση  στο Ωn που ορίζεται θέτοντας a  b αν a = b ή |a| < |b| για a, b ∈ Ωn . ΄Εστω Pn := (Ωn , ). (α) Δείξτε ότι η  είναι μερική διάταξη στο Ωn . (β) Δείξτε ότι height(Pn ) = n. Πόσες αλυσίδες του Pn έχουν ακριβώς n στοιχεία;

62 (γ) Υπολογίστε το πλάτος του Pn . 19. ΄Εστω Pn το σύνολο των υποσυνόλων του {1, −1, 2, −2, . . . , n, −n} τα οποία περιέχουν το πολύ ένα στοιχείο του {i, −i} για κάθε 1 ≤ i ≤ n. Θεωρούμε τη μερική διάταξη στο Pn που ορίζεται θέτοντας S ≤ T αν S ⊆ T , για S, T ∈ Pn . (α) Πόσα στοιχεία έχει το Pn ; Για 0 ≤ k ≤ n, πόσα στοιχεία του Pn έχουν πληθάριθμο ίσο με k; (β) Σχεδιάστε το διάγραμμα Hasse της διάταξης Pn για n = 2. (γ) Υπολογίστε το ύψος της Pn για κάθε θετικό ακέραιο n. (δ) Δείξτε ότι για το πλάτος της Pn ισχύει width(Pn ) ≥ (3n − 1)/n για κάθε θετικό ακέραιο n. (ε) Ισχύει η ισότητα στο (δ) για n = 4; 20. ΄Εστω Qn το σύνολο [n], μερικώς διατεταγμένο με τη σχέση της διαιρετότητας. (α) Σχεδιάστε το διάγραμμα Hasse αυτής της μερικής διάταξης για n = 6 και n = 9. (β) Υπολογίστε το ύψος της Qn . (γ) Υπολογίστε το πλάτος της Qn . 21. Σε ένα πάρτυ κάθε κορίτσι έχει χορέψει με τουλάχιστον ένα αγόρι, αλλά δεν υπάρχει αγόρι που να έχει χορέψει με όλα τα κορίτσια. Δείξτε ότι υπάρχουν δύο ζευγάρια ab και a′ b′ που έχουν χορέψει, τέτοια ώστε ο a να μην έχει χορέψει με τη b′ και ο a′ να μην έχει χορέψει με τη b. 22. ΄Εστω θετικοί ακέραιοι a1 < a2 < · · · < amn+1 . Δείξτε ότι μπορούμε να επιλέξουμε είτε m+1 από αυτούς ώστε κανείς από τους ακεραίους που επιλέξαμε να μη διαιρεί κάποιον άλλο, είτε n + 1 από αυτούς ai1 < ai2 < · · · < ain+1 , ο καθένας από τους οποίους να διαιρεί τον επόμενο. 23. ΄Εστω 1 ≤ k ≤ n. Πόσα το πολύ k-υποσύνολα του [n] μπορούμε να επιλέξουμε, ώστε οποιαδήποτε δύο από τα υποσύνολα αυτά να έχουν ένα τουλάχιστον κοινό στοιχείο; 24. Δίνονται n υποσύνολα A1 , A2 , . . . , An του συνόλου [n], οποιδήποτε δύο από τα οποία έχουν το πολύ ένα κοινό στοιχείο. Δείξτε ότι κάποιο από τα υποσύνολα √ αυτά έχει λιγότερα από 1 + n στοιχεία.

63

Υποδείξεις - Λύσεις 1. (α) Την ιδιότητα αυτή έχουν, για παράδειγμα, οι τρεις κορυφές και το βαρύκεντρο του δοσμένου τριγώνου. (β) Τα μέσα των πλευρών χωρίζουν το ισόπλευρο τρίγωνο σε 4 ισόπλευρα τρίγωνα με πλευρές μήκους 1/2. Καθένα από τα 5 δοσμένα σημεία ανήκει σε κάποιο από τα 4 αυτά τρίγωνα. Από την αρχή του περιστερώνα, δύο σημεία ανήκουν υποχρεωτικά στο ίδιο τρίγωνο και συνεπώς απέχουν μεταξύ τους απόσταση που δεν υπερβαίνει το 1/2. (γ) Την ιδιότητα αυτή έχουν, για παράδειγμα, οι τρεις κορυφές και τα μέσα των τριών ακμών του δοσμένου τριγώνου. (δ) Αφήνεται στον αναγνώστη να διαμερίσει το δοσμένο τρίγωνο σε τρία ισόπλευρα τρίγωνα με πλευρά μήκους μικρότερου από 1/2 και τρεις ακόμη περιοχές, η καθεμιά διαμέτρου επίσης μικρότερης από 1/2. Το ζητούμενο έπεται από την αρχή του περιστερώνα, όπως στο (β). 2. ΄Οχι. Χρωματίζουμε τα τετράγωνα της σκακιέρας άσπρα και μαύρα, έτσι ώστε δύο οποιαδήποτε γειτονικά τετράγωνα να έχουν διαφορετικό χρώμα. Από τα 25 τετράγωνα τα 13 έχουν το ένα από τα δύο χρώματα, έστω το A, και τα υπόλοιπα 12 το άλλο χρώμα, έστω το B. Αφού τα 13 πιόνια που είναι τοποθετημένα σε τετράγωνα χρώματος A μετακινούνται στα 12 τετράγωνα χρώματος B, σύμφωνα με την αρχή του περιστερώνα δύο τουλάχιστον από τα πιόνια αυτά θα καταλήξουν αναγκαστικά στο ίδιο τετράγωνο. 3. Ας συμβολίσουμε με C1 , C2 , . . . , C11 τις δοσμένες ακολουθίες. Αφού υπάρχουν μόνο δέκα δεκαδικά ψηφία, από την αρχή του περιστερώνα προκύπτει ότι για κάθε δείκτη k, δύο τουλάχιστον από τις ακολουθίες έχουν ίσες k-συντεταγμένες. Θέτουμε Sk = {ik , jk }, όπου Cik και Cjk είναι δύο τέτοιες ακολουθίες με ik < jk και σχηματίζουμε την ακολουθία (S1 , S2 , . . .). Αφού υπάρχουν πεπερασμένου πλήθους υποσύνολα του {1, 2, . . . , 11} με δύο στοιχεία, κάποιο σύνολο {i, j} επαναλαμβάνεται άπειρες φορές στους όρους της ακολουθίας αυτής. Από αυτό προκύπτει ότι οι ακολουθίες Ci και Cj έχουν την επιθυμητή ιδιότητα. 4. (α) ΄Εστω a1 , a2 , . . . , an οι ακέραιοι και έστω si = a1 + a2 + · · ·+ ai για 1 ≤ i ≤ n. Αν κάποιος από τους ακεραίους s1 , . . . , sn διαιρείται με το n, τότε το ζητούμενο προφανώς ισχύει. Αν όχι, τότε τα δυνατά υπόλοιπα της διαίρεσης των s1 , . . . , sn με το n είναι τα 1, 2, . . . , n − 1. Σύμφωνα με την αρχή του περιστερώνα, δύο από τους ακεραίους s1 , . . . , sn , έστω οι si και sj με i < j, αφήνουν το ίδιο υπόλοιπο διαιρούμενοι με το n και επομένως το n διαιρεί τη διαφορά sj − si = ai+1 + · · · + aj . (β) ΄Ενα τέτοιο σύνολο είναι το {n + 1, 2n + 1, . . . , n2 − n + 1}.

5. Θεωρούμε την απεικόνιση f : Z → {0, 1} με f (x) = 0, αν ο x είναι άρτιος και f (x) = 1, αν ο x είναι περιττός. ΄Εστω A το σύνολο των πέντε σημείων του Z2 που δίνεται στο (α) και έστω η απεικόνιση g : A → {0, 1}2 με g(x1 , x2 ) = (f (x1 ), f (x2 )). Αφού το {0, 1}2 έχει τέσσερα στοιχεία, σύμφωνα με την αρχή του περιστερώνα υπάρχουν δύο σημεία (x1 , x2 ) και (y1 , y2 ) του A τέτοια ώστε g(x1 , x2 ) = g(y1 , y2 ), δηλαδή με f (x1 ) = f (y1 ) και f (x2 ) = f (y2 ). Αυτό σημαίνει ότι οι x1 , y1 είναι και οι δύο άρτιοι ή και οι δύο περιττοί και ομοίως για τους x2 , y2 , οπότε το μέσο του ευθύγραμμου τμήματος με

64 άκρα τα (x1 , x2 ) και (y1 , y2 ) έχει ακέραιες συντεταγμένες (x1 + y1 )/2 και (x2 + y2 )/2. Για το (β) εργαζόμαστε όπως στην ειδική περίπτωση n = 2, χρησιμοποιώντας την απεικόνιση h : A → {0, 1}n με h(x1 , x2 , . . . , xn ) = (f (x1 ), f (x2 ), . . . , f (xn )). Για το (γ) παρατηρούμε ότι τα 2n στοιχεία του {0, 1}n έχουν την επιθυμητή ιδιότητα. 6. Θα δείξουμε ότι το ζητούμενο μέγιστο είναι ίσο με (n−1)!. Παρατηρούμε πρώτα ότι οι αναδιατάξεις (σ1 , σ2 , . . . , σn ) του [n] με σn = n τέμνονται ανά δύο και είναι (n − 1)! σε πλήθος. ΄Εστω S ένα τυχαίο σύνολο αναδιατάξεων του [n], οποιεσδήποτε δύο από τις οποίες τέμνονται. Θα δείξουμε ότι το S έχει το πολύ (n − 1)! στοιχεία. Για αναδιατάξεις σ = (σ1 , σ2 , . . . , σn ) και τ του [n] γράφουμε σ ∼ τ , αν τ = (σi , σi+1 , . . . , σi−1 ) για κάποιο δείκτη 1 ≤ i ≤ n. Για παράδειγμα, αν n = 4 και σ = (3, 1, 4, 2), τότε οι αναδιατάξεις τ του συνόλου [4] με σ ∼ τ είναι οι (3, 1, 4, 2), (1, 4, 2, 3), (4, 2, 3, 1) και (2, 3, 1, 4). Εύκολα μπορεί να δείξει κανείς ότι η ∼ είναι σχέση ισοδυναμίας στο σύνολο των n! αναδιατάξεων του [n] και ότι κάθε κλάση ισοδυναμίας έχει ακριβώς n στοιχεία. Από αυτά προκύπτει ότι το πλήθος των κλάσεων ισοδυναμίας της ∼ είναι ίσο με (n − 1)!. Παρατηρούμε τέλος ότι δύο αναδιατάξεις σ και τ του [n] με σ ∼ τ τέμνονται μόνο αν σ = τ . Κατά συνέπεια, το σύνολο S περιέχει το πολύ ένα στοιχείο από κάθε κλάση ισοδυναμίας της ∼ και επομένως ισχύει #S ≤ (n − 1)!, όπως το θέλαμε. 7. (α) Δείξτε ότι μια ακολουθία (ε1 , ε2 , . . . , εn ) ∈ {−1, 1}n έχει άθροισμα στοιχείων ίσο με −n + 2k αν και μόνο αν ακριβώς k από τις συντεταγμένες της ακολυθίας αυτής είναι ίσες με 1 (και οι υπόλοιπες με −1). (β) Μια τέτοια απεικόνιση είναι η εξής. ΄Εστω σ = (ε1 , ε2 , . . . , εn ) ∈ A(n, k), οπότε ε1 + · · · + εn = −n + 2k < 0. Είναι φανερό ότι θα πρέπει να υπάρχει ένας τουλάχιστον δείκτης 1 ≤ i ≤ n για τον οποίο ισχύει ε1 + · · · + εi = −1. Θεωρούμε το μικρότερο τέτοιο δείκτη i και θέτουμε f (σ) = (−ε1 , . . . , −εi , εi+1 , . . . , εn ). Για παράδειγμα, αν n = 8, k = 3 και σ = (1, −1, 1, −1, −1, 1, −1, −1), τότε i = 5 και f (σ) = (−1, 1, −1, 1, 1, 1, −1, −1). Παρατηρούμε ότι f (σ) ∈ A(n, k + 1), οπότε έχουμε ορίσει μια απεικόνιση f : A(n, k) → A(n, k + 1). Για να δείξουμε ότι η f είναι 1–1 παρατηρούμε ότι αν f (σ) = (ǫ1 , ǫ2 , . . . , ǫn ) ∈ A(n, k + 1), τότε ο δείκτης i που ορίσαμε προηγουμένως είναι ο μικρότερος δείκτης 1 ≤ i ≤ n για τον οποίο ισχύει ǫ1 + · · · + ǫi = 1. Επομένως αν f (τ ) = (ǫ1 , ǫ2 , . . . , ǫn ) = f (σ) για κάποια τ ∈ A(n, k), τότε τ = (−ǫ1 , . . . , −ǫi , ǫi+1 , . . . , ǫn ) = σ. Το (γ) έπεται από τα (α), (β) και την Πρόταση 2.1.1 (α). 8. (α) Μια τέτοια απεικόνιση κατασκευάζεται ως εξής. ΄Εστω σ = (σ1 , σ2 , . . . , σn ) ∈ An και έστω i ο μικρότερος δείκτης με |σ1 − σi | = 1. Από την υπόθεση σ ∈ An παρατηρούμε ότι 3 ≤ i ≤ n και ορίζουμε f (σ) = (σi−1 , . . . , σ2 , σ1 , σi , σi+1 , . . . , σn ). Για παράδειγμα, αν n = 10 και σ = (7, 1, 4, 9, 3, 8, 5, 10, 6, 2) ∈ A10 , τότε i = 6 και f (σ) = (3, 9, 4, 1, 7, 8, 5, 10, 6, 2). Προφανώς f (σ) ∈ Bn και ο i είναι ο μοναδικός δείκτης j ≥ 2 με την ιδιότητα ότι οι j − 1 και j συντεταγμένες της f (σ) διαφέρουν κατά απόλυτη τιμή κατά ένα. ΄Επεται ότι η απεικόνιση f : An → Bn είναι 1–1 διότι αν (τ1 , τ2 , . . . , τn ) = f (σ) για κάποιο σ ∈ An , τότε υπάρχει μοναδικός δείκτης j ≥ 2 με την ιδιότητα |τj−1 − τj | = 1 και σ = (τj−1 , . . . , τ2 , τ1 , τj , . . . , τn ). (β) Από την Πρόταση 2.1.1 έχουμε #An ≤ #Bn . Παρατηρούμε ότι η 1–1 απεικόνιση f : An → Bn που κατασκευάσαμε στο (α) δεν είναι επί διότι, για παράδειγμα, οι

65 αναδιατάξεις (τ1 , τ2 , . . . , τn ) του Bn με |τ1 − τ2 | = 1 δεν ανήκουν στην εικόνα της f . Συνεπώς #An < #Bn και (ισοδύναμα) #Bn > 12 n!. 9. Χωρίζουμε το τετράγωνο σε 9 τετράγωνα εμβαδού 1/9 με τον προφανή τρόπο. Από την Πρόταση 2.1.2 για m = 2 και n = 9 προκύπτει ότι τρία τουλάχιστον από τα σημεία ανήκουν στο ίδιο τετράγωνο. Αφήνεται στον αναγνώστη να δείξει ότι το εμβαδό του τριγώνου με κορυφές τα σημεία αυτά δεν υπερβαίνει το 1/18. 10. (α) Τοποθετούμε τα 32 πιόνια στα τετράγωνα των τεσσάρων πρώτων γραμμών της σκακιέρας. Σύμφωνα με την αρχή του περιστερώνα, μεταξύ 5 τυχαίων από τα πιόνια που τοποθετήσαμε υπάρχουν δύο που βρίσκονται σε τετράγωνα της ίδιας γραμμής. 1

8

7

6

5

4

3

2

2

1

8

7

6

5

4

3

3

2

1

8

7

6

5

4

4

3

2

1

8

7

6

5

5

4

3

2

1

8

7

6

6

5

4

3

2

1

8

7

7

6

5

4

3

2

1

8

8

7

6

5

4

3

2

1

Σχήμα 2.4: ΄Ενα 8 × 8 λατινικό τετράγωνο. (β) Χρωματίζουμε τα τετράγωνα της σκακιέρας με 8 χρώματα 1, 2, . . . , 8 όπως στο Σχήμα 2.4. Από την Πρόταση 2.1.2 για m = 4 και n = 8 έπεται ότι από τα 33 πιόνια, τουλάχιστον 5 βρίσκονται σε τετράγωνα του ίδιου χρώματος. ΄Οπως φαίνεται στο σχήμα, τέτοια τετράγωνα βρίσκονται ανά δύο σε διαφορετικές γραμμές και διαφορετικές στήλες (ο χρωματισμός του Σχήματος 2.4 είναι παράδειγμα ενός 8 × 8 λατινικού τετραγώνου). 11. Είναι εύκολο να δείξει κανείς ότι αν ο n είναι άρτιος, τότε υπάρχει τέτοια μετακίνηση μετά την οποία κανένα τετράγωνο δε μένει κενό. ΄Εστω ότι ο n είναι περιττός. Χρωματίζουμε τα τετράγωνα της πρώτης στήλης της σκακιέρας άσπρα, τα τετράγωνα της δεύτερης στήλης μαύρα, τα τετράγωνα της τρίτης στήλης άσπρα και ούτω καθεξής και παρατηρούμε ότι κάθε πιόνι μετακινείται από άσπρο τετράγωνο σε μαύρο ή αντίστροφα. Αφού υπάρχουν ακριβώς n άσπρα τετράγωνα περισσότερα από μαύρα, τουλάχιστον n άσπρα τετράγωνα θα μείνουν κενά μετά τη μετακίνηση. Αφήνεται στον αναγνώστη να δείξει ότι υπάρχει μετακίνηση μετά την οποία το πλήθος των κενών τετραγώνων της σκακιέρας είναι ακριβώς ίσο με n. 12. (α) Από τις S(n, k) διαμερίσεις του συνόλου [n] με k μέρη, οι S(n− 1, k − 1) περιέχουν το μέρος {n}. Οι υπόλοιπες προκύπτουν από καθεμία από τις S(n − 1, k) διαμερίσεις του συνόλου [n − 1] με k μέρη, προσθέτοντας το n σε ένα από τα μέρη αυτά με k δυνατούς τρόπους. Το ζητούμενο προκύπτει από το συλλογισμό αυτόν και τις Προτάσεις 1.2.2 και 1.2.3.

66  P (β) Γνωρίζουμε από την Πρόταση 1.4.1 ότι ο ακέραιος a(n, k) = ki=0 (−1)k−i ki in είναι ίσος με το πλήθος των επί απεικονίσεων f : [n] → [k]. Ισχυριζόμαστε ότι οι απεικονίσεις αυτές βρίσκονται σε 1–1 αντιστοιχία με τα ζεύγη (π, σ), όπου π είναι διαμέριση του συνόλου [n] με k μέρη και σ = (B1 , B2 , . . . , Bk ) είναι αναδιάταξη των μερών του π. Πράγματι, από ένα τέτοιο ζεύγος (π, σ) ορίζεται η επί απεικόνιση f θέτοντας f −1 (i) = Bi , δηλαδή f (x) = i αν x ∈ Bi , για 1 ≤ i ≤ k. Για παράδειγμα αν n = 5, k = 3, π = {{1, 4}, {2, 5}, {3}} και σ = ({2, 5}, {3}, {1, 4}), τότε f (2) = f (5) = 1, f (3) = 2 και f (1) = f (4) = 3. Υπάρχουν S(n, k) διαμερίσεις του [n] με k μέρη και k! τρόποι να αναδιατάξουμε τα μέρη μιας τέτοιας διαμέρισης. Κατά συνέπεια a(n, k) = k! S(n, k), όπως το θέλαμε. (γ) Η προτεινόμενη σχέση είναι μια ισότητα μεταξύ δύο πολυωνύμων στο x με πραγματικούς συντελεστές και συνεπώς αρκεί να την αποδείξουμε για άπειρες τιμές της μεταβλητής x. Θα την αποδείξουμε για x = m, όπου m είναι τυχαίος θετικός ακέραιος. Παρατηρούμε ότι ο ακέραιος mn είναι ίσος με το πλήθος των απεικονίσεων f : [n] → [m], αφού για κάθε 1 ≤ i ≤ n έχουμε m επιλογές για το f (i) ∈ [m]. Παρατηρούμε επίσης ότι η f καθορίζεται από την εικόνα της B ⊆ [m]  και την επί απεικόνιση g : [n] → B με g(i) = f (i) για 1 ≤ i ≤ n. Υπάρχουν m k υποσύνολα B του [m] με k στοιχεία και για κάθε τέτοιο υποσύνολο, υπάρχουν k! S(n, k) επί απεικονίσεις g : [n] → B από το ερώτημα (α). Κατά συνέπεια, υπάρχουν συνολικά m   X m k! S(n, k) = k

k=1

=

m X

k=1

n X

k=1

S(n, k) m(m − 1) · · · (m − k + 1) S(n, k) m(m − 1) · · · (m − k + 1)

απεικονίσεις f : [n] → [m]. ΄Επεται ότι mn =

Pn

k=1

S(n, k) m(m − 1) · · · (m − k + 1).

13. (α) Προκύπτει αμέσως από την προσθετική αρχή. (β) ΄Εστω π διαμέριση του συνόλου [n + 1]. Αν S ⊆ [n + 1] είναι το μέρος  της π που περιέχει το n + 1 και #S = i + 1, τότε 0 ≤ i ≤ n. Υπάρχουν ni τρόποι να επιλεγούν τα i στοιχεία του S εκτός του n + 1 από τα 1, 2, . . . , n και B(n − i) τρόποι να διαμεριστεί το [n + 1]rS ώστε να σχηματιστούν τα υπόλοιπα μέρη της διαμέρισης π. Συνεπώς υπάρχουν ni B(n − i) διαμερίσεις του [n + 1] για τις οποίες το μέρος που περιέχει το n + 1 έχει iP + 1 στοιχεία. Κατά συνέπεια, υπάρχουν συνολικά  P B(n + 1) = ni=0 ni B(n − i) = ni=0 ni B(i) διαμερίσεις του [n + 1]. (γ) Θέτοντας S(n, k) = 0 για k > n, έχουμε B(n) =

n X

k=1

S(n, k) =

∞ X

S(n, k)

k=1

από το ερώτημα (α). Από τον τύπο της ΄Ασκησης 12 (β) προκύπτει ότι B(n)

=

  k ∞ ∞ ∞ X X k n in X (−1)k−i 1 X (−1)k−i i = k! i=0 i i! (k − i)! i=0

k=1

k=i

67

=

∞ ∞ ∞ X in X (−1)j 1 X in = . i! j=0 j! e i=0 i! i=0

14. (α) Η ανακλαστική ιδιότητα ισχύει διότι η ταυτοτική απεικόνιση S → S είναι αμφιμονοσήμαντη για κάθε S ⊆ [n]. Η συμμετρική και μεταβατική ιδιότητα ισχύουν διότι αν f : S → T και g : T → R είναι αμφιμονοσήμαντες απεικονίσεις, τότε η αντίστροφη απεικόνιση f −1 : T → S καθώς και η σύνθεση g ◦ f : S → R είναι επίσης αμφιμονοσήμαντες απεικονίσεις. (β) Αν το S ⊆ [n] έχει k στοιχεία, τότε υπάρχει αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση f : S → [k]. Συνεπώς S ≡ [k] και το S ανήκει στην κλάση ισοδυναμίας Ck του [k]. Αντίστροφα αν S ≡ [k], τότε #S = k. ΄Επεται ότι οι κλάσεις ισοδυναμίας της ≡ είναι οι C0 , C1 , . . . , Cn , όπου Ck = {S ⊆ [n] : #S = k}.

15. (α) ΄Εστω ότι υπάρχει πεπερασμένο μη κενό μερικώς διατεταγμένο σύνολο (P, ) το οποίο δεν έχει μεγιστικό στοιχείο. Τότε για κάθε x ∈ P υπάρχει y ∈ P με x ≺ y. Επομένως, ξεκινώντας από τυχαίο στοιχείο x1 του P μπορούμε να βρούμε μια άπειρη ακολουθία x1 ≺ x2 ≺ x3 ≺ · · · στοιχείων του P . Εφόσον το P είναι πεπερασμένο, οι όροι της ακολουθίας αυτής δεν είναι όλοι ανά δύο διαφορετικοί. ΄Αρα υπάρχουν δείκτες i < j με xi = xj . Από τη μεταβατικότητα και τις xi ≺ xi+1 ≺ · · · ≺ xj = xi προκύπτει ότι xi ≺ xi+1 και xi+1  xi , σχέσεις που αντιβαίνουν στην αντισυμμετρία. Από την αντίφαση αυτή προκύπτει το ζητούμενο. Εργαζόμαστε ομοίως για την ύπαρξη ελαχιστικού στοιχείου. (β) ΄Εστω (P, ) το δοσμένο μερικώς διατεταγμένο σύνολο και b τυχαίο μεγιστικό στοιχείο του P , η ύπαρξη του οποίου βεβαιώνεται από το (α). ΄Εστω Q = {x ∈ P : x  b} με τη μερική διάταξη που επάγεται από το P , δηλαδή με x  y στο Q αν x  y στο P . Το Q είναι μη κενό αφού b ∈ Q. Από το (α) το Q έχει τουλάχιστον ένα ελαχιστικό στοιχείο a, το οποίο είναι και ελαχιστικό στοιχείο του P (εξηγήστε γιατί). Αφού a ∈ Q, ισχύει a  b στο P . (γ) ΄Εστω (P, ) τυχαίο ολικά διατεταγμένο σύνολο με n στοιχεία. Σύμφωνα με το (α) το P έχει τουλάχιστον ένα ελαχιστικό στοιχείο, έστω το σ1 . Αν x είναι οποιοδήποτε άλλο στοιχείο του P , τότε τα σ1 και x είναι μεταξύ τους συγκρίσιμα, ενώ δεν ισχύει x ≺ σ1 . Συμεπώς πρέπει να ισχύει σ1 ≺ x και το σ1 είναι το ελάχιστο στοιχείο του P . Χρησιμοποιώντας επαγωγή στο πλήθος των στοιχείων του P , μπορούμε να υποθέσουμε ότι υπάρχει αναδιάταξη (σ2 , . . . , σn ) του συνόλου P r{σ1 } τέτοια ώστε σ2 ≺ · · · ≺ σn . ΄Ομως έχουμε σ1 ≺ σ2 στο P και συνεπώς η (σ1 , σ2 , . . . , σn ) είναι αναδιάταξη του P με σ1 ≺ σ2 ≺ · · · ≺ σn . 16. (α) Ελέγχουμε τη μεταβατική ιδιότητα. Αν (a1 , b1 ), (a2 , b2 ), (a3 , b3 ) ∈ Pn και ισχύει (a1 , b1 )  (a2 , b2 ) και (a2 , b2 )  (a3 , b3 ), τότε a1 ≤ a2 , b1 ≤ b2 και a2 ≤ a3 , b2 ≤ b3 στο Z. ΄Αρα ισχύει και a1 ≤ a3 , b1 ≤ b3 στο Z και συνεπώς (a1 , b1 )  (a3 , b3 ). Η ανακλαστική ιδιότητα και η αντισυμμετρία ελέγχονται όμοια. (β) Βλέπε Σχήμα 2.5. (γ) Θα δείξουμε ότι height(Pn ) = 2n − 1. Παρατηρούμε ότι αν έχουμε (a, b) ≺ (c, d) στο Pn , τότε a + b < c + d. Επομένως για τυχαία αλυσίδα (a1 , b1 ) ≺ (a2 , b2 ) ≺ · · · ≺

68 (4,4)

(1,2)

(2,1) (1,1)

Σχήμα 2.5: Το διάγραμμα Hasse μιας μερικής διάταξης. (ak , bk ) στο Pn με k στοιχεία ισχύει 2 ≤ a1 + b1 < a2 + b2 < · · · < ak + bk ≤ 2n, με ai + bi ∈ Z για κάθε i και συνεπώς k ≤ 2n − 1. Επίσης, υπάρχει αλυσίδα στο Pn με ακριβώς 2n − 1 στοιχεία, για παράδειγμα η (1, 1) ≺ (2, 1) ≺ · · · ≺ (n, 1) ≺ (n, 2) ≺ · · · ≺ (n, n). ΄Επεται το ζητούμενο. (δ) Θα δείξουμε ότι width(Pn ) = n. Πράγματι, μια αντιαλυσίδα του Pn με n στοιχεία είναι η {(n, 1), (n−1, 2), . . . , (1, n)}. Επίσης, υπάρχει διαμέριση του Pn σε n αλυσίδες, για παράδειγμα η {C1 , C2 , . . . , Cn }, όπου Ci είναι η αλυσίδα (1, i) ≺ (2, i) ≺ · · · ≺ (n, i) για 1 ≤ i ≤ n. Το ζητούμενο έπεται από το Λήμμα 2.4.1 (β). 17. (α) Αν S ⊆ T και #T = #S + 1, τότε είναι φανερό ότι S ⊂ T και ότι δεν υπάρχει σύνολο R με S ⊂ R ⊂ T , δηλαδή ότι το T καλύπτει το S. Αντίστροφα, έστω ότι το T καλύπτει το S. Τότε S ⊆ T και #T ≥ #S + 1. Αν είχαμε #T > #S + 1, τότε θα υπήρχαν τουλάχιστον δύο διαφορετικά στοιχεία a, b του T rS και θα είχαμε S ⊂ S ∪ {a} ⊂ T , οπότε η S ⊂ T δεν είναι σχέση κάλυψης στη Bn . Η αντίφαση αυτή μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι #T = #S + 1. (β) Μια αλυσίδα C στη μερική διάταξη Bn με k στοιχεία είναι ένα σύνολο της μορφής C = {S0 , S1 , . . . , Sk−1 } με S0 ⊂ S1 ⊂ · · · ⊂ Sk−1 ⊆ [n]. Αν ai = #Si για 0 ≤ i ≤ k − 1, τότε οι a0 , . . . , ak−1 είναι ακέραιοι και ισχύει 0 ≤ a0 < · · · < ak−1 ≤ n. Από αυτό προκύπτει ότι k ≤ n + 1, δηλαδή οποιαδήποτε αλυσίδα στη Bn έχει το πολύ n + 1 στοιχεία. Επιπλέον η αλυσίδα C με S0 = ∅ και Si = {1, 2, . . . , i} για 1 ≤ i ≤ n έχει ακριβώς n + 1 στοιχεία. Συμπεραίνουμε ότι το ύψος της Bn είναι ίσο με n + 1. (γ) Από τη λύση μας στο ερώτημα (β) προκύπτει ότι μια αλυσίδα C στη Bn με n + 1 στοιχεία είναι της μορφής C = {S0 , S1 , . . . , Sn } με S0 = ∅ και Si = Si−1 ∪ {σi } με σi ∈ / Si−1 για 1 ≤ i ≤ n. Επιπλέον, η ακολουθία (σ1 , σ2 , . . . , σn ) είναι αναδιάταξη του [n]. Για παράδειγμα αν n = 4 και S0 = ∅, S1 = {3}, S2 = {1, 3}, S3 = {1, 3, 4}, S4 = {1, 2, 3, 4}, τότε η αντίστοιχη αναδιάταξη του [4] είναι η (3, 1, 4, 2). Με αυτόν τον τρόπο ορίζεται μια 1–1 αντιστοιχία (ποια είναι η αντίστροφή απεικόνιση;) από το σύνολο των αλυσίδων με n + 1 στοιχεία της Bn στο σύνολο των αναδιατάξεων του

69 [n]. Συνεπώς υπάρχουν ακριβώς n! αλυσίδες με n + 1 στοιχεία στη Bn , όσες και οι αναδιατάξεις του [n]. 18. (α) Αφήνεται στον αναγνώστη. (β) Παρατηρούμε ότι υπάρχει η αλυσίδα 1 ≺ 2 ≺ · · · ≺ n στο Pn και η διαμέριση του Pn στις n αντιαλυσίδες {i, −i} για 1 ≤ i ≤ n. Από το Πόρισμα 2.4.1 συμπεραίνουμε ότι height(Pn ) = n για κάθε n. Παρατηρούμε επίσης ότι οι αλυσίδες του Pn με n στοιχεία είναι οι a1 ≺ a2 ≺ · · · ≺ an με ai ∈ {i, −i} για κάθε i. Συνεπώς υπάρχουν ακριβώς 2n τέτοιες αλυσίδες. (γ) Παρατηρούμε ότι υπάρχει η αντιαλυσίδα {i, −i} στο Pn για κάθε i και η διαμέριση του Pn στις δύο αλυσίδες 1 ≺ 2 ≺ · · · ≺ n και −1 ≺ −2 ≺ · · · ≺ −n. Από το Πόρισμα 2.4.1 συμπεραίνουμε ότι width(Pn ) = 2 για κάθε n.  19. (α) Υπάρχουν nk τρόποι να επιλεγεί ένα k-υποσύνολο S του [n] και 2k τρόποι να επιλεγεί ένα πρόσημο ε ∈ {−, +} για κάθε στοιχείο του S,  ώστε να προκύψει ένα στοιχείο του Pn με πληθάριθμο k. Συνεπώς ακριβώς 2k nk από τα στοιχεία του S έχουν πληθάριθμο k. Το συνολικό πλήθος των στοιχείων του Pn είναι ίσο με 3n . Αυτό προκύπτει είτε από την πολλαπλασιαστική αρχή, αφού για κάθε 1 ≤ i ≤ n υπάρχουν οι τρεις επιλογές ∅, {i} και {−i} για την τομή ενός στοιχείου του Pn με το σύνολο {i, −i}, είτε υπολογίζοντας ότι n X

2k

k=0

  n = (2 + 1)n = 3n k

με χρήση του Διωνυμικού Θεωρήματος. (β) Αφήνεται στον αναγνώστη. (γ) ΄Οπως στην ΄Ασκηση 17 (β), βρίσκουμε ότι το ύψος της Pn είναι ίσο με n + 1. (δ) Για κάθε k ∈ {0, 1, . . . , n}, το σύνολο των στοιχείων του Pn με πληθάριθμο k αποτελεί αντιαλυσίδα της Pn . Επομένως, από το αποτέλεσμα του ερωτήματος (α) παίρνουμε   n width(Pn ) ≥ 2k (2.2) k για κάθε τέτοιο k. Το ζητούμενο προκύπτει παρατηρώντας ότι οι n το πλήθος αριθμοί  2k nk για 1 ≤ k ≤ n αθροίζουν στο 3n − 1 και συμπεραίνοντας ότι ένας τουλάχιστον από αυτούς είναι μεγαλύτερος ή ίσος του (3n − 1)/n. (ε) ΄Οχι, αφού από τη (2.2) για n = 4 και k = 3 προκύπτει ότι width(P4 ) ≥ 32. 20. (α) Αφήνεται στον αναγνώστη. (β) Θα δείξουμε ότι height(Qn ) = ⌊1 + log2 (n)⌋. Κάθε αλυσίδα στο Qn μήκους m + 1 είναι της μορφής q0 ≺ q0 q1 ≺ · · · ≺ q0 q1 · · · qm , όπου qi είναι θετικοί ακέραιοι με qi ≥ 2 για 1 ≤ i ≤ m και q0 q1 · · · qm ≤ n. Από τις σχέσεις αυτές προκύπτει ότι 2m ≤ n, δηλαδή m ≤ log2 (n) και επομένως το μήκος της αλυσίδας δεν υπερβαίνει το ⌊1 + log2 (n)⌋. Θέτοντας q0 = 1 και qi = 2 για i ≥ 1 προκύπτει η αλυσίδα {1, 2, 22, . . . , 2m } μήκους ακριβώς m + 1, με m = ⌊log2 (n)⌋.

70 (γ) Θα δείξουμε ότι width(Qn ) = ⌊(n + 1)/2⌋. Υποθέτουμε ότι ο n είναι άρτιος, έστω n = 2m (η απόδειξη είναι παρόμοια αν ο n είναι περιττός). Από την ύπαρξη της αντιαλυσίδας {m + 1, m + 2, . . . , 2m} του Qn προκύπτει ότι width(Qn ) ≥ m = n/2. Για να αποδείξουμε την αντίστροφη ανισότητα, θέτουμε Cq = {q, 2q, 4q, . . .} ∩ [n] για κάθε περιττό ακέραιο q ∈ [n]. Είναι φανερό ότι το Cq είναι αλυσίδα του Qn . Επιπλέον, τα m σύνολα C1 , C3 , . . . , Cn−1 αποτελούν τα μέρη μιας διαμέρισης του [n], αφού κάθε θετικός ακέραιος γράφεται με μοναδικό τρόπο στη μορφή 2k q, όπου k ∈ N και q είναι θετικός περιττός ακέραιος. Από το Πόρισμα 2.4.1 προκύπτει ότι width(Qn ) ≤ m. 21. ΄Εστω S το σύνολο των κοριτσιών και a1 , a2 , . . . , am τα αγόρια. Για 1 ≤ i ≤ m, έστω Ai το σύνολο των κοριτσιών που έχουν χορέψει με τον ai . Από τις υποθέσεις του προβλήματος προκύπτει ότι τα A1 , A2 , . . . , Am είναι γνήσια υποσύνολα του S και ότι η ένωσή τους είναι ίση με S. Ισχυριζόμαστε ότι δύο από τα σύνολα αυτά είναι μη συγκρίσιμα ως προς τη σχέση του εγκλεισμού. Πράγματι στην αντίθετη περίπτωση, σύμφωνα με το μέρος (γ) της ΄Ασκησης 15, υπάρχει αναδιάταξη (σ1 , σ2 , . . . , σm ) του [m] με την ιδιότητα Aσ1 ⊆ Aσ2 ⊆ · · · ⊆ Aσm , οπότε η ένωση των Ai είναι ίση με το γνήσιο υποσύνολο Aσm του S. Αυτή η αντίφαση αποδεικνύει τον ισχυρισμό μας. ΄Εχουμε δείξει, δηλαδή, ότι υπάρχουν δείκτες i < j τέτοιοι ώστε Ai 6⊆ Aj και Aj 6⊆ Ai . Επιλέγοντας στοιχεία bi ∈ Ai rAj και bj ∈ Aj rAi , βρίσκουμε τα ζεύγη ai bi και aj bj με τις απαιτούμενες ιδιότητες. 22. Προκύπτει εφαρμόζοντας το Πόρισμα 2.4.2 στο σύνολο P = {a1 , a2 , . . . , amn+1 }, εφοδιασμένο με τη μερική διάταξη της διαιρετότητας. 23. Αν n < 2k, τότε οποιαδήποτε δύο k-υποσύνολα του [n] έχουν  ένα τουλάχιστον κοινό στοιχείο και συνεπώς το ζητούμενο μέγιστο είναι ίσο με nk . Αν n ≥ 2k, θα δείξουμε  ότι το ζητούμενο μέγιστο είναι ίσο με n−1 k−1 (η πρόταση αυτή είναι γνωστή ως το Θεώρημα Erd¨ os-Ko-Rado). Παρατηρούμε πρώτα ότι τα k-υποσύνολα του [n] που  περιέχουν ένα συγκεκριμένο στοιχείο, π.χ. το 1, είναι n−1 σε πλήθος και έχουν τη k−1 ζητούμενη ιδιότητα. ΄Εστω A τυχαία οικογένεια k-υποσυνόλων του [n], οποιαδήποτε δύο από τα οποία έχουν μη κενή τομή. Λέμε ότι μια κυκλική αναδιάταξη σ του [n] περιέχει ένα υποσύνολο S του [n] αν τα στοιχεία του S εμφανίζονται διαδοχικά στη σ (με τυχαία σειρά). Συμβολίζουμε με m το πλήθος των ζευγών (S, σ), όπου S ∈ A και η σ είναι κυκλική αναδιάταξη του [n] που περιέχει το S. Για κάθε k-υποσύνολο S του [n] υπάρχουν ακριβώς k!(n − k)! κυκλικές αναδιατάξεις του [n] που περιέχουν το S και συνεπώς m = #A · k!(n − k)!. Επίσης κάθε κυκλική αναδιάταξη του [n] περιέχει το πολύ k στοιχεία της A (εξηγήστε γιατί) και συνεπώς m ≤ (n − 1)! · k. Συμπεραίνουμε ότι   n−1 (n − 1)! · k = , #A ≤ k!(n − k)! k−1 το οποίο ολοκληρώνει την απόδειξη.  24. Ας συμβολίσουμε με S2 το σύνολο των 2-υποσυνόλων ενός συνόλου S. Από την  υπόθεση του προβλήματος έπεται ότι τα σύνολα A2i για 1 ≤ i ≤ n είναι ανά δύο ξένα

71 μεταξύ τους και ότι η ένωσή τους περιέχεται στο  n  X #Ai i=1

2



[n] 2



. Επομένως,

  n . 2

Κατά συνέπεια, των συνόλων Ai , τότε  αν k είναι ο ελάχιστος από τους πληθάριθμους √ έχουμε n · k2 ≤ n2 , από όπου προκύπτει ότι k < 1 + n.

72

Κεφάλαιο 3 Γραφήματα Η έννοια του γραφήματος αποτελεί ένα απλό αλλά χρήσιμο μαθηματικό μοντέλο, με βάση το οποίο μπορούν να μελετηθούν επιτυχώς φαινόμενα σε ένα ευρύτατο φάσμα των θετικών και κοινωνικών επιστημών. Σκοπός μας στο κεφάλαιο αυτό είναι, αφού εισάγουμε την έννοια του γραφήματος, να μελετήσουμε διάφορα προβλήματα των διακριτών μαθηματικών που μπορούν να διατυπωθούν στη γλώσσα της θεωρίας των γραφημάτων και να εξοικειωθούμε με κάποιες από τις τεχνικές της θεωρίας αυτής. Ορισμένα από τα προβλήματα αυτά αφορούν ειδικές κατηγορίες γραφημάτων (όπως δένδρα, διμερή γραφήματα και επίπεδα γραφήματα), με τις οποίες θα ασχοληθούμε σε επιμέρους ενότητες.

3.1

Η έννοια του γραφήματος

Αρχίζουμε με ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Παράδειγμα 3.1.1 Σε μια συνάντηση επτά ατόμων, κάποιοι ανταλλάσσουν χειραψίες (θεωρούμε ότι κανείς δεν ανταλλάσσει χειραψία με τον εαυτό του). Θα δείξουμε ότι κάποιος έχει ανταλλάξει άρτιο πλήθος χειραψιών. 2 Στόχος μας είναι να περιγράψουμε την κατάσταση αυτή με μια αφηρημένη μαθηματική δομή, η οποία θα λαμβάνει υπόψη μόνο τις πληροφορίες που είναι ουσιώδεις για τη λύση του προβλήματος και θα αδιαφορεί για τις υπόλοιπες. Η δομή που θα χρησιμοποιήσουμε είναι αυτή ενός γραφήματος, το οποίο θεωρεί τα άτομα της συνάντησης ως κορυφές και κάθε χειραψία μεταξύ των a και b ως ακμή που συνδέει τις κορυφές a και b του γραφήματος. Το ζητούμενο είναι να δείξουμε ότι υπάρχει κορυφή η οποία είναι άκρο άρτιου πλήθους ακμών. Θα επανέλθουμε στο Παράδειγμα 3.1.1 μετά τους σχετικούς ορισμούς.

73

74 Ορισμός 3.1.1 Γράφημα λέγεται μια τριάδα G = (V, E, ϕ), όπου V και E είναι σύνολα τα στοιχεία των οποίων λέγονται κορυφές και ακμές του G, αντίστοιχα, και ϕ : E → {{a, b} : a, b ∈ V } είναι απεικόνιση από το E στο σύνολο των υποσυνόλων του V με ένα ή δύο στοιχεία. Αν e ∈ E και ϕ(e) = {a, b}, τότε οι κορυφές a, b λέγονται άκρα της ακμής e. Στο κεφάλαιο αυτό θα μελετήσουμε μόνο πεπερασμένα γραφήματα, δηλαδή γραφήματα με πεπερασμένα σύνολα κορυφών και ακμών. Στο Σχήμα 3.1 απεικονίζεται ένα γράφημα G = (V, E, ϕ) με σύνολο κορυφών V = {a, b, c, d} και επτά ακμές, για το οποίο ισχύουν ϕ(e1 ) = {a, b}, ϕ(e2 ) = {a, c}, ϕ(e3 ) = {c} κ.ο.κ. Για το γράφημα στο οποίο αναφερθήκαμε μετά το Παράδειγμα 3.1.1, V είναι το σύνολο των επτά ατόμων, E είναι το σύνολο των χειραψιών που έχουν ανταλλαχθεί και ϕ(e) = {a, b} αν e είναι χειραψία μεταξύ των a και b.

e1

a

e

e

e5

2

c 3

b

e

e4

e

6

7

d

Σχήμα 3.1: ΄Ενα γράφημα με τέσσερις κορυφές. Θα χρησιμοποιήσουμε την ακόλουθη ορολογία για ένα γράφημα G = (V, E, ϕ). Λέμε ότι δύο κορυφές a, b ∈ V είναι γειτονικές, και ότι συνδέονται με ακμή, στο G αν υπάρχει e ∈ E με ϕ(e) = {a, b}. Μια ακμή e ∈ E με άκρα a και b λέγεται θηλιά (ή βρόχος) αν a = b. Δύο ακμές e1 , e2 ∈ E λέγονται παράλληλες αν ϕ(e1 ) = ϕ(e2 ) = {a, b} για διακεκριμένες κορυφές a, b. Το γράφημα G λέγεται απλό αν δεν έχει θηλιές ή παράλληλες ακμές. Στην περίπτωση αυτή ταυτίζουμε μια ακμή e ∈ E με το σύνολο {a, b} των δύο άκρων της a, b και θεωρούμε ότι E ⊆ V2 . Το πλήθος των ακμών του G που δεν είναι θηλιές και έχουν ένα από τα δύο άκρα τους ίσα με v λέγεται βαθμός της κορυφής v και συμβολίζεται με deg(v). Η κορυφή v λέγεται απομονωμένη αν deg(v) = 0 και άρτια ή περιττή αν ο βαθμός της v είναι άρτιος ή περιττός ακέραιος, αντίστοιχα. Στο γράφημα του Σχήματος 3.1 η ακμή e3 είναι θηλιά, οι e6 , e7 είναι παράλληλες και οι κορυφές a, b, c, d έχουν βαθμούς 2, 4, 3, 3,

75 αντίστοιχα. Στο Παράδειγμα 3.1.1 ισχυριζόμαστε ότι κάθε γράφημα με επτά κορυφές έχει τουλάχιστον μία άρτια κορυφή. Πρόταση 3.1.1 Το άθροισμα των βαθμών των κορυφών ενός γραφήματος G είναι ίσο με 2m, όπου m είναι το πλήθος των ακμών του G που δεν είναι θηλιές. Απόδειξη. ΄Εστω G = (V, E, ϕ). Συμβολίζουμε με F το σύνολο των ακμών του G που δεν είναι θηλιές, οπότε F ⊆ E και #F = m, και με S το σύνολο των ζευγών (v, e), όπου v ∈ V , e ∈ F και η κορυφή v είναι άκρο της e. Παρατηρούμε ότι για κάθε e ∈ F υπάρχουν ακριβώς δύο κορυφές v του G με (v, e) ∈ S και συνεπώς #S = 2m. Επίσης,Pγια κάθε v ∈ V υπάρχουν deg(v) ακμές e ∈ F με (v, e) ∈ S και συνεπώς #S = v∈V deg(v). Το ζητούμενο προκύπτει συγκρίνοντας τις δύο ισότητες για το #S. 2 Το επόμενο πόρισμα απαντά στο ερώτημα του Παραδείγματος 3.1.1. Πόρισμα 3.1.1 Το πλήθος των περιττών κορυφών τυχαίου γραφήματος G είναι άρτιος αριθμός. Ειδικότερα, κάθε γράφημα με περιττό πλήθος κορυφών έχει τουλάχιστον μία άρτια κορυφή. Απόδειξη. Από την Πρόταση 3.1.1 έχουμε ότι το άθροισμα των βαθμών των κορυφών του G είναι άρτιος αριθμός. Συνεπώς το πλήθος των περιττών προσθετέων στο άθροισμα αυτό, δηλαδή το πλήθος των περιττών κορυφών του G, είναι άρτιος αριθμός. 2 Σημαντική είναι η έννοια του ισομορφισμού γραφημάτων. Δύο γραφήματα λέγονται ισόμορφα αν το ένα προκύπτει από το άλλο αλλάζοντας τις ονομασίες κορυφών και ακμών. Πιο συγκεκριμένα, έχουμε τον εξής ορισμό. Ορισμός 3.1.2 Δύο γραφήματα G1 = (V1 , E1 , ϕ1 ) και G2 = (V2 , E2 , ϕ2 ) λέγονται ισόμορφα αν υπάρχουν αμφιμονοσήμαντες απεικονίσεις f : V1 → V2 και g : E1 → E2 , τέτοιες ώστε για όλα τα a, b ∈ V1 και e ∈ E1 να ισχύει ϕ1 (e) = {a, b} ⇔ ϕ2 (g(e)) = {f (a), f (b)}. Ειδικότερα, δύο απλά γραφήματα G1 = (V1 , E1 ) και G2 = (V2 , E2 ) είναι ισόμορφα αν υπάρχει αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση f : V1 → V2 , τέτοια ώστε για όλα τα a, b ∈ V1 να ισχύει {a, b} ∈ E1 ⇔ {f (a), f (b)} ∈ E2 . Μια τέτοια απεικόνιση f λέγεται ισομορφισμός γραφημάτων. Αφήνεται στον αναγνώστη να βεβαιωθεί ότι η σχέση του ισομορφισμού είναι σχέση ισοδυναμίας στο σύνολο των γραφημάτων. Οι κλάσεις ισοδυναμίας της σχέσης αυτής λέγονται κλάσεις ισομορφισμού γραφημάτων.

76 Παράδειγμα 3.1.2 ΄Εστω σύνολο V με n στοιχεία. (α) Το απλό γράφημα στο σύνολο κορυφών V στο οποίο δύο οποιεσδήποτε κορυφές συνδέονται με ακμή λέγεται πλήρες απλό γράφημα στο V . Οποιαδήποτε δύο πλήρη απλά γραφήματα με n κορυφές είναι μεταξύ τους ισόμορφα. Η κλάση ισομορφισμού τους συμβολίζεται με Kn .

(a)

(b)

Σχήμα 3.2: Τα γραφήματα K5 και C5 . (β) ΄Εστω V = {v1 , v2 , . . . , vn }. Το γράφημα στο σύνολο κορυφών V με ακμές {vi−1 , vi } για 1 < i ≤ n λέγεται μονοπάτι μήκους n − 1. Η κλάση ισομορφισμού του γραφήματος αυτού συμβολίζεται με Pn . Το γράφημα στο ίδιο σύνολο κορυφών με μια επιπλέον ακμή, τη {v1 , vn }, λέγεται κύκλος μήκους n. Η κλάση ισομορφισμού του γραφήματος αυτού συμβολίζεται με Cn . (γ) ΄Εστω V = A ∪ B, όπου A και B είναι ξένα μεταξύ τους σύνολα με m και n στοιχεία, αντίστοιχα. Το απλό γράφημα στο σύνολο κορυφών V με ακμές {a, b} για a ∈ A και b ∈ B λέγεται πλήρες απλό διμερές γράφημα τύπου (m, n). Η κλάση ισομορφισμού του συμβολίζεται με Km,n .

Σχήμα 3.3: Το γράφημα K4,4 . (δ) Το m×n γράφημα του Μανχάταν είναι το απλό γράφημα στο σύνολο κορυφών [m] × [n], στο οποίο δύο κορυφές (i1 , j1 ) και (i2 , j2 ) συνδέονται με ακμή αν και μόνο αν είτε i1 = i2 και |j1 − j2 | = 1, είτε j1 = j2 και |i1 − i2 | = 1.

77 (ε) ΄Εστω Ω το σύνολο των υποσυνόλων του [5] με δύο στοιχεία. Το γράφημα του Petersen είναι το απλό γράφημα με κορυφές τα στοιχεία του Ω στο οποίο δύο κορυφές a και b συνδέονται με ακμή αν και μόνο αν a ∩ b = ∅ (για μια σχηματική απεικόνιση αυτού του γραφήματος, δείτε την ΄Ασκηση 2). 2

Σχήμα 3.4: Το 5 × 4 γραφήμα του Μανχάταν. Κλείνουμε την παράγραφο αυτή με την έννοια του υπογραφήματος και αυτή του επαγόμενου υπογραφήματος. ΄Ενα γράφημα G′ = (V ′ , E ′ , ϕ′ ) λέγεται υπογράφημα του G = (V, E, ϕ) αν V ′ ⊆ V , E ′ ⊆ E και ϕ′ (e) = ϕ(e) για κάθε e ∈ E ′ . ΄Ωστε ένα τέτοιο γράφημα προκύπτει διαγράφοντας κάποιες από τις κορυφές και ακμές του G. Το υπογράφημα G′ = (V ′ , E ′ , ϕ′ ) του G λέγεται επαγόμενο στο σύνολο κορυφών V ′ αν το G′ περιέχει όλες τις ακμές του G, τα άκρα των οποίων ανήκουν στο V ′ . ΄Ενα γράφημα με n κορυφές έχει ακριβώς 2n (συμπεριλαμβανομένου και εκείνου με κενό σύνολο κορυφών) επαγόμενα υπογραφήματα. Παραδειγμα. ΄Ενα πλήρες απλό γράφημα G με τέσσερις κορυφές έχει τρία υπογραφήματα τα οποία είναι κύκλοι μήκους 4 και τέσσερα υπογραφήματα τα οποία είναι κύκλοι μήκους 3 (τι είδους κορυφές και ακμές πρέπει να διαγραφούν από το G ώστε να προκύψουν τα υπογραφήματα αυτά;). 2

3.2

Περίπατοι και συνεκτικότητα

Με την έννοια του περίπατου σε ένα γράφημα G επιθυμούμε να περιγράψουμε τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να φτάσουμε από μια κορυφή του G σε μια άλλη διασχίζοντας διαδοχικά (με μια πεπερασμένη διαδικασία) ακμές του G. Ορισμός 3.2.1 ΄Εστω γράφημα G = (V, E, ϕ) και μη αρνητικός ακέραιος ℓ. Περίπατος (ή διαδρομή) στο G μήκους ℓ λέγεται μια ακολουθία w = (u0 , e1 , u1 , . . . , eℓ , uℓ ), όπου ui ∈ V για 0 ≤ i ≤ ℓ και ei ∈ E για 1 ≤ i ≤ ℓ με ϕ(ei ) = {ui−1 , ui }. Η κορυφή u0 λέγεται αρχή και η uℓ λέγεται πέρας του w.

78 Ο περίπατος w = (u0 , e1 , u1 , . . . , eℓ , uℓ ) στο G λέγεται κλειστός αν u0 = uℓ και μονοπάτι αν οι κορυφές του u0 , u1 , . . . , uℓ είναι ανά δύο διαφορετικές. Παρατηρούμε ότι η ακολουθία w = (u0 ) με ένα μόνο στοιχείο u0 ∈ V είναι (κλειστός) περίπατος (και μονοπάτι) στο G μήκους ℓ = 0. Παραδειγμα. Η ακολουθία (a, e2 , c, e3 , c, e5 , b, e6 , d, e7 , b) είναι περίπατος μήκους 5 στο γράφημα του Σχήματος 3.1. Η ακολουθία (a, e2 , c, e4 , d, e7 , b) είναι μονοπάτι μήκους 3. 2 Για κορυφές u, v ∈ V ενός γραφήματος G = (V, E, ϕ) θέτουμε u ∼ v αν υπάρχει περίπατος στο G με αρχή u και πέρας v. Παρατηρούμε ότι για κάθε u ∈ V υπάρχει περίπατος στο G μήκους μηδέν με αρχή και πέρας u και ότι αν w είναι περίπατος στο G με αρχή u και πέρας v, τότε η ακολουθία που προκύπτει από τη w αντιστρέφοντας τη σειρά των όρων της w είναι περίπατος στο G με αρχή v και πέρας u. Επομένως η διμελής σχέση ∼ έχει την ανακλαστική και τη συμμετρική ιδιότητα. Η σχέση αυτή έχει επίσης τη μεταβατική ιδιότητα, διότι αν w είναι περίπατος στο G με αρχή u και πέρας v και w′ είναι περίπατος στο G με αρχή v και πέρας p, τότε η ακολουθία που προκύπτει παραθέτοντας τα στοιχεία του w′ μετά τα στοιχεία του w και ταυτίζοντας την αρχή του w′ με το πέρας του w, είναι περίπατος στο G με αρχή u και πέρας p. Από τα παραπάνω καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η ∼ είναι σχέση ισοδυναμίας στο σύνολο V . Το γράφημα G λέγεται συνεκτικό αν η ∼ έχει μια μοναδική κλάση ισοδυναμίας. Ισοδύναμα, έχουμε τον εξής ορισμό. Ορισμός 3.2.2 ΄Ενα γράφημα G λέγεται συνεκτικό αν για οποιεσδήποτε κορυφές του u, v υπάρχει περίπατος στο G με αρχή u και πέρας v. Τα επαγόμενα υπογραφήματα του G πάνω στις κλάσεις ισοδυναμίας της ∼ λέγονται συνεκτικές συνιστώσες (ώστε το G είναι συνεκτικό αν και μόνο αν έχει μία μόνο συνεκτική συνιστώσα). Παραδειγμα. (α) Τα γραφήματα του Παραδείγματος 3.1.2 είναι όλα συνεκτικά. (β) ΄Εστω θετικοί ακέραιοι m, n με mn ≥ 2 και έστω G το απλό γράφημα με κορυφές τα τετράγωνα μιας m × n σκακιέρας, στο οποίο δύο τετράγωνα συνδέονται με ακμή αν έχουν ακριβώς μία κοινή κορυφή. Το γράφημα G δεν είναι συνεκτικό και μάλιστα έχει ακριβώς δύο συνεκτικές συνιστώσες. Τα σύνολα κορυφών των δύο συνιστωσών είναι τα σύνολα των τετραγώνων του ίδιου χρώματος, υπό το συνήθη χρωματισμό των τετραγώνων της σκακιέρας με άσπρο ή μαύρο χρώμα. 2 Μια χρήσιμη γενίκευση της έννοιας της συνεκτικότητας για γραφήματα είναι αυτή της πολλαπλής συνεκτικότητας. Ορισμός 3.2.3 ΄Εστω γράφημα G με σύνολο κορυφών V και k θετικός ακέραιος. Το γράφημα G λέγεται k-συνεκτικό αν έχει τουλάχιστον k + 1 κορυφές και για κάθε υποσύνολο U του V με το πολύ k − 1 στοιχεία, το επαγόμενο υπογράφημα του G στο σύνολο κορυφών V rU είναι συνεκτικό.

79 ΄Ωστε ένα γράφημα G με τουλάχιστον k + 1 κορυφές είναι k-συνεκτικό αν το G είναι συνεκτικό και απαιτείται να διαγραφούν τουλάχιστον k κορυφές του για να προκύψει ένα μη συνεκτικό γράφημα. Για παράδειγμα, τα μονοπάτια είναι συνεκτικά αλλά όχι διπλά συνεκτικά γραφήματα και οι κύκλοι είναι διπλά συνεκτικά αλλά όχι τριπλά συνεκτικά γραφήματα. Μια σημαντική κλάση τριπλά συνεκτικών απλών γραφημάτων αποτελούν τα γραφήματα των τρισδιάστατων φραγμένων κυρτών πολυέδρων (κυρτών πολυτόπων) στο χώρο R3 , όπως το τετράεδρο, ο κύβος, το τριγωνικό πρίσμα, το οκτάεδρο κ.ο.κ. Για την ακόλουθη γενικότερη πρόταση παραπέμπουμε τον αναγνώστη στην Παράγραφο 3.5 του [16]. Θεώρημα 3.2.1 (Balinski, 1961) Το γράφημα τυχαίου d-διάστατου πολυτόπου στο χώρο Rd είναι d-συνεκτικό.

3.3

Δένδρα

Ποιο είναι το ελάχιστο πλήθος ακμών που μπορεί να έχει ένα συνεκτικό γράφημα με n κορυφές; Τα συνεκτικά γραφήματα με δοσμένο σύνολο κορυφών και ελάχιστο δυνατό πλήθος ακμών λέγονται δένδρα και θα μελετηθούν σε αυτήν την παράγραφο.

3.3.1

Ορισμοί και ιδιότητες

Αρχίζουμε με τον εξής ορισμό. Ορισμός 3.3.1 ΄Ενα απλό γράφημα λέγεται δένδρο αν είναι συνεκτικό και δεν περιέχει κύκλο ως υπογράφημα. Οι κορυφές βαθμού ένα ενός δένδρου λέγονται φύλλα. Παράδειγμα 3.3.1 (α) Κάθε μονοπάτι με n κορυφές είναι δένδρο με μηδέν ή δύο φύλλα, αν n = 1 ή n ≥ 2, αντίστοιχα. (β) Το γράφημα στο σύνολο κορυφών V = {v0 , v1 , . . . , vn } με ακμές {v0 , vi } για 1 ≤ i ≤ n είναι δένδρο και λέγεται άστρο με n + 1 κορυφές. Οι κορυφές v1 , v2 , . . . , vn είναι φύλλα, ενώ η v0 είναι φύλλο μόνο αν n = 1. (γ) Το Σχήμα 3.5 απεικονίζει ένα δένδρο στο σύνολο κορυφών [9] με φύλλα τις κορυφές 3, 5, 7 και 9. 2 Τα ακόλουθα λήμματα θα μας βοηθήσουνε να αποδείξουμε τις βασικές ιδιότητες των δένδρων. Λήμμα 3.3.1 Κάθε απλό γράφημα με μία τουλάχιστον ακμή το οποίο δεν περιέχει κύκλο ως υπογράφημα έχει τουλάχιστον δύο κορυφές βαθμού ένα. Ειδικότερα, κάθε δένδρο με δύο τουλάχιστον κορυφές έχει τουλάχιστον δύο φύλλα.

80 9 2

4

1 5

7 6 8

3

Σχήμα 3.5: ΄Ενα δένδρο στο σύνολο κορυφών [9]. Απόδειξη. ΄Εστω G ένα απλό γράφημα με μία τουλάχιστον ακμή το οποίο δεν περιέχει κύκλο ως υπογράφημα. Θεωρούμε ένα μονοπάτι γ = (u0 , e1 , u1 , . . . , ur−1 , er , ur ) στο G μέγιστου δυνατού μήκους r, οπότε έχουμε u0 6= ur . Θα δείξουμε ότι οι κορυφές u0 και ur έχουν βαθμό ίσο με 1. ΄Εστω ότι η u0 συνδέεται με ακμή, έστω e, με κάποια κορυφή u 6= u1 του G. Επειδή το G δεν περιέχει κύκλους, η u δεν είναι κορυφή του γ. Κατά συνέπεια η ακολουθία (u, e, u0 , e1 , u1 , . . . , ur−1 , er , ur ) είναι μονοπάτι στο G μήκους r + 1, κατά παράβαση της επιλογής του r. Από αυτή την αντίφαση έπεται ότι deg(u0 ) = 1. Το ίδιο επιχείρημα εφαρμόζεται και για την κορυφή ur . 2 Λήμμα 3.3.2 Κάθε γράφημα που προκύπτει από ένα συνεκτικό γράφημα G με έναν από τους ακόλουθους τρόπους: (i) διαγράφοντας μια θηλιά, ή μια ακμή του G που είναι παράλληλη προς μια άλλη, (ii) διαγράφοντας μια ακμή που ανήκει σε κύκλο του G, ή (iii) διαγράφοντας μια κορυφή v βαθμού 1 και τη μοναδική ακμή του G με άκρο v, είναι συνεκτικό. Απόδειξη. Αφήνεται ως άσκηση (΄Ασκηση 13).

2

΄Ενα υπογράφημα G′ = (V ′ , E ′ , ϕ′ ) του γραφήματος G = (V, E, ϕ) λέγεται παράγον αν V ′ = V . ΄Ενα παράγον υπογράφημα του G το οποίο είναι δένδρο λέγεται παράγον δένδρο του G. Πρόταση 3.3.1 Κάθε συνεκτικό γράφημα έχει τουλάχιστον ένα παράγον δένδρο. Απόδειξη. ΄Εστω συνεκτικό γράφημα G και έστω ένα συνεκτικό παράγον υπογράφημα T του G με το ελάχιστο δυνατό πλήθος ακμών. Παρατηρούμε ότι το T δεν

81 περιέχει θηλιές, παράλληλες ακμές ή κύκλους διότι στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα με το Λήμμα 3.3.2, θα ήταν δυνατό να διαγραφεί μία ακμή από το T (συγκεκριμένα οποιαδήποτε θηλιά, παράλληλη ακμή ή ακμή κύκλου) και να προκύψει συνεκτικό παράγον υπογράφημα του G με λιγότερες ακμές από το T . Συμπεραίνουμε ότι το T είναι απλό συνεκτικό παράγον υπογράφημα του G χωρίς κύκλους, δηλαδή παράγον δένδρο του G. 2 Πρόταση 3.3.2 (α) ΄Ενα γράφημα G με n κορυφές είναι δένδρο εάν και μόνο αν το G είναι συνεκτικό και έχει ακριβώς n − 1 ακμές. (β) Κάθε συνεκτικό γράφημα με n κορυφές έχει τουλάχιστον n − 1 ακμές.

Πρώτη απόδειξη. Αποδεικνύουμε το μέρος (α) του πορίσματος. Θα δείξουμε πρώτα ότι κάθε δένδρο G με n κορυφές έχει ακριβώς n − 1 ακμές. Χρησιμοποιούμε επαγωγή στο n. Αν n = 1, τότε προφανώς το G δεν έχει ακμές. ΄Εστω ότι n ≥ 2. Σύμφωνα με το Λήμμα 3.3.1, το G έχει τουλάχιστον ένα φύλλο v. Το γράφημα Grv που προκύπτει από το G διαγράφοντας την κορυφή v και τη μοναδική ακμή με άκρο v είναι (σύμφωνα με το Λήμμα 3.3.2) επίσης δένδρο και έχει n − 1 κορυφές. Από την υπόθεση της επαγωγής συμπεραίνουμε ότι το Grv έχει ακριβώς n − 2 ακμές. Κατά συνέπεια το G έχει ακριβώς n − 1 ακμές. Αντιστρόφως, έστω ότι το G είναι συνεκτικό γράφημα και ότι έχει n κορυφές και n − 1 ακμές. Σύμφωνα με την Πρόταση 3.3.1, υπάρχει παράγον δένδρο, έστω T , του G. Το δένδρο T έχει n κορυφές και συνεπώς, όπως μόλις αποδείξαμε, n − 1 ακμές, όσες και το G. ΄Επεται ότι G = T , δηλαδή ότι το G είναι δένδρο. Το μέρος (β) προκύπτει από την Πρόταση 3.3.1 και το μέρος (α). Δεύτερη απόδειξη. ΄Εστω συνεκτικό γράφημα G = (V, E, ϕ) με n κορυφές. ΄Εστω τυχαία κορυφή v ∈ V και έστω U = V r{v}. Λόγω της συνεκτικότητας του G, για κάθε u ∈ U υπάρχει περίπατος στο G με αρχή u και πέρας v. Θεωρούμε έναν τέτοιο περίπατο w(u) με το ελάχιστο δυνατό μήκος, έστω r(u), και ονομάζουμε f (u) την αρχική ακμή του w(u). Θα δείξουμε ότι η απεικόνιση f : U → E είναι 1– 1. Πράγματι, έστω ότι υπάρχουν διακεκριμένα στοιχεία u1 , u2 του U με f (u1 ) = f (u2 ) = e, οπότε u1 , u2 είναι τα δύο άκρα της e. Ο περίπατος που προκύπτει από τον w(u2 ) διαγράφοντας την αρχική κορυφή u2 και ακμή e έχει αρχή u1 , πέρας v και μήκος r(u2 ) − 1. Από την επιλογή του w(u1 ) προκύπτει ότι r(u1 ) ≤ r(u2 ) − 1, δηλαδή ότι r(u1 ) < r(u2 ). Ομοίως δείχνουμε ότι r(u2 ) < r(u1 ). Η αντίφαση αυτή αποδεικνύει τον ισχυρισμό μας. Από την Πρόταση 2.1.1 (α) προκύπτει ότι n − 1 = #U ≤ #E. Αυτό αποδεικνύει το μέρος (β) του πορίσματος. Υποθέτουμε τώρα ότι το G είναι δένδρο. Θα δείξουμε ότι η απεικόνιση f : U → E της προηγούμενης παραγράφου είναι επί. Θεωρούμε τυχαία ακμή e του G με άκρα u1 , u2 ∈ V και διακρίνουμε δύο περιπτώσεις. Αν το μοναδικό μονοπάτι, έστω p, στο G με αρχή u1 και πέρας v διέρχεται από την κορυφή u2 , τότε u1 ∈ U και f (u1 ) = e. Αν όχι, τότε το μονοπάτι που προκύπτει προσθέτοντας στο p αρχική κορυφή u2 και

82 ακμή e είναι το μοναδικό μονοπάτι στο G με αρχή u2 και πέρας v και ισχύουν u2 ∈ U και f (u2 ) = e. Σε κάθε περίπτωση έχουμε e = f (u) για κάποιο u ∈ U και συνεπώς η απεικόνιση f : U → E είναι επί του E. Από το αποτέλεσμα της προηγούμενης παραγράφου συμπεραίνουμε ότι η f είναι αμφιμονοσήμαντη απεικόνιση και επομένως ότι #E = #U = n − 1. ΄Εχουμε δείξει ότι κάθε δένδρο με n κορυφές έχει ακριβώς n − 1 ακμές. Ο δεύτερος ισχυρισμός του μέρους (α) προκύπτει όπως στην πρώτη απόδειξη. 2 Στην ΄Ασκηση 15 θα αποδείξουμε έναν ακόμη χαρακτηρισμό των δένδρων: ένα απλό γράφημα G με n κορυφές είναι δένδρο αν και μόνο αν το G έχει ακριβώς n − 1 ακμές και δεν περιέχει κύκλο ως υπογράφημα.

3.3.2

Το Θεώρημα Cayley–Sylvester

Υπενθυμίζουμε ότι ένα απλό γράφημα G, όπως π.χ.  ένα δένδρο, στο σύνολο κορυφών V ταυτίζεται με το ζεύγος (V, E), όπου E ⊆ V2 είναι το σύνολο των ακμών του G. Πόσα δένδρα υπάρχουν στο σύνολο κορυφών [n]; Συμβολίζοντας με tn το πλήθος των δένδρων αυτών, έχουμε t1 = t2 = 1, t3 = 3, t4 = 16, t5 = 125. Το Σχήμα 3.6 απεικονίζει τα 16 δένδρα στο σύνολο κορυφών [4]. Το επόμενο θεώρημα δηλώνει ότι ισχύει ο απρόσμενα απλός τύπος tn = nn−2 , γνωστός ως τύπος του Cayley, για κάθε θετικό ακέραιο n. Θεώρημα 3.3.1 (Sylvester, 1857) Το πλήθος των δένδρων στο σύνολο κορυφών [n] είναι ίσο με nn−2 για κάθε n ≥ 1. Απόδειξη. Ασφαλώς μπορούμε να υποθέσουμε ότι n ≥ 3. ΄Εστω An το σύνολο των δένδρων στο σύνολο κορυφών [n] και Bn το σύνολο [n]n−2 των ακολουθιών (a1 , a2 , . . . , an−2 ) μήκους n−2 με στοιχεία από το [n]. Προφανώς ισχύει #Bn = nn−2 και συνεπώς αρκεί να βρούμε μία 1–1 αντιστοιχία ϕ : An → Bn . Για T ∈ An θέτουμε ϕ(T ) = (a1 , a2 , . . . , an−2 ), όπου τα ai ορίζονται διαδοχικά ως εξής: ΄Εστω v1 το μικρότερο φύλλο του T0 = T που είναι διάφορο του 1 (τέτοιο φύλλο υπάρχει εξαιτίας του Λήμματος 3.3.1) και έστω a1 η μοναδική γειτονική κορυφή του v1 στο T0 . Διαγράφοντας από το T0 το φύλλο v1 και τη μοναδική ακμή ένα άκρο της οποίας είναι το v1 , προκύπτει ένα δένδρο T1 με n − 1 κορυφές. Επαναλαμβάνοντας την ίδια διαδικασία για το T1 , ονομάζουμε v2 το μικρότερο φύλλο του T1 που είναι διάφορο του 1 και a2 τη μοναδική γειτονική κορυφή του v2 στο T1 . Διαγράφοντας από το T1 το φύλλο v2 και τη μοναδική ακμή ένα άκρο της οποίας είναι το v1 , προκύπτει ένα δένδρο T2 με n − 2 κορυφές. Συνεχίζουμε ομοίως. Η διαδικασία τερματίζει όταν φτάσουμε στο δένδρο Tn−2 το οποίο έχει δύο κορυφές. Για παράδειγμα, αν n = 9 και T είναι το δένδρο του Σχήματος 3.5, τότε ϕ(T ) = (8, 6, 2, 2, 4, 1, 6). Παρατηρούμε

83 1

2

3

4

1

2

3

4

2

1

3

4

1

2

4

3

2

1

4

3

1

3

2

4

3

1

2

4

1

4

2

3

4

1

2

3

1

3

4

2

3

1

4

2

1

4

3

2

4

1

3

2

2

1

3

4

3

1

2

4

4

1

2

3

Σχήμα 3.6: Τα 16 δένδρα στο σύνολο κορυφών {1, 2, 3, 4}. ότι τα στοιχεία του [n] που δεν εμφανίζονται στην ακολουθία ϕ(T ) είναι ακριβώς τα φύλλα του T που είναι διάφορα του 1 (εξηγήστε γιατί). Για να δείξουμε ότι η ϕ : An → Bn είναι αμφιμονοσήμαντη, θα κατασκευάσουμε την αντίστροφη απεικόνιση ψ : Bn → An . Για σ = (a1 , a2 , . . . , an−2 ) ∈ Bn θέτουμε an−1 = 1 και ορίζουμε ως ψ(σ) το γράφημα, έστω T , στο σύνολο κορυφών [n] με ακμές {v1 , a1 }, {v2 , a2 }, . . . , {vn−1 , an−1 }, όπου τα v1 , v2 , . . . , vn−1 ορίζονται διαδοχικά ως εξής. Το v1 είναι το ελάχιστο στοιχείο του συνόλου {2, 3, . . . , n} που δεν εμφανίζεται στην ακολουθία σ (τέτοιο στοιχείο υπάρχει αφού η σ έχει το πολύ n − 2 διακεκριμένα στοιχεία). Γενικότερα, για 1 ≤ i ≤ n − 2 το vi είναι το ελάχιστο στοιχείο του συνόλου {2, 3, . . . , n}r{v1 , . . . , vi−1 } που δεν εμφανίζεται στην ακολουθία (ai , ai+1 , . . . , an−2 ) (ώστε το vn−1 είναι το μοναδικό στοιχείο του συνόλου {2, 3, . . . , n}r{v1 , . . . , vn−2 }). Για παράδειγμα, για n = 9 και σ = (8, 6, 2, 2, 4, 1, 6) έχουμε v1 = 3, v2 = 5, v3 = 7, v4 = 8, v5 = 2, v6 = 4, v7 = 9, v8 = 6 και το T είναι το δένδρο του Σχήματος 3.5. Θα δείξουμε ότι η ψ είναι καλά ορισμένη, δηλαδή ότι το T είναι δένδρο στο σύνολο κορυφών [n]. Αφού το T έχει n − 1 ακμές, σύμφωνα με την Πρόταση 3.3.2 (α) αρκεί να δείξουμε ότι το T είναι συνεκτικό. Θέτοντας vn = 1, ισχυριζόμαστε ότι (i) [n] = {v1 , v2 , . . . , vn } και (ii) κάθε κορυφή vk με 1 ≤ k ≤ n − 1 συνδέεται με ακμή στο T με κάποια κορυφή vj με k < j. Πράγματι, το (i) ισχύει αφού από τον ορισμό των κορυφών v1 , v2 , . . . , vn , αυτές είναι ανά δύο διαφορετικές.

84 Επίσης, για 1 ≤ k ≤ n − 1 υπάρχει η ακμή {vk , ak } του T και ισχύει vi 6= ak για i ≤ k. Επομένως έχουμε ak = vj για κάποιο j > k και συνεπώς ισχύει το (ii). Από τα (i) και (ii) προκύπτει ότι κάθε κορυφή του T συνδέεται με περίπατο στο T με την κορυφή vn = 1 και επομένως ότι το T είναι συνεκτικό. Αφήνεται στον αναγνώστη να δείξει ότι η απεικόνιση ψ είναι η αντίστροφη της ϕ. 2 Η προηγούμενη απόδειξη δόθηκε από τον Pr¨ ufer το 1918. Δύο άλλες σύντομες αποδείξεις δίνονται στις Ασκήσεις 20 και 21. Η ακολουθία ϕ(T ) = (a1 , a2 , . . . , an−2 ) για ένα δένδρο T στο σύνολο κορυφών [n] λέγεται κώδικας Pr¨ ufer του T .

3.3.3

Δένδρα με ρίζα

Στην παράγραφο αυτή θα αναφερθούμε σύντομα σε κάποιες από τις πολλές ενδιαφέρουσες παραλλαγές της έννοιας του δένδρου. Ορισμός 3.3.2 Δένδρο με ρίζα είναι ένα ζεύγος (T, r), όπου το T είναι δένδρο με μια διακεκριμένη κορυφή r, η οποία ονομάζεται ρίζα. ΄Ενα δένδρο στο σύνολο κορυφών [8] με ρίζα την κορυφή 2 απεικονίζεται στο Σχήμα 3.7. Η ρίζα ενός δένδρου συμβολίζεται συνήθως με μια τελεία μεγαλύτερη από αυτές που συμβολίζουν τις υπόλοιπες κορυφές. 2

1 5 7 6 8

3

4

Σχήμα 3.7: ΄Ενα δένδρα με ρίζα r = 2 στο σύνολο κορυφών [8]. ΄Εστω δένδρο T με σύνολο κορυφών V και ρίζα r. Γνωρίζουμε ότι για κάθε v ∈ V υπάρχει μοναδικό μονοπάτι στο T με αρχή v και πέρας r. Επιπλέον, όπως διαπιστώσαμε στη δεύτερη απόδειξη της Πρότασης 3.3.2 (τελευταία παράγραφος), για κάθε ακμή {u, v} του T ισχύει ένα και μόνο από τα παρακάτω: • Το μοναδικό μονοπάτι στο T με αρχή v και πέρας r διέρχεται από τη u. • Το μοναδικό μονοπάτι στο T με αρχή u και πέρας r διέρχεται από τη v.

85 Στην πρώτη περίπτωση λέμε ότι η v είναι διάδοχος της u και ότι η u είναι γονέας (ή προκάτοχος) της v και χρησιμοποιούμε την αντίστροφη ορολογία στη δεύτερη περίπτωση. Μια κορυφή v του T λέγεται φύλλο αν δεν έχει διαδόχους, διαφορετικά η v λέγεται εσωτερική κορυφή. Παρατηρηση. Η έννοια του φύλλου σε δένδρα με ρίζα διαφέρει από αυτήν της Παραγράφου 3.3.1 στο ότι η ρίζα θεωρείται φύλλο μόνο αν έχει βαθμό 0 στο T , δηλαδή αν είναι η μοναδική κορυφή του T . 2 Ορισμός 3.3.3 ΄Ενα δένδρο με ρίζα λέγεται δυαδικό αν κάθε εσωτερική κορυφή του έχει ακριβώς δύο διαδόχους. Παραδειγμα. Το δένδρο με ρίζα του Σχήματος 3.7 έχει πέντε φύλλα, τα 3, 4, 5, 6, 8 και τις τρεις εσωτερικές κορυφές 1, 2 και 7. Η κορυφή 7 έχει διαδόχους τις 3, 4, 8 και γονέα την κορυφή 1. Το δένδρο με ρίζα που προκύπτει από αυτό του Σχήματος 3.7 διαγράφοντας μία από τις κορυφές 3, 4 και 8 είναι δυαδικό και έχει τέσσερα φύλλα και τρεις εσωτερικές κορυφές. 2 Πρόταση 3.3.3 Κάθε δυαδικό δένδρο με n φύλλα έχει n − 1 εσωτερικές κορυφές. Απόδειξη. Θα χρησιμοποιήσουμε επαγωγή στο n. Το ζητούμενο ισχύει για n = 1. Υποθέτουμε ότι n ≥ 2 και θεωρούμε δυαδικό δένδρο T (με ρίζα) με n φύλλα. ΄Εστω δύο οποιαδήποτε φύλλα v1 , v2 του T με κοινό γονέα v. Διαγράφοντας τα v1 , v2 και τις ακμές {v, v1 } και {v, v2 } από το T προκύπτει ένα δυαδικό δένδρο T ′ με ρίζα εκείνη του T . Παρατηρούμε ότι η v είναι εσωτερική κορυφή του T και φύλλο του T ′ και συνεπώς ότι το T ′ έχει ένα φύλλο λιγότερο και μία εσωτερική κορυφή λιγότερη από το T . Ειδικότερα, το πλήθος των φύλλων του T ′ είναι ίσο με n − 1. Από την υπόθεση της επαγωγής προκύπτει ότι το πλήθος των εσωτερικών κορυφών του T ′ είναι ίσο με n − 2. ΄Αρα, το πλήθος των εσωτερικών κορυφών του T είναι ίσο με n − 1. 2 0

1

0

2

2

0

1

0

1

2

2

1

Σχήμα 3.8: Τα επίπεδα δένδρα στο σύνολο κορυφών {0, 1, 2} με ρίζα 0. Μια ακόμα σημαντική οικογένεια δένδρων είναι αυτή των επίπεδων (ή διατεταγμένων) δένδρων με ρίζα.

86 Ορισμός 3.3.4 Επίπεδο δένδρο με ρίζα είναι ένα δένδρο T με ρίζα, εφοδιασμένο με μία αναδιάταξη των διαδόχων της v για κάθε εσωτερική κορυφή v του T . Στο Σχήμα 3.8 απεικονίζονται τα τέσσερα επίπεδα δένδρα στο σύνολο κορυφών {0, 1, 2} με ρίζα 0. Οι διάδοχοι μιας εσωτερικής κορυφής v του T εμφανίζονται στο σχήμα από τα αριστερά προς τα δεξιά, σύμφωνα με την αναδιάταξη που ορίζεται από το T και τη v. Δύο δένδρα T = (V, E) και T ′ = (V ′ , E ′ ) με ρίζες r και r ′ , αντίστοιχα, λέγονται ισόμορφα (ως δένδρα με ρίζα) αν υπάρχει ισομορφισμός γραφημάτων f : V → V ′ με f (r) = r ′ . Για παράδειγμα, τα δύο τελευταία δένδρα του Σχήματος 3.8 είναι ισόμορφα ως δένδρα με ρίζα, όπου ο ισομορφισμός ανταλλάσσει τις κορυφές 1 και 2 και αφήνει την κορυφή 0 σταθερή. Ομοίως, δύο επίπεδα δένδρα T = (V, E) και T ′ = (V ′ , E ′ ) με ρίζες r και r ′ , αντίστοιχα, είναι ισόμορφα ως επίπεδα δένδρα με ρίζα αν υπάρχει ισομορφισμός γραφημάτων f : V → V ′ με f (r) = r ′ που διατηρεί την αναδιάταξη των διαδόχων για κάθε εσωτερική κορυφή του T . Προφανώς η σχέση του ισομορφισμού είναι σχέση ισοδυναμίας στο σύνολο των δένδρων με ρίζα (αντίστοιχα, επίπεδων δένδρων με ρίζα). Οι κλάσεις ισοδυναμίας της σχέσης αυτής λέγονται μη επιγεγραμμένα δένδρα με ρίζα (αντίστοιχα, επίπεδα μη επιγεγραμμένα δένδρα με ρίζα). Οι κλάσεις ισοδυναμίας που αποτελούνται από δυαδικά δένδρα είναι τα δυαδικά (επίπεδα) μη επιγεγραμμένα δένδρα με ρίζα. Για παράδειγμα, υπάρχουν δύο επίπεδα μη επιγεγραμμένα δένδρα με ρίζα με τρεις κορυφές (όπως προκύπτει από το Σχήμα 3.8), πέντε επίπεδα μη επιγεγραμμένα δένδρα με ρίζα με τέσσερις κορυφές (Σχήμα 3.9) και πέντε δυαδικά επίπεδα μη επιγεγραμμένα δένδρα με ρίζα με τέσσερα φύλλα (Σχήμα 3.10).

Σχήμα 3.9: Τα επίπεδα μη επιγεγραμμένα δένδρα με ρίζα, με τέσσερις κορυφές. Το πλήθος των επίπεδων μη επιγεγραμμένων δένδρων με ρίζα με n + 1 κορυφές είναι ίσο με το πλήθος των δυαδικών επίπεδων μη επιγεγραμμένων δένδρων με ρίζα με n + 1 φύλλα (ισοδύναμα, με n εσωτερικές κορυφές) για κάθε θετικό ακέραιο n 2n 1 (΄Ασκηση 28). Το πλήθος αυτό είναι ίσο με το γνωστό αριθμό Catalan n+1 n . Για άλλες συνδυαστικές ερμηνείες των αριθμών αυτών και περισσότερες πληροφορίες

87

Σχήμα 3.10: Τα δυαδικά επίπεδα μη επιγεγραμμένα δένδρα με ρίζα, με 4 φύλλα. παραπέμπουμε στις Παραγράφους 1.2.4 και 1.3.3 του [2] και στην Παράγραφο 6.2 και ΄Ασκηση 6.19 του [15].

3.4

Χρωματισμοί και ταιριάσματα

Στην παράγραφο αυτή θα εισάγουμε τις έννοιες του χρωματισμού, του χρωματικού αριθμού και του ταιριάσματος για γραφήματα. Από τις έννοιες αυτές θα οδηγηθούμε στη μελέτη των διμερών γραφημάτων και θα καταλήξουμε σε ένα χρήσιμο θεώρημα για την ύπαρξη ταιριασμάτων σε τέτοια γραφήματα, το Θεώρημα του Γάμου.

3.4.1

Ο χρωματικός αριθμός

΄Εστω ότι θέλουμε να χρωματίσουμε καθένα από τα 2n υποσύνολα του [n] με ένα από q διαθέσιμα χρώματα, έτσι ώστε δύο οποιαδήποτε ξένα μεταξύ τους υποσύνολα να έχουν διαφορετικό χρώμα. Ποιος είναι ο ελάχιστος αριθμός χρωμάτων που απαιτούνται; Το ερώτημα αυτό μπορεί να διατυπωθεί στη γλώσσα της θεωρίας γραφημάτων μέσω του ακόλουθου ορισμού. Ορισμός 3.4.1 ΄Εστω απλό γράφημα G = (V, E) και έστω q ∈ Z>0 . (α) Μια απεικόνιση κ : V → [q] λέγεται χρωματισμός του G με χρώματα 1, 2, . . . , q. Ο χρωματισμός κ λέγεται γνήσιος αν κ(u) 6= κ(v) για κάθε ακμή {u, v} ∈ E. (β) Ο ελάχιστος θετικός ακέραιος q για τον οποίο υπάρχει γνήσιος χρωματισμός κ : V → [q] του G λέγεται χρωματικός αριθμός του G και συμβολίζεται με χ(G).

΄Ωστε ένας χρωματισμός του G είναι γνήσιος αν αντιστοιχεί διαφορετικά χρώματα στα άκρα οποιασδήποτε ακμής. Ο χρωματικός αριθμός χ(G) ορίζεται με τον ίδιο τρόπο για τυχαίο (όχι αναγκαστικά απλό) γράφημα G = (V, E, ϕ). Επειδή όμως ο αριθμός αυτός παραμένει αμετάβλητος με τη διαγραφή ή προσθήκη παράλληλων ακμών στο G και είναι ίσος με μηδέν αν υπάρχει θηλιά στο G, επιλέξαμε να περιορίσουμε τον Ορισμό 3.4.1 στην περίπτωση των απλών γραφημάτων.

88 Παράδειγμα 3.4.1 (α) ΄Εστω σύνολο V με n στοιχεία. Αν G είναι το πλήρες απλό γράφημα στο σύνολο κορυφών V , τότε ένας χρωματισμός κ : V → [q] του G είναι γνήσιος αν και μόνο αν η απεικόνιση κ είναι 1–1. Από την Πρόταση 2.1.1 (α) συμπεραίνουμε ότι χ(G) = n. Αν G είναι το γράφημα στο σύνολο κορυφών V χωρίς ακμές, τότε κάθε χρωματισμός κ : V → [q] του G είναι γνήσιος και συνεπώς χ(G) = 1. (β) Ο ελάχιστος αριθμός χρωμάτων στον οποίο αναφερθήκαμε πριν τον Ορισμό 3.4.1 είναι ίσος με χ(Gn ), όπου Gn είναι το απλό γράφημα που ορίζεται ως εξής: Οι κορυφές του Gn είναι τα 2n υποσύνολα του [n] και δύο τέτοια υποσύνολα S, T ⊆ [n] συνδέονται με ακμή στο Gn αν και μόνο αν S ∩ T = ∅. Στο Παράδειγμα 3.4.2 (α) θα δείξουμε ότι χ(Gn ) = n + 1 για κάθε n ∈ N. (γ) ΄Εστω Hn = (V, E) το απλό γράφημα με κορυφές τα n2 τετράγωνα μιας n × n σκακιέρας στο οποίο δύο κορυφές συνδέονται με ακμή αν και μόνο αν αυτές βρίσκονται στην ίδια γραμμή ή στήλη. ΄Ενας γνήσιος χρωματισμός κ : V → [q] του Hn είναι μια αντιστοιχία ενός από τα χρώματα 1, 2, . . . , q σε κάθε τετράγωνο της σκακιέρας, τέτοια ώστε σε οποιαδήποτε δύο τετράγωνα που βρίσκονται στην ίδια γραμμή ή στήλη να αντιστοιχεί διαφορετικό χρώμα. Τέτοιες αντιστοιχίσεις με q = n λέγονται λατινικά τετράγωνα τάξης n. 2 Οι επόμενες δύο προτάσεις δίνουν κάποια φράγματα για το χρωματικό αριθμό χ(G), τα οποία μπορούν να φανούν χρήσιμα για τον υπολογισμό του. Λήμμα 3.4.1 Αν H είναι υπογράφημα του G, τότε χ(H) ≤ χ(G). Απόδειξη. ΄Εστω V το σύνολο κορυφών του G και κ : V → [q] γνήσιος χρωματισμός του G με q = χ(G) χρώματα. Ο περιορισμός του κ στο σύνολο κορυφών του H είναι επίσης γνήσιος χρωματισμός του H με q χρώματα και συνεπώς χ(H) ≤ q = χ(G). 2 Πρόταση 3.4.1 ΄Εστω απλό γράφημα G με n κορυφές. (α) Αν υπάρχουν m από τις κορυφές του G οι οποίες ανά δύο συνδέονται με ακμή, τότε χ(G) ≥ m.

(β) Αν για κάποιο ακέραιο d ισχύει deg(v) ≤ d για κάθε κορυφή v του G, τότε χ(G) ≤ d + 1. Ειδικότερα, χ(G) ≤ n.

Απόδειξη. (α) Από την υπόθεσή μας γνωρίζουμε ότι το G έχει υπογράφημα H το οποίο είναι πλήρες γράφημα με m κορυφές. Από το Παράδειγμα 3.4.1 (α) και το Λήμμα 3.4.1 παίρνουμε m = χ(H) ≤ χ(G), δηλαδή το ζητούμενο. (β) Χρησιμοποιούμε επαγωγή στο πλήθος n των κορυφών του G. Το ζητούμενο είναι φανερό για n = 1. Για n ≥ 2, έστω v ∈ V και έστω H το γράφημα που προκύπτει από το G διαγράφοντας την κορυφή v και όλες τις ακμές που έχουν τη v

89 ως ένα από τα άκρα τους. Ασφαλώς οι βαθμοί των κορυφών του H δεν υπερβαίνουν το d και επομένως, από την υπόθεση της επαγωγής, υπάρχει γνήσιος χρωματισμός κ του H με χρώματα 1, 2, . . . , d + 1. Ορίζοντας κ(v) = i για κάποιο 1 ≤ i ≤ d + 1 το οποίο δεν είναι το χρώμα κάποιας από τις d το πολύ γειτονικές κορυφές του v στο G, προκύπτει γνήσιος χρωματισμός κ : V → [d + 1] του G. Κατά συνέπεια έχουμε χ(G) ≤ d + 1. 2 Παράδειγμα 3.4.2 (α) Θα δείξουμε ότι για το γράφημα Gn του Παραδείγματος 3.4.1 (β) ισχύει χ(Gn ) = n + 1. ΄Εστω Vn το σύνολο κορυφών του Gn , δηλαδή το σύνολο των υποσυνόλων του [n]. Οι κορυφές ∅, {1}, {2}, . . . , {n} του Gn ανά δύο συνδέονται με ακμή και συνεπώς, σύμφωνα με το μέρος (α) της Πρότασης 3.4.1, ισχύει χ(Gn ) ≥ n + 1. Επίσης, ο χρωματισμός κ : Vn → [n + 1] του Gn με  min(S), αν S 6= ∅ κ(S) = n + 1, αν S = ∅ για S ⊆ [n], είναι γνήσιος αφού δύο ξένα μεταξύ τους μη κενά υποσύνολα του [n] έχουν διαφορετικά ελάχιστα στοιχεία. ΄Επεται ότι χ(Gn ) ≤ n + 1 και συνεπώς το ζητούμενο. (β) Ομοίως, για το γράφημα Hn του Παραδείγματος 3.4.1 (β) έχουμε χ(Hn ) = n. Πράγματι, τα n τετράγωνα μιας οποιασδήποτε γραμμής (ή στήλης) της σκακιέρας ανά δύο συνδέονται με ακμή στο Hn . Από το γεγονός αυτό προκύπτει ότι χ(Hn ) ≥ n. Αφήνεται στον αναγνώστη να δείξει ότι για κάθε θετικό ακέραιο n υπάρχουν γνήσιοι χρωματισμοί (λατινικά τετράγωνα) του Hn με n χρώματα (έναν τέτοιο για n = 8 είδαμε στο Σχήμα 2.4). 2 Παράδειγμα 3.4.3 Από την Πρόταση 3.4.1 (β) προκύπτει ότι αν G είναι μονοπάτι ή κύκλος, τότε χ(G) ≤ 3. Η περίπτωση της ισότητας ισχύει αν και μόνο αν το G είναι κύκλος περιττού μήκους (βλέπε την επόμενη παράγραφο). 2

3.4.2

Διμερή γραφήματα

΄Ενα απλό γράφημα G = (V, E) έχει χρωματικό αριθμό ίσο με 1 αν και μόνο αν E = ∅. Στην παράγραφο αυτή θα χαρακτηρίσουμε τα απλά γραφήματα με χρωματικό αριθμό ίσο με 2. Ορισμός 3.4.2 ΄Ενα απλό γράφημα G λέγεται διμερές αν υπάρχει διαμέριση {A, B} του συνόλου των κορυφών του G, τέτοια ώστε κάθε ακμή του G να συνδέει μια κορυφή που ανήκει στο σύνολο A με μια κορυφή που ανήκει στο σύνολο B. Παραδειγμα. (α) Τα πλήρη διμερή γραφήματα που περιγράψαμε στο Παράδειγμα 3.1.2 (γ) είναι διμερή, με την έννοια του Ορισμού 3.4.2. Το ίδιο ισχύει για το γράφημα του Σχήματος 3.11.

90

Σχήμα 3.11: ΄Ενα διμερές γράφημα με 9 κορυφές. (β) Κάθε γράφημα Μανχάταν (Παράδειγμα 3.1.2 (δ)) με τουλάχιστον δύο κορυφές είναι διμερές. Πράγματι, έστω G το γράφημα Μανχάταν με σύνολο κορυφών V = [m] × [n], όπου mn ≥ 2. Αν A, B είναι τα υποσύνολα του V με στοιχεία τις κορυφές (i, j) για τις οποίες ο ακέραιος i + j είναι άρτιος ή περιττός, αντίστοιχα, τότε το {A, B} είναι διαμέριση του V και κάθε ακμή του G συνδέει μια κορυφή του A με μια του B. 2 Η ακόλουθη πρόταση μπορεί να διατυπωθεί ισοδύναμα ως εξής: Ο χρωματικός αριθμός ενός απλού γραφήματος G είναι ίσος με 2 αν και μόνο αν το G είναι διμερές και έχει μία τουλάχιστον ακμή. Πρόταση 3.4.2 ΄Ενα απλό γράφημα G με τουλάχιστον δύο κορυφές είναι διμερές αν και μόνο αν χ(G) ≤ 2. Απόδειξη. Αν το G είναι διμερές με αντίστοιχη διαμέριση {A, B} του συνόλου V των κορυφών του, τότε η απεικόνιση κ : V → {1, 2} με κ(v) = 1 αν v ∈ A και κ(v) = 2 αν v ∈ B είναι γνήσιος χρωματισμός του G με δύο χρώματα. Κατά συνέπεια ισχύει χ(G) ≤ 2. Αντιστρόφως, υποθέτουμε ότι χ(G) ≤ 2 και αποδεικνύουμε ότι το G είναι διμερές. Αν χ(G) = 1, τότε το G δεν έχει ακμές και το ζητούμενο είναι φανερό. ΄Εστω ότι χ(G) = 2. Θεωρούμε γνήσιο χρωματισμό κ : V → {1, 2} του G και θέτουμε A = κ−1 (1) και B = κ−1 (2). Αφού χ(G) = 2, τα A, B είναι μη κενά και μάλιστα αποτελούν τα μέρη μιας διαμέρισης του V . Για οποιαδήποτε ακμή e = {u, v} του G ισχύει κ(u) 6= κ(v) και επομένως η e συνδέει μια κορυφή του A με μια του B. ΄Αρα, το G είναι διμερές γράφημα. 2 Παράδειγμα 3.4.4 Για έναν κύκλο G μήκους n τα ακόλουθα είναι ισοδύναμα: (i) το G είναι διμερές γράφημα, (ii) χ(G) = 2, (iii) ο ακέραιος n είναι άρτιος. Πράγματι, έστω V = {v1 , v2 , . . . , vn } το σύνολο κορυφών του G και {vi−1 , vi } οι ακμές του, όπου 1 ≤ i ≤ n και v0 = vn . ΄Ενας γνήσιος χρωματισμός του G με δύο χρώματα αντιστοιχεί το ένα χρώμα στις κορυφές vi με περιττό δείκτη i και το άλλο χρώμα σε αυτές με άρτιο δείκτη. Αφού v0 = vn , αυτό είναι δυνατό αν και μόνο αν ο n είναι άρτιος. Επομένως (ii) ⇔ (iii). Η ισοδυναμία (i) ⇔ (ii) προκύπτει από την Πρόταση 3.4.2.

91 Από τα προηγούμενα και το Παράδειγμα 3.4.3 προκύπτει ότι οι κύκλοι περιττού μήκους έχουν χρωματικό αριθμό ίσο με 3. 2 Πρόταση 3.4.3 ΄Ενα απλό γράφημα G με τουλάχιστον δύο κορυφές είναι διμερές αν και μόνο αν το G δεν περιέχει κύκλο περιττού μήκους ως υπογράφημα. Απόδειξη. ΄Εστω ότι το G περιέχει κύκλο H περιττού μήκους ως υπογράφημα. Από το Λήμμα 3.4.1 και το Παράδειγμα 3.4.4 συνάγουμε ότι χ(G) ≥ χ(H) = 3. Συνεπώς, σύμφωνα με την Πρόταση 3.4.2, το G δεν είναι διμερές. Αντιστρόφως, υποθέτουμε ότι το G δεν περιέχει κύκλο περιττού μήκους ως υπογράφημα. Θα δείξουμε ότι το G είναι διμερές. Παρατηρούμε ότι οι συνεκτικές συνιστώσες του G επίσης δεν περιέχουν κύκλους περιττού μήκους και ότι αρκεί να δείξουμε το ζητούμενο για εκείνες που έχουν δύο τουλάχιστον κορυφές. Συνεπώς μπορούμε να υποθέσουμε, χωρίς να βλάψουμε τη γενικότητα, ότι το G είναι συνεκτικό. ΄Εστω V το σύνολο κορυφών του G και έστω v ∈ V . Για τυχαία κορυφή u ∈ V υπάρχει τουλάχιστον ένας περίπατος στο G με αρχή v και πέρας u. Αφού το G δεν περιέχει κύκλο περιττού μήκους, είτε όλοι αυτοί οι περίπατοι έχουν άρτιο μήκος, είτε όλοι έχουν περιττό μήκος (εξηγήστε γιατί). Συμβολίζουμε με A και B, αντίστοιχα, το σύνολο των κορυφών u στις δύο περιπτώσεις. Αφήνεται στον αναγνώστη να δείξει ότι {A, B} είναι διαμέριση του V και ότι οποιαδήποτε ακμή του G συνδέει μια κορυφή του A με μια του B. 2 Πόρισμα 3.4.1 Κάθε δένδρο με δύο τουλάχιστον κορυφές είναι διμερές γράφημα. Απόδειξη. Προκύπτει άμεσα από την Πρόταση 3.4.3.

3.4.3

2

Το Θεώρημα του Γάμου

΄Εστω απλό γράφημα G = (V, E). Ορισμός 3.4.3 ΄Ενα υποσύνολο F του συνόλου των ακμών του G λέγεται ταίριασμα (ή ζευγάρωμα) αν κάθε κορυφή του G είναι άκρο το πολύ μίας ακμής που ανήκει στο F . Το F λέγεται τέλειο ταίριασμα (ή τέλειο ζευγάρωμα) αν κάθε κορυφή του G είναι άκρο ακριβώς μίας ακμής που ανήκει στο F . Παραδειγμα. (α) ΄Ενα τέλειο ταίριασμα του 5 × 4 γραφήματος Μανχάταν (βλέπε Σχήμα 3.4) απεικονίζεται στο Σχήμα 3.12. (β) Κάθε κύκλος άρτιου μήκους έχει ακριβώς δύο τέλεια ταιριάσματα (ο κύκλος μήκους 8 και τα τέλεια ταιριάσματα αυτού απεικονίζονται στο Σχήμα 3.13). Κάθε

92

Σχήμα 3.12: ΄Ενα τέλειο ταίριασμα του γραφήματος του Σχήματος 3.4.

Σχήμα 3.13: Τα τέλεια ταιριάσματα του κύκλου μήκους 8. κύκλος μήκους 2n + 1 έχει ακριβώς 2n + 1 ταιριάσματα με n στοιχεία και κανένα τέλειο ταίριασμα. (γ) Το γράφημα G του Σχήματος 3.14 έχει 34 κορυφές και 60 ακμές. Ισχυριζόμαστε ότι το γράφημα αυτό δεν έχει τέλειο ταίριασμα. Πράγματι, το G είναι διμερές (εξηγήστε γιατί) με αντίστοιχη διαμέριση του συνόλου των κορυφών σε σύνολα με 16 και 18 στοιχεία. Είναι φανερό ότι ένα τυχαίο ταίριασμα ενός γραφήματος με τις ιδιότητες αυτές έχει το πολύ 16 ακμές και συνεπώς δεν είναι τέλειο. 2

Σχήμα 3.14: ΄Ενα απλό γράφημα με 34 κορυφές. Πότε έχει ένα γράφημα τέλειο ταίριασμα; Θα απαντήσουμε το ερώτημα αυτό για διμερή γραφήματα. ΄Εστω ότι το απλό γράφημα G = (V, E) είναι διμερές, με αντίστοιχη διαμέριση {A, B} του συνόλου V . Θα εξετάσουμε πρώτα το εξής ερώτημα: Πότε έχει το G ταίριασμα F , τέτοιο ώστε κάθε στοιχείο του A να είναι άκρο ακμής

93 που ανήκει στο F ; Μια προφανής αναγκαία συνθήκη είναι ότι για κάθε υποσύνολο S του A, έστω με r στοιχεία, θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον r κορυφές του B η καθεμιά από τις οποίες συνδέεται με ακμή στο G με μια τουλάχιστον κορυφή στο S. Πράγματι, αν υπάρχει τέτοιο ταίριασμα F του G, τότε οι γειτονικές κορυφές των στοιχείων του S στο F είναι r σε πλήθος και έχουν τη ζητούμενη ιδιότητα. Συμβολίζοντας με N (S) το σύνολο των κορυφών του G οι οποίες συνδέονται με ακμή στο G με μια τουλάχιστον κορυφή στο S, θα πρέπει επομένως να ισχύει #N (S) ≥ #S για κάθε S ⊆ A. Η αναγκαία αυτή συνθήκη είναι και ικανή, όπως δηλώνει το ακόλουθο θεώρημα. Θεώρημα 3.4.1 ΄Εστω G απλό διμερές γράφημα με διαμέριση {A, B} του συνόλου των κορυφών, τέτοια ώστε κάθε ακμή του G συνδέει ένα στοιχείο του A με ένα στοιχείο του B. Τα ακόλουθα είναι ισοδύναμα: (i) Υπάρχει ταίριασμα F του G, τέτοιο ώστε κάθε στοιχείο του A είναι άκρο ακμής που ανήκει στο F . (ii) Ισχύει #N (S) ≥ #S για κάθε S ⊆ A. Απόδειξη. ΄Εχουμε ήδη αναφερθεί στη συνεπαγωγή (i) ⇒ (ii). Θα δείξουμε ότι (ii) ⇒ (i) χρησιμοποιώντας επαγωγή στο πλήθος των στοιχείων του A. Το ζητούμενο είναι φανερό αν το A έχει ένα μόνο στοιχείο. Υποθέτουμε ότι #A ≥ 2 και διακρίνουμε δύο περιπτώσεις. (α) ΄Εστω ότι ισχύει #N (S) ≥ #S + 1 για κάθε μη κενό, γνήσιο υποσύνολο S του A. Επιλέγουμε τυχαία ακμή {a, b} του G, όπου a ∈ A και b ∈ B, και συμβολίζουμε με H το επαγόμενο υπογράφημα του G στο σύνολο κορυφών V r{a, b}. Παρατηρούμε ότι το H είναι απλό διμερές γράφημα, με αντίστοιχη διαμέριση του V r{a, b} στα σύνολα Ar{a} και Br{b}. Από την υπόθεσή μας, γνωρίζουμε ότι για κάθε υποσύνολο S του Ar{a} με r στοιχεία ισχύει #N (S) ≥ r + 1. Επομένως, υπάρχουν τουλάχιστον r κορυφές του H η καθεμιά από τις οποίες συνδέεται με ακμή με μια τουλάχιστον κορυφή του H που ανήκει στο S. Κατά συνέπεια, η συνθήκη (ii) του θεωρήματος ισχύει για το H και το Ar{a}. Από την υπόθεση της επαγωγής συμπεραίνουμε ότι υπάρχει ταίριασμα F0 του H για το οποίο κάθε στοιχείο του Ar{a} είναι άκρο ακμής που ανήκει στο F0 και διαπιστώνουμε ότι το F0 ∪ {{a, b}} είναι ταίριασμα του G με την επιθυμητή ιδιότητα.

94 (β) ΄Εστω ότι υπάρχει γνήσιο υποσύνολο S του A, τέτοιο ώστε #N (S) = #S. Θέτουμε A1 = S, B1 = N (S), A2 = ArS και B2 = BrN (S) και για i = 1, 2 συμβολίζουμε με Hi το επαγόμενο υπογράφημα του G στο σύνολο κορυφών Ai ∪ Bi . Προφανώς το Hi είναι απλό διμερές γράφημα, με αντίστοιχη διαμέριση του συνόλου των κορυφών {Ai , Bi }. Είναι φανερό ότι η συνθήκη (ii) του θεωρήματος ισχύει για το H1 και το A1 . Θα δείξουμε ότι ισχύει επίσης για το H2 και το A2 . ΄Εστω τυχαίο σύνολο T ⊆ A2 = ArS. Γνωρίζουμε ότι ισχύει #N (S ∪ T ) ≥ #(S ∪ T ) = #S + #T στο G. Από τη σχέση αυτή και την υπόθεση #N (S) = #S προκύπτει ότι υπάρχουν τουλάχιστον #T στοιχεία του B2 , καθένα από τα οποία συνδέεται με ακμή με μια τουλάχιστον κορυφή του G που ανήκει στο S ∪ T . Αφού τα στοιχεία του B2 δε συνδέονται με ακμές με στοιχεία του S, έπεται ότι υπάρχουν τουλάχιστον #T στοιχεία του B2 , καθένα από τα οποία συνδέεται με ακμή με μια τουλάχιστον κορυφή του G που ανήκει στο T . ΄Αρα, ισχύει ο ισχυρισμός μας για το H2 και το A2 . Από την υπόθεση της επαγωγής συμπεραίνουμε ότι για i ∈ {1, 2}, υπάρχει ταίριασμα Fi του Hi τέτοιο ώστε κάθε στοιχείο του Ai είναι άκρο ακμής που ανήκει στο Fi . Προφανώς το σύνολο F = F1 ∪ F2 είναι ταίριασμα του G και κάθε στοιχείο του A είναι άκρο ακμής που ανήκει στο F . Το γεγονός αυτό ολοκληρώνει την επαγωγή και την απόδειξη του θεωρήματος. 2

Σχήμα 3.15: ΄Ενα ταίριασμα για το γράφημα του Σχήματος 3.11. Το διμερές γράφημα του Σχήματος 3.11 επαληθεύει τη συνθήκη (ii) του Θεωρήματος 3.4.1, όπου A είναι το σύνολο των τεσσάρων κορυφών στην αριστερή πλευρά. Το Σχήμα 3.15 απεικονίζει ένα ταίριασμα για το γράφημα αυτό, όπως προβλέπει το Θεώρημα 3.4.1. Η επόμενη πρόταση είναι άμεση συνέπεια του θεωρήματος. Πόρισμα 3.4.2 (Θεώρημα του Γάμου) ΄Εστω G απλό διμερές γράφημα με διαμέριση {A, B} του συνόλου των κορυφών, τέτοια ώστε κάθε ακμή του G συνδέει ένα στοιχείο του A με ένα στοιχείο του B. Τότε υπάρχει τέλειο ταίριασμα του G, αν και

95 μόνο αν #A = #B και ισχύει #N (S) ≥ #S για κάθε S ⊆ A.

2

Το Θεώρημα 3.4.1 μπορεί να διατυπωθεί διαφορετικά ως εξής. ΄Εστω σύνολα A1 , A2 , . . . , An . Μια ακολουθία (x1 , x2 , . . . , xn ) διαφορετικών ανά δύο στοιχείων της ένωσης των συνόλων αυτών λέγεται Σύστημα Διακεκριμένων Αντιπροσώπων (ΣΔΑ) για τα A1 , A2 , . . . , An αν xi ∈ Ai για κάθε 1 ≤ i ≤ n. Για παράδειγμα για n = 5, η ακολουθία x1 = 2, x2 = 4, x3 = 3, x4 = 5, x5 = 1 αποτελεί ΣΔΑ για τα σύνολα A1 = {1, 2, 3}, A2 = {2, 4, 5}, A3 = {3}, A4 = {1, 5} και A5 = {1, 4}. Αντιθέτως, για n = 4 δεν υπάρχει ΣΔΑ για τα σύνολα B1 = {1, 2, 3, 4}, B2 = {2}, B3 = {4} και B4 = {2, 4}. Πόρισμα 3.4.3 Τα σύνολα A1 , A2 , . . . , An έχουν ΣΔΑ αν και μόνο αν για κάθε 1 ≤ r ≤ n, η ένωση οποιονδήποτε r από τα σύνολα αυτά έχει τουλάχιστον r στοιχεία, δηλαδή αν και μόνο αν ισχύει # (Ai1 ∪ Ai2 ∪ · · · ∪ Air ) ≥ r

(3.1)

για κάθε επιλογή δεικτών 1 ≤ i1 < · · · < ir ≤ n. Απόδειξη. ΄Εστω A = [n] και B η ένωση των συνόλων Ai . Υποθέτουμε χωρίς βλάβη της γενικότητας ότι τα A και B είναι ξένα μεταξύ τους και θεωρούμε το απλό διμερές γράφημα G στο σύνολο κορυφών A ∪ B, στο οποίο τα i ∈ A και b ∈ B ενώνονται με ακμή αν και μόνο αν b ∈ Ai . Ισχυριζόμαστε ότι (α) τα A1 , A2 , . . . , An έχουν ΣΔΑ αν και μόνο αν ισχύει η συνθήκη (i) του Θεωρήματος 3.4.1 για το G και (β) ισχύει η (3.1) για τα A1 , A2 , . . . , An αν και μόνο αν ισχύει η συνθήκη (ii) του Θεωρήματος 3.4.1 για το G. Πράγματι, για το (α) παρατηρούμε ότι μια ακολουθία (x1 , x2 , . . . , xn ) είναι ΣΔΑ για τα A1 , A2 , . . . , An αν και μόνο αν το σύνολο {{i, xi } : 1 ≤ i ≤ n} είναι ταίριασμα του G. Για το (β) αρκεί να παρατηρήσουμε ότι αν S = {i1 , i2 , . . . , ir } ⊆ A, τότε έχουμε N (S) = Ai1 ∪ Ai2 ∪ · · · ∪ Air στο γράφημα G. Το ζητούμενο προκύπτει από το Θεώρημα 3.4.1 και τους ισχυρισμούς (α) και (β). 2 Εφαρμογή: Μαγικά τετράγωνα. Κλείνουμε την παράγραφο αυτή με μια από τις πολλές ενδιαφέρουσες εφαρμογές του Θεωρήματος του Γάμου. Ονομάζουμε μαγικό τετράγωνο, με μαγικό άθροισμα k, έναν τετραγωνικό πίνακα με στοιχεία μη αρνητικούς ακεραίους, κάθε γραμμή και κάθε στήλη του οποίου έχει άθροισμα ίσο με k. Για παράδειγμα, ο πίνακας   2 0 2 A =  1 3 0  (3.2) 1 1 2

96 είναι ένα 3 × 3 μαγικό τετράγωνο με μαγικό άθροισμα k = 4. Τα n × n μαγικά τετράγωνα με μαγικό άθροισμα k = 1 είναι ακριβώς οι n×n πίνακες - μετάθεση, δηλαδή οι n × n πίνακες κάθε γραμμή και κάθε στήλη των οποίων έχει ένα στοιχείο ίσο με 1 και τα υπόλοιπα ίσα με 0. Παρατηρούμε ότι το άθροισμα δύο μαγικών τετραγώνων της ίδιας διάστασης με μαγικό άθροισμα s και t, αντίστοιχα, είναι επίσης μαγικό τετράγωνο με μαγικό άθροισμα s+t. Κατά συνέπεια το άθροισμα οποιωνδήποτε, έστω k σε πλήθος, n × n πινάκων-μεταθέσεων είναι μαγικό τετράγωνο με μαγικό άθροισμα ίσο με k. Είναι κάθε μαγικό τετράγωνο ίσο με το άθροισμα πινάκων-μεταθέσεων; Για παράδειγμα, το τετράγωνο (3.2) γράφεται ως άθροισμα τεσσάρων πινάκων-μεταθέσεων ως εξής: 

1 A =  0 0

0 1 0

  0 1 0  +  0 1 0

0 1 0

  0 0 0  +  0 1 1

0 1 0

  1 0 0  +  1 0 0

0 0 1

 1 0 . 0

Η ακόλουθη πρόταση δίνει καταφατική απάντηση στο ερώτημά μας. Πρόταση 3.4.4 Κάθε μαγικό τετράγωνο μπορεί να γραφεί ως άθροισμα πινάκωνμεταθέσεων. Απόδειξη. ΄Εστω A ένα n × n μαγικό τετράγωνο με μαγικό άθροισμα k. Ισχυριζόμαστε ότι αν k ≥ 1, τότε ο πίνακας A είναι ίσος με το άθροισμα ενός n × n πίνακαμετάθεση και ενός μαγικού τετραγώνου με μαγικό άθροισμα k − 1. Το ζητούμενο προκύπτει από τον ισχυρισμό αυτό με επαγωγή στο k. Συμβολίζουμε με aij το στοιχείο του A στη γραμμή i και στήλη j. Θέτουμε [n]′ = {1′ , 2′ , . . . , n′ } και ορίζουμε το απλό διμερές γράφημα GA με σύνολο κορυφών [n] ∪ [n]′ και ακμές τα σύνολα {i, j ′ } για τα οποία aij ≥ 1. Θα δείξουμε ότι για το GA και το σύνολο [n] ισχύει η συνθήκη (ii) του Θεωρήματος 3.4.1. ΄Εστω S ⊆ [n] με #S = r. Το άθροισμα των στοιχείων των γραμμών του A με δείκτη i ∈ S είναι ίσο με rk. Αφού κάθε στήλη του A έχει άθροισμα ίσο με k, τουλάχιστον r στήλες του A έχουν η καθεμιά μη μηδενικό στοιχείο σε κάποια γραμμή με δείκτη i ∈ S. Αυτό σημαίνει ότι ισχύει #N (S) ≥ r στο GA . Από το Πόρισμα 3.4.2 συμπεραίνουμε ότι το GA έχει τέλειο ταίριασμα. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει αναδιάταξη (σ1 , σ2 , . . . , σn ) του [n] για την οποία ισχύει ai σi ≥ 1 για 1 ≤ i ≤ n. Επομένως μπορούμε να γράψουμε A = P + B, όπου P είναι ο n × n πίνακας - μετάθεση με μη μηδενικά στοιχεία στις θέσεις (i, σi ) για 1 ≤ i ≤ n και B είναι n × n πίνακας με στοιχεία μη αρνητικούς ακεραίους. Είναι φανερό ότι ο B = A−P είναι μαγικό τετράγωνο με μαγικό άθροισμα k − 1. Αυτό ολοκληρώνει την απόδειξη του ισχυρισμού μας, άρα και της πρότασης. 2

97

3.5

Το χρωματικό πολυώνυμο

Στην παράγραφο αυτή θα μας απασχολήσουν τα εξής ερωτήματα: Πόσοι είναι οι γνήσιοι χρωματισμοί ενός γραφήματος που χρησιμοποιούν ένα δοσμένο πλήθος χρωμάτων q; Πώς μεταβάλλεται αυτή η ποσότητα ως συνάρτηση του q; Ορισμός 3.5.1 ΄Εστω απλό γράφημα G. Για q ∈ Z>0 συμβολίζουμε με χG (q) το πλήθος των γνήσιων χρωματισμών του G με χρώματα 1, 2, . . . , q και ονομάζουμε χρωματικό πολυώνυμο του G τη συνάρτηση χG : Z>0 → N. Παρατηρούμε ότι ο χρωματικός αριθμός του G είναι ίσος με τον ελάχιστο θετικό ακέραιο q για τον οποίο ισχύει χG (q) 6= 0 και ότι για δύο ισόμορφα γραφήματα G1 και G2 ισχύει χG1 (q) = χG2 (q). Παράδειγμα 3.5.1 ΄Εστω απλό γράφημα G = (V, E) με n κορυφές. (α) Αν E = ∅, τότε κάθε χρωματισμός κ : V → [q] του G είναι γνήσιος και συνεπώς το χG (q) είναι ίσο με το πλήθος όλων των απεικονίσεων κ : V → [q], δηλαδή χG (q) = q n . Αν το G είναι το πλήρες απλό γράφημα στο σύνολο κορυφών V , τότε (όπως προκύπτει από τις διαπιστώσεις μας στο Παράδειγμα 3.4.1) το χG (q) είναι ίσο με το πλήθος όλων των 1–1 απεικονίσεων κ : V → [q]. Συνεπώς, σύμφωνα με το μέρος (α) της Πρότασης 1.4.1 έχουμε χG (q) = q(q − 1) · · · (q − n + 1). (β) ΄Εστω V = {v1 , v2 , . . . , vn } και έστω ότι G είναι το μονοπάτι με ακμές {vi−1 , vi } για 2 ≤ i ≤ n. Για να επιλέξουμε ένα γνήσιο χρωματισμό κ : V → [q] του G έχουμε διαδοχικά q επιλογές για το χρώμα κ(v1 ) και q − 1 επιλογές για καθένα από τα χρώματα κ(v2 ), . . . , κ(vn ) ώστε κ(vi ) 6= κ(vi−1 ) για 2 ≤ i ≤ n. Από την πολλαπλασιαστική αρχή συμπεραίνουμε ότι χG (q) = q(q − 1)n−1 . 2 Θα δείξουμε (Πόρισμα 3.5.1) ότι η συνάρτηση χG είναι όντως πολυώνυμο στο q με τρεις διαφορετικούς τρόπους. Ο πρώτος βασίζεται στην ακόλουθη πρόταση. ΄Ενα υποσύνολο W του συνόλου των κορυφών του G λέγεται ανεξάρτητο (ή ευσταθές) αν δεν υπάρχει ακμή του G τα άκρα της οποίας να ανήκουν στο W . Πρόταση 3.5.1 Για κάθε απλό γράφημα G = (V, E) με n κορυφές ισχύει χG (q) =

n X k=1

ck q(q − 1) · · · (q − k + 1),

(3.3)

όπου ck είναι το πλήθος διαμερίσεων του V σε k ανεξάρτητα μέρη. Απόδειξη. ΄Ενας γνήσιος χρωματισμός κ του G με χρώματα 1, 2, . . . , q είναι μια απεικόνιση κ : V → [q] για την οποία το κ−1 (j) είναι ανεξάρτητο υποσύνολο του G για κάθε j ∈ [q]. Επομένως, τα μη κενά από τα υποσύνολα αυτά αποτελούν τα μέρη μιας

98 διαμέρισης του V , καθένα από τα οποία είναι ανεξάρτητο υποσύνολο του V . Υπάρχουν ck τρόποι να επιλέξει κανείς μια τέτοια διαμέριση με k μέρη και q(q − 1) · · · (q − k + 1) τρόποι να αντιστοιχίσει ένα από τα χρώματα 1, 2, . . . , q σε κάθε μέρος, ώστε ανά δύο τα χρώματα αυτά να είναι διαφορετικά. ΄Επεται η (3.3). 2 Παραδειγμα. ΄Εστω ότι το G είναι κύκλος μήκους 4 με ακμές {v1 , v2 }, {v2 , v3 }, {v3 , v4 } και {v1 , v4 }. Τότε c1 = 0, c2 = 1, c3 = 2 και c4 = 1. Για παράδειγμα, η μοναδική διαμέριση του συνόλου {v1 , v2 , v3 , v4 } των κορυφών σε δύο ανεξάρτητα μέρη είναι η {{v1 , v3 }, {v2 , v4 }}. Επομένως, η ισότητα (3.3) δίνει χG (q) = q(q − 1) + 2q(q − 1)(q − 2) + q(q − 1)(q − 2)(q − 3) = q 4 − 4q 3 + 6q 2 − 3q.

Παράδειγμα 3.5.2 (α) ΄Εστω ότι G = (V, ∅) είναι το γράφημα σε σύνολο κορυφών V με n στοιχεία χωρίς ακμές. Τότε κάθε υποσύνολο του V είναι ανεξάρτητο και συνεπώς ο ακέραιος ck που περιγράφεται στην Πρόταση 3.5.1 είναι ίσος με το συνολικό πλήθος S(n, k) των διαμερίσεων ενός συνόλου με n στοιχεία σε k μέρη (βλέπε ΄Ασκηση 12 του Κεφαλαίου 2). Αφού χG (q) = q n , ο τύπος (3.3) εξειδικεύεται στην ταυτότητα n X qn = S(n, k) q(q − 1) · · · (q − k + 1) (3.4) k=1

που προτείνεται στο μέρος (γ) της προαναφερθείσας άσκησης.

2

Πόρισμα 3.5.1 Για κάθε απλό γράφημα G = (V, E) με n κορυφές, η συνάρτηση χG (q) είναι πολυώνυμο στο q βαθμού n. Επιπλέον, αν χG (q) =

n X

ai q n−i ,

(3.5)

i=0

τότε a0 = 1, an = 0 και a1 = −m, όπου m είναι το πλήθος των ακμών του G. Απόδειξη. Είναι φανερό από την (3.3) ότι το χG (q) γράφεται στη μορφή (3.5) με σταθερό όρο an = 0. Υπολογίζοντας τους συντελεστές του q n και του q n−1 στο n δεξιό μέλος της (3.3) βρίσκουμε ότι a0 = cn και a1 = −cn 2 + cn−1 . Παρατηρώντας (εξηγήστε πώς) ότι cn = 1 και cn−1 = n2 − m, συμπεραίνουμε ότι a0 = 1 και ότι 2 a1 = −m. Ο δεύτερος τρόπος που θα χρησιμοποιήσουμε για να δείξουμε ότι το χG (q) είναι πολυώνυμο στο q βασίζεται στην τεχνική της διαγραφής - συστολής, μιας σημαντικής τεχνικής της θεωρίας γραφημάτων. Δοσμένου απλού γραφήματος G = (V, E) και ακμής e ∈ E, λέμε ότι το γράφημα (V, Er{e}) προκύπτει με διαγραφή της e από

99 το G και το συμβολίζουμε με Gre. Συμβολίζουμε επίσης με G/e το γράφημα που ορίζεται ως εξής: Το σύνολο κορυφών του G/e προκύπτει από το V αντικαθιστώντας τα άκρα της e με μια νέα κορυφή u. Το σύνολο των ακμών του G/e προκύπτει από το E διαγράφοντας τις ακμές του G που έχουν ένα τουλάχιστον κοινό άκρο με την e και προσθέτοντας ως ακμές τα σύνολα {u, v}, όπου το v ∈ V δεν είναι άκρο της e και συνδέεται με ακμή στο G με ένα τουλάχιστον άκρο της e. Λέμε ότι το G/e προκύπτει από το G με συστολή της ακμής e. ΄Ενα παράδειγμα διαγραφής και συστολής απεικονίζεται στο Σχήμα 3.16.

u e

G

G\e

G/e

Σχήμα 3.16: Διαγραφή και συστολή της e στο γράφημα G.

Λήμμα 3.5.1 (Θεώρημα Διαγραφής - Συστολής) Για τυχαίο απλό γράφημα G και ακμή του e ισχύει χG (q) = χGre (q) − χG/e (q).

Απόδειξη. ΄Εστω V το σύνολο των κορυφών του G και έστω e = {u, v}. Παρατηρούμε ότι για ένα γνήσιο χρωματισμό κ : V → [q] του Gre ισχύει είτε κ(u) 6= κ(v), είτε κ(u) = κ(v). Οι γνήσιοι χρωματισμοί με την ιδιότητα κ(u) 6= κ(v) συμπίπτουν με τους γνήσιους χρωματισμούς του G με χρώματα 1, 2, . . . , q και συνεπώς το πλήθος τους είναι ίσο με χG (q). Οι γνήσιοι χρωματισμοί με την ιδιότητα κ(u) = κ(v) βρίσκονται σε εμφανή 1–1 αντιστοιχία με τους γνήσιους χρωματισμούς του G/e με χρώματα 1, 2, . . . , q και συνεπώς το πλήθος τους είναι ίσο με χG/e (q). ΄Επεται ότι χGre (q) = χG (q) + χG/e (q), δηλαδή το ζητούμενο. 2 Παραδειγμα. ΄Εστω G το απλό γράφημα στο σύνολο κορυφών V = {v1 , v2 , v3 , v4 } με ακμές {v1 , v2 }, {v1 , v3 }, {v2 , v3 }, {v2 , v4 } και {v3 , v4 }. Παρατηρούμε ότι G = Kre, όπου K είναι το πλήρες απλό γράφημα στο σύνολο κορυφών V και e = {v1 , v4 }, και ότι το K/e είναι πλήρες απλό γράφημα με τρεις κορυφές. Από το Παράδειγμα 3.5.1

100 (α) έχουμε χK (q) = q(q − 1)(q − 2)(q − 3) και χK/e (q) = q(q − 1)(q − 2). Από το Λήμμα 3.5.1 συμπεραίνουμε ότι χG (q) = χK (q) + χK/e (q) = q(q − 1)(q − 2)2 . Δεύτερη απόδειξη του Πορίσματος 3.5.1. Εφαρμόζουμε επαγωγή στο πλήθος m των ακμών του G. Αν m = 0, τότε έχουμε χG (q) = q n από το Παράδειγμα 3.5.1 (α) και το ζητούμενο ισχύει. ΄Εστω m ≥ 1 και e τυχαία ακμή του G. Το γράφημα Gre έχει n κορυφές και m − 1 ακμές, ενώ το G/e έχει n − 1 κορυφές. Επομένως, από την υπόθεση της επαγωγής έχουμε χGre (q) =

n X

bi q n−i

i=0

και χG/e (q) =

n−1 X

ci q n−i−1 ,

i=0

όπου b0 = c0 = 1, b1 = −m + 1 και bn = cn−1 = 0. Το ζητούμενο προκύπτει από τις σχέσεις αυτές και το Λήμμα 3.5.1. 2 ΄Ενας ακόμη μη αναγωγικός τύπος για το χρωματικό πολυώνυμο δίνεται στην ακόλουθη πρόταση. Για απλό γράφημα G = (V, E) και S ⊆ E, συμβολίζουμε με GS το παράγον υπογράφημα (V, S) του G με σύνολο ακμών S και με c(S) το πλήθος των συνεκτικών συνιστωσών του GS . Για παράδειγμα, αν G είναι το δένδρο του Σχήματος 3.5 και S = {{1, 4}, {5, 6}}, τότε c(S) = 3. Πρόταση 3.5.2 Για κάθε απλό γράφημα G = (V, E) ισχύει X (−1)#S q c(S) , χG (q) =

(3.6)

S⊆E

όπου c(S) είναι το πλήθος των συνεκτικών συνιστωσών του GS = (V, S). Απόδειξη. ΄Εστω A το σύνολο όλων των χρωματισμών κ : V → [q] του G και για e ∈ E με e = {u, v}, έστω Ae το σύνολο εκείνων των στοιχείων κ του A με την ιδιότητα κ(u) = κ(v). Προφανώς το σύνολο των γνήσιων χρωματισμών του G με χρώματα 1, 2, . . . , q είναι ίσο με το σύνολο [ Ae . A− e∈E

Συνεπώς, από την αρχή εγκλεισμού-αποκλεισμού (Θεώρημα 1.4.1) έχουμε ότι X \ χG (q) = (−1)#S # Ae . S⊆E

e∈S

101 T Αρκεί επομένως να δείξουμε ότι το σύνολο e∈S Ae έχει ακριβώς q c(S) στοιχεία για κάθε S ⊆ E. Πράγματι, ένας χρωματισμός κ : V → [q] του G ανήκει στο σύνολο αυτό αν και μόνο αν λαμβάνει την ίδια τιμή στα άκρα κάθε ακμής στο S. Ισοδύναμα, αυτό συμβαίνει αν και μόνο αν ο κ λαμβάνει την ίδια τιμή σε κορυφές του G που ανήκουν στην ίδια συνεκτική συνιστώσα του GS . Το πλήθος των χρωματισμών κ : V → [q] του G με την ιδιότητα αυτή είναι προφανώς ίσο με q c(S) . 2 Παραδειγμα. Αν G είναι το απλό πλήρες γράφημα με τρεις κορυφές, τότε έχουμε c(∅) = 3, c(S) = 2 αν το S έχει ένα στοιχείο και c(S) = 1 αν το S έχει δύο ή τρία στοιχεία. Κατά συνέπεια η (3.6) δίνει χG (q) = q 3 − 3q 2 + 3q − q = q(q − 1)(q − 2). Τρίτη απόδειξη του Πορίσματος 3.5.1. Παρατηρώντας ότι στην (3.6) ισχύει c(S) = n αν και μόνο αν S = ∅, συμπεραίνουμε ότι η συνάρτηση χG (q) γράφεται στη μορφή (3.5) με a0 = 1. Οι σχέσεις an = 0 και a1 = −m προκύπτουν παρατηρώντας ότι c(S) ≥ 1 για κάθε S ⊆ E και ότι c(S) = n − 1 εάν και μόνο αν το S ⊆ E έχει ένα μόνο στοιχείο. 2 ΄Ακυκλοι προσανατολισμοί. Κλείνουμε την παράγραφο αυτή με μια εφαρμογή της μεθόδου της διαγραφής - συστολής σε προσανατολισμούς γραφημάτων. ΄Εστω γράφημα G = (V, E, ϕ) και e ∈ E με ϕ(e) = {a, b}. Προσανατολισμός της e λέγεται η επιλογή μιας από τις κορυφές a, b ως αρχικής κορυφής της e. Η ακμή e λέγεται προσανατολισμένη και αν a είναι η αρχική κορυφή της e, τότε η b είναι η τελική κορυφή της (ώστε η αρχική και τελική κορυφή της προσανατολισμένης ακμής e συμπίπτουν αν και μόνο αν η e είναι θηλιά). Ορισμός 3.5.2 Προσανατολισμός του G λέγεται μια επιλογή προσανατολισμού για κάθε ακμή του G.

Σχήμα 3.17: Δύο προσανατολισμοί ενός γραφήματος. ΄Εστω o προσανατολισμός του G. ΄Ενας περίπατος w = (u0 , e1 , u1 , . . . , eℓ , uℓ ) στο G λέγεται προσανατολισμένος ως προς τον o αν με τον προσανατολισμό o, η ακμή ei έχει αρχική κορυφή ui−1 και τελική κορυφή ui για κάθε 1 ≤ i ≤ ℓ. ΄Ενας κλειστός περίπατος w στο G ο οποίος είναι προσανατολισμένος ως προς τον o λέγεται κύκλος

102 του o. ΄Ενας προσανατολισμός του G που δεν έχει κύκλο λέγεται άκυκλος. Στο Σχήμα 3.17 απεικονίζονται δύο προσανατολισμοί για το γράφημα του Σχήματος 3.16, ο δεύτερος από τους οποίους είναι άκυκλος. Το πλήθος των προσανατολισμών ενός γραφήματος G είναι ίσος με 2m , όπου m είναι το πλήθος των ακμών του G που δεν είναι θηλιές. Θα συμβολίζουμε με a(G) το πλήθος των άκυκλων προσανατολισμών του G. Παράδειγμα 3.5.3 (α) ΄Εστω G το πλήρες απλό γράφημα σε σύνολο κορυφών V με n στοιχεία. Θα δείξουμε ότι a(G) = n!. Δοσμένου ενός άκυκλου προσανατολισμού o του G, ορίζουμε τη διμελή σχέση ≤o στο σύνολο V θέτοντας a ≤o b αν a = b ή το a είναι η αρχική κορυφή της ακμής {a, b} του G, ως προς τον προσανατολισμό o. Αφήνουμε στον αναγνώστη να επαληθεύσει ότι η σχέση ≤o είναι μερική διάταξη στο σύνολο V (η μεταβατικότητα ισχύει διότι ο προσανατολισμός o είναι άκυκλος), η οποία είναι ολική διάταξη (οποιαδήποτε δύο στοιχεία του V είναι μεταξύ τους συγκρίσιμα). Από την ΄Ασκηση 15 (γ) του Κεφαλαίου 2 προκύπτει ότι υπάρχει αναδιάταξη f (o) = (v1 , v2 , . . . , vn ) του V τέτοια ώστε vi 0 , υπάρχουν μοναδικοί ακέραιοι q, r τέτοιοι ώστε n = qm + r και 0 ≤ r < m. Οι ακέραιοι q και r λέγονται πηλίκο και υπόλοιπο της Ευκλείδειας διαίρεσης του n με το m, αντίστοιχα. Στην περίπτωση r = 0, δηλαδή όταν υπάρχει q ∈ Z με n = qm, λέμε ότι ο ακέραιος n διαιρείται με το m και ότι ο n είναι ακέραιο πολλαπλάσιο του m. Η σχέση (4.33) στην πρόταση που ακολουθεί λέγεται m-αδική αναπαράσταση του n. Οι ακέραιοι ai είναι τα ψηφία του n με βάση το m.

161

162 Πρόταση 4.4.3 ΄Εστω m, k ∈ N, με m ≥ 2. Κάθε φυσικός αριθμός n < mk+1 γράφεται κατά μοναδικό τρόπο στη μορφή n = a0 + a1 m + a2 m2 + · · · + ak mk ,

(4.33)

όπου a0 , a1 , . . . , ak είναι ακέραιοι με 0 ≤ ai ≤ m − 1 για i ∈ {0, 1, . . . , k}. Απόδειξη. Θα χρησιμοποιήσουμε την αρχή της μαθηματικής επαγωγής στη μορφή της Πρότασης 4.4.1 (β). Το ζητούμενο είναι τετριμμένο για k = 0. ΄Εστω ότι k ≥ 1 και ότι το ζητούμενο ισχύει για τον k −1. Θα αποδείξουμε ότι ισχύει και για τον k. ΄Εστω ακέραιος 0 ≤ n < mk+1 . Από την Πρόταση 4.4.2, υπάρχουν μοναδικοί ακέραιοι q και r τέτοιοι ώστε n = r + qm (4.34) και 0 ≤ r < m. Από την υπόθεση n ≥ 0 συμπεραίνουμε ότι q ≥ 0. ΄Εχουμε επίσης qm ≤ qm + r = n < mk+1 , οπότε 0 ≤ q < mk . Επομένως, από την υπόθεση της επαγωγής, ο q αναπαρίσταται στη μορφή q = a1 + a2 m + · · · + ak mk−1

(4.35)

για μοναδικούς ακεραίους ai με 0 ≤ ai ≤ m − 1 για i ∈ {1, 2, . . . , k}. Θέτοντας r = a0 , από τις (4.34) και (4.35) προκύπτει ότι ο n αναπαρίσταται στη μορφή (4.33). Για τη μοναδικότητα, έστω ότι η n = b0 + b1 m + b2 m2 + · · · + bk mk είναι επίσης m-αδική αναπαράσταση του n. Μπορούμε να γράψουμε n = b0 + tm, όπου b0 και t = b1 + b2 m + · · · + bk mk−1 (4.36) είναι ακέραιοι με 0 ≤ b0 ≤ m − 1. Από την (4.34) και τη μοναδικότητα στην Πρόταση 4.4.2 συμπεραίνουμε ότι b0 = r = a0 και t = q. Από την τελευταία ισότητα και τη μοναδικότητα της αναπαράστασης (4.35) προκύπτει επίσης ότι bi = ai για κάθε i ∈ {1, 2, . . . , k}. Αυτό ολοκληρώνει την επαγωγή και συνεπώς την απόδειξη της πρότασης. 2

Βιβλιογραφία [1] Χρήστος Α. Αθανασιάδης, Εισαγωγή στη Συνδυαστική Θεωρία των Μερικώς Διατεταγμένων Συνόλων, Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2006, σημειώσεις διαθέσιμες στην ιστοσελίδα http://www.math.uoa.gr/∼caath. [2] Χρήστος Α. Αθανασιάδης, Αλγεβρική και Απαριθμητική Συνδυαστική, Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2014, σημειώσεις υπό προετοιμασία διαθέσιμες στην ιστοσελίδα http://www.math.uoa.gr/∼caath. [3] Ian Anderson, Combinatorics of Finite Sets, Oxford Science Publications, Oxford University Press, New York, 1987. [4] George Andrews, The Theory of Partitions, Addison-Wesley, 1976; δεύτερη εκτύπωση, Cambridge Mathematical Library, Cambridge University Press, 1984. [5] Δημήτριος Α. Βάρσος, Δημήτριος Ι. Δεριζιώτης, Ιωάννης Π. Εμμανουήλ, Μιχάλης Π. Μαλιάκας και Ολυμπία Ταλέλλη, Μια Εισαγωγή στην ΄Αλγεβρα, δεύτερη έκδοδη, Σοφία, 2005, διαθέσιμο στο http://www.math.uoa.gr/∼algebra. [6] Richard Brualdi, Introductory Combinatorics, Prentice Hall, 1992. [7] C.L Liu, Στοιχεία Διακριτών Μαθηματικών, δεύτερη έκδοση, McGraw-Hill, 1985, μετάφραση από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 1994. [8] L´ aszlo Lov´ asz, J´ ozsef Pelikan and Katalin Vesztergombi, Discrete Mathematics: Elementary and Beyond, Undergraduate Texts in Mathematics, Springer, New York, 2003. [9] L´ aszlo Lov´ asz and Michael D. Plummer, Matching Theory, Annals of Discrete Mathematics 29, North-Holland, Amsterdam, 1986. [10] David Lubell, A short proof of Sperner’s theorem, J. Combin. Theory (1966), 299.

163

1

164 [11] Jiri Matousek and Jaroslav Nesetril, An Invitation to Discrete Mathematics, Oxford University Press, Oxford, δεύτερη έκδοση, 2008. [12] James R. Munkres, Topology: A First Course, Prentice Hall, 1974. [13] Richard P. Stanley, Some applications of algebra to combinatorics, Discrete Appl. Math. 34 (1991), 241–277. [14] Richard P. Stanley, Enumerative Combinatorics, vol. 1, δεύτερη έκδοση, Cambridge Studies in Advanced Mathematics 49, Cambridge University Press, Cambridge, 2011. [15] Richard P. Stanley, Enumerative Combinatorics, vol. 2, Cambridge Studies in Advanced Mathematics 62, Cambridge University Press, Cambridge, 1999. [16] G¨ unter M. Ziegler, Lectures on Polytopes, Graduate Texts in Mathematics 152, Springer-Verlag, New York, 1995.